Δημοσιεύτηκε στις 4 Ιανουαρίου 2010
Στα Τρίκαλα, οι γηπεδούχοι με τον Γιαπλέ στον πάγκο τους (ο οποίος μοιάζει… σατανικά στον Αγγέλου), μπόρεσαν και ξεπέρασαν τα προβλήματά τους και πήραν σημαντική νίκη. Αν ο Ηλυσιακός είχε κερδίσει και την τρίτη ομάδα με την οποία θα παλέψει για την κατηγορία (έχει ήδη νικήσει με μη αναστρέψιμη διαφορά τον ΓΣ και εκτός έδρας την Καβάλα), τότε αποκτούσε τεράστιο προβάδισμα, έστω κι αν αυτό δεν θα φαινόταν από τώρα στη βαθμολογία.
Τα Τρίκαλα δεν ήταν τελείως διαλυμένα, όπως πολλοί έχουν θεωρήσει τις τελευταίες ημέρες, καθώς είχαν στη διάθεσή τους 4 ξένους (Μπιγκς, Τζιγκάνοβιτς, Ζούπαν, Ντίκελ), ενώ είχαν και Ελληνόπουλα τα οποία ήθελαν να αποδείξουν ότι αξίζουν μιας ευκαιρίας, ευκαιρία που δεν είχαν επί Αγγέλου. Το έκαναν και ο Γκιζογιάννης (κυρίως), αλλά και ο Κατσαρές, που έμεινε στο παρκέ περισσότερη ώρα απ’ όση συνήθως.
Το παιχνίδι ήταν ντέρμπι, αλλά η αλήθεια είναι ότι τα Τρίκαλα είχαν τον έλεγχο στην περισσότερη διάρκεια του αγώνα. Ο Ηλυσιακός δεν βρήκε ρυθμό, δεν μπόρεσε να ελέγξει τον αγώνα, έναν αγώνα που θα μπορούσε να έχει πάρει, υπό την έννοια ότι σπάνια βρίσκεις τέτοιες ευκαιρίες σε αγώνες παραμονής στον πρώτο γύρο (τη μία ομάδα με υπηρεσιακό προπονητή και χωρίς τους δύο πρώτους, μέχρι τον αγώνα, σκόρερ της). Όμως, τα 24 λάθη του Ηλυσιακού ήταν καθοριστικά, σε ένα ματς που οι ομάδες δεν είχαν μεγάλη διαφορά στις υπόλοιπες στατιστικές κατηγορίες. Ακόμη κι έτσι, ο Ηλυσιακός πάλεψε πολύ στο τέλος, γύρισε στο ματς και ίσως είχε άλλη μοίρα αν ο Καρύδας είχε προσέξει λίγο περισσότερο στο ντράιβ που έκανε με τη διαφορά στους 3 πόντους. Καθοριστική για τα Τρίκαλα η συμβολή του Αποστολίδη που με τα 10 κερδισμένα φάουλ του και τις 10/11 βολές, έδωσε πολλές ανάσες και μεγάλη σιγουριά στην ομάδα του. Η αναμετάδοση του αγώνα παίρνει σίγουρα βραβείο, καθώς έσπρωχνε τον… κακόμοιρο τηλεθεατή κατευθείαν στα βαριά ναρκωτικά, χωρίς καν να περάσει από το στάδιο με εκείνα… που φυτρώνουν στη γη.
Στη Ρόδο, ο Κολοσσός πάλεψε πολύ σκληρά και στάθηκε ως ίσος προς ίσο με το Μαρούσι, όπως είχε κάνει και με τον Άρη. Όμως, δεν μπόρεσε να πάρει τη νίκη και το Μαρούσι έδειξε ξανά πόσο έμπειρο και καλό είναι, κρατώντας το αήττητό του με τους μη «αιώνιους». Το 2-14 που ήρθε μετά το 59-51 για το Μαρούσι έδειξε γιατί η ομάδα του Μπαρτζώκα δεν χάνει ως τώρα. Γιατί σε ένα ματς που δεν της έχει πάει καλά, στο τελευταίο οκτάλεπτο είναι σαν να σβήνονται όσα έγιναν νωρίτερα και το Μαρούσι παίζει πάλι με μυαλό και συγκέντρωση, αλλάζοντας πλήρως τη ροή του αγώνα. Το 0-7 της αρχής της παράτασης ήρθε προς επίρρωση αυτού και το Μαρούσι είναι ακόμη πρώτο φαβορί για την 3η θέση. Υπομονή δύο εβδομάδες για να το δούμε και εναντίον του Πανελληνίου.
Στη Νέα Σμύρνη, ο Παναθηναϊκός αν έχανε θα ενέπιπτε στην κατηγορία του… «ηλίθιου», δηλαδή εκείνου που είδε τι έπαθε ο άμεσος ανταγωνιστής του και πήγε κι έκανε τα ίδια. Παρόλα αυτά, παρότι υποψιασμένοι οι παίκτες του Παναθηναϊκού, το παιχνίδι κάθε άλλο παρά εύκολο ήταν, με τον Πανιώνιο να το φτάνει στο ένα σουτ, έστω κι αν αυτό δεν έγινε ποτέ, ελέω του σφυρίγματος περί μεταφοράς μπάλας στο 76-78.
Ο Παναθηναϊκός είχε και πάλι πολλά σκαμπανεβάσματα στην απόδοσή του, δεν μπόρεσε να ελέγξει το ρυθμό του ματς, τον οποίο ο Πανιώνιος πήγε εκεί που τον βόλευε, ενώ ακόμη κι όταν πέρασε μπροστά και φάνηκε να καθαρίζει τον αγώνα, δέχτηκε ένα από τα συχνά φετινά του σερί 8-0 και το 67-77 έγινε 75-77. Στο αμέσως προηγούμενο σημείο του ματς είχα ουσιαστικά χάσει ο Πανιώνιος τις ελπίδες νίκης που είχε, καθώς άφησε το 64-68 να γίνει 67-77 με αρκετές λανθασμένες επιλογές.
Πάντως, έκανε ελάχιστα λάθη στο παιχνίδι, ενώ συνολικά είχε πολύ σωστές επιλογές στην επίθεση και αυτός είναι ο λόγος που κατάφερε να μείνει κοντά στο σκορ ως το τέλος, παρότι έχασε κατά κράτος τα ριμπάουντ.
Ο Παπανικολάου ήταν πολύ καλός κόντρα στην παλιά του επί σειρά ετών ομάδα, ενώ ο Έρτσεγκ δεν ήρε προσπάθειες, ούτε κατά διάνοια όσες συνήθιζε στα προηγούμενα ματς. Αυτό εν μέρει πιστώνεται στην άμυνα του Παναθηναϊκού, εν μέρει χρεώνεται και στον Πανιώνιο. Τέλος, ο Μάρκοβιτς έκανε ροτέισον 8 παικτών ουσιαστικά. Αυτό από τη μία ίσως του επέτρεψε να κρατήσει ρυθμό ως το τέλος με παίκτες που ξεκάθαρα τους εμπιστεύεται, όμως, απ’ την άλλη ίσως αυτό του κόστισε στο κακό διάστημα της ομάδας του, όταν μίλησε η κόπωση. Πάντως, πήγε το ματς πολύ σωστά και κανείς δεν μπορεί να τον κατηγορήσει.
Απ’ την άλλη, ο Πέκοβιτς ήταν κυρίαρχος, ο Σπανούλης ήταν μεστός στις προσπάθειές του, αλλά έκανε πολλά οργανωτικά λάθη, ενώ η διαφορά στην επίθεση με τον Γιασικεβίτσιους στο παρκέ έχει αρχίσει να φαίνεται τώρα που ο Λιθουανός βρίσκει σταδιακά τα πατήματά του.
Στο Ελληνικό, ο Ολυμπιακός πέρασε ένα αρκετά δύσκολο βράδυ, αλλά δεν ήταν τόσο κακός όσο πιθανότατα υπονοεί το τελικό σκορ. Πιστοί στα όσα εξαγγείλαμε πριν από 10 περίπου ημέρες, η μόνη μας αναφορά στην ομάδα που δημιούργησε τα ντροπιαστικά επεισόδια, θα είναι αυτή για τα επεισόδια και καθόλου αγωνιστική.
Την ώρα που η καφρίλα ξανά έδειχνε ότι δεν έχει όρια στην Ελλάδα (για μία φάση όπου το σωστό θα ήταν η βολή να επαναληφθεί, μιας και ο Τουτζιαράκης μπήκε νωρίτερα στη ρακέτα) και έχουμε φτάσει στο σημείο να μην αντέχουμε άλλο την κατάσταση με τον «αθλητισμό» στην τριτοκοσμική χώρα αυτή (δυστυχώς τριτοκοσμική τη συγκεκριμένη χώρα δεν την κάνουν ούτε μόνο οι οικονομικές δυσκολίες, ούτε μόνο οι κυβερνήσεις της, τεράστιο μερίδιο έχει και ο λαός της), ο Ολυμπιακός είχε τον έλεγχο στο παρκέ, αλλά ξανά δεν μπορούσε (ή δεν επεδίωξε) να παίξει περιφερειακή άμυνα.
Δεν είναι δύσκολο να δει κανείς ότι ο Ολυμπιακός έχει στόχο την άμυνα μέσα στη ρακέτα και βάζει σε δεύτερη μοίρα την άμυνα πίσω από τις γραμμές του τριπόντου. Έτσι, εξαναγκάζει τους αντιπάλους του να κάνουν πολλές, εκ πρώτης όψεως, πεταμένες επιθέσεις, αλλά ρισκάρει να δεχτεί πολλά τρίποντα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, όταν ο αντίπαλος βρει ρυθμό και είναι στη μέρα του από το τρίποντο, να μπορεί να μείνει κοντά στο ματς και ο Ολυμπιακός μετά δεν έχει τη διάθεση (ή την ικανότητα) να πιέσει ομαδικά έξω από το τρίποντο.
Η κατάσταση μετά από 3 δεκάλεπτα ήταν χαρακτηριστική: 19-30 τα ριμπάουντ, 11-5 τα λάθη, 1-7 τα κλεψίματα, 11-18 οι ασίστ και στο +8 (για τον Ολυμπιακό) το ματς, ενώ η κυριαρχία αυτή συνεχίστηκε ως το τέλος, σε ένα ματς που ο Ολυμπιακός ουσιαστικά δεν έχασε τον έλεγχο στο δεύτερο ημίχρονο, αλλά κέρδισε πολύ πιο δύσκολα απ’ όσο θα έπρεπε. Συμφωνώ ότι έγιναν πολλά διαιτητικά λάθη, τα περισσότερα εναντίον του Ολυμπιακού (αδικήθηκαν και οι δύο πάντως, όπως συμβαίνει σε κάθε ματς της Α1 φέτος), με αποκορύφωμα το τρίποντο του Κλέιζα που κακώς δεν μέτρησε (και η απόφαση να πάρει η ΑΕΚ την μπάλα χωρίς να δουν οι διαιτητές το ριπλέι δεν έβγαζε νόημα), αλλά και πάλι το ματς θα έπρεπε να έχει τελειώσει νωρίτερα. Και θα τελείωνε αν ο Ολυμπιακός έπαιζε καλύτερη περιφερειακή άμυνα. Σύμφωνοι, 1-2 τρίποντα ήταν τραβηγμένες προσπάθειες, όμως η αντίπαλη ομάδα είχε καλούς σουτέρ που επιβαλλόταν να προσεχτούν περισσότερο και να μη σουτάρουν μόνοι τους.
Ο Τσίλντρες ήταν μακράν ο καλύτερος παίκτης του γηπέδου, ο Τεόντοσιτς έδειξε πώς θα έπρεπε να παίζει κάθε φορά (πώς θα έπρεπε να αποφεύγει τις υπερβολικές προσπάθειες δηλαδή), ενώ ο Κλέιζα ήταν καταπληκτικός σε όλα πλην της υπερβολής του 1/8 από το τρίποντο. Με 25 πόντους, 13 ριμπάουντ, 0 λάθη και 3 ασίστ πάντως, δεν μπορείς να του πεις κάτι. Όσον αφορά το ροτέισον, το μόνο που έχω να πω είναι ότι θα έπρεπε να παίξει ο Γλυνιαδάκης, αφού ο Μπουρούσης ήταν ουσιαστικά αλλού.
Ο Ολυμπιακός έκανε ουσιαστικά ένα κακό δεκάλεπτο επιθετικά και αυτό ήταν το τέταρτο, όπου, παρότι έβαλε 25 πόντους, έχασε πολλές επιθέσεις και έκανε 6 από τα 11 λάθη του στο ματς. Και μια φράση για τον ΜακΓκραθ, ο οποίος αφού δεν είναι πια στο ρόστερ της ΑΕΚ, δεν εμπίπτει στον περιορισμό που έχουμε θέσει. Ο ΜακΓκραθ κατάλαβε κάπου στο τέλος του πρώτου δεκαλέπτου ότι δεν πρόκειται να βγει από το ματς με τίποτα και μετά το παράκανε. Τα 4/11 τρίποντα θα μπορούσαν να είναι 4/8 ή 4/9 (και να έχουν δώσει 2-3 επιθέσεις ακόμη στην ομάδα του), ενώ δεν ξέρω κατά πόσο είναι σωστό να έχεις στο παρκέ στα τελευταία λεπτά παίκτη που από την επόμενη ημέρα δεν θα ανήκει στην ομάδα. Δεν το παίζω έξυπνος, αλλά τα καθοριστικά λάθη τα έκανε ο ΜακΓκραθ, όχι επειδή ήθελε να πουλήσει το ματς, αλλά ίσως επειδή σίγουρα δεν νοιαζόταν όσο οι υπόλοιποι για να το πάρει.
Μετά από 10 αγώνες, η βαθμολογία δείχνει ότι η κατάσταση στην ουρά είναι ανοικτή, όπως και στο 5-12, αλλά αυτό που βλέπουμε είναι ότι Μαρούσι και Πανελλήνιος αν χάσουν την τετράδα θα έχουν μόνο τους εαυτούς τους να κατηγορούν, αφού είναι ήδη 3 νίκες μπροστά και θα πρέπει να μπορούν να διαχειριστούν τη συνέχεια έτσι, ώστε να μείνουν στην τετράδα.
Υ.Γ.: Οι δηλώσεις του Παναγιώτη Γιαννάκη για το μπάσκετ (όχι για το ματς, οι γενικές) μετά τον αγώνα, είναι αξιοσημείωτες και θα πρέπει να προσεχτούν ιδιαίτερα, ιδίως όταν έρχονται από το στόμα του πιο σημαντικού ανθρώπου του μπάσκετ στην ιστορία της Ελλάδας.