Δημοσιεύτηκε στις 28 Ιανουαρίου 2010
Βέβαια, αυτά στα χαρτιά, καθώς στο παρκέ μπάσκετ παίζουν οι παίκτες και όχι η λογική. Ο Παναθηναϊκός ξεκάθαρα δεν έχει βρει ακόμη σωστό ρυθμό φέτος, έχει πολλά επιθετικά προβλήματα (έχουμε μιλήσει εδώ και πολλούς μήνες για τα σερί που δέχεται χωρίς να σκοράρει), ενώ φέτος παρουσιάζει (και αυτό είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα) αδυναμία ελέγχου του ρυθμού του αγώνα. Σίγουρα, πάντως, ούτε ήταν χαλαρός, ούτε «κοιμήθηκε», όπως υποστηρίζουν πολλοί, καθώς αυτά μειώνουν τον Παναθηναϊκό και δεν μπορώ να τα δεχτώ. Καμία ομάδα δεν μπαίνει χαλαρά στο Top-16 και κανένας προπονητής δεν «κοιμίζει» τους παίκτες του πριν από το ματς που μπορεί να σου φέρει άνω κάτω όλη τη χρονιά στην Ευρώπη.
Η αναμετάδοση του ματς από την τηλεόραση ήταν άθλια, αναλισκόμενη επί δύο ώρες σε ειρωνείες κατά παικτών της Παρτιζάν και αφορισμούς για τη διαφορά των δύο ομάδων. Αυτό σίγουρα δεν βοηθά τον κόσμο που προσπαθεί να δει μπάσκετ και δεν έχει ξεκάθαρη άποψη για τις ομάδες και όλους τους παίκτες (λογικό αυτό, δεν έχει υποχρέωση ο κόσμος να ξέρει, ο δημοσιογράφος έχει) και ίσως έκανε ακόμη πιο «βαρύ» το αποτέλεσμα για τους φίλους του Παναθηναϊκού, που θα έπρεπε εκτός των άλλων να προσπαθούν να μην παρασύρονται και απ’ όσα άκουγαν.
Όπως ας πούμε ότι ο Μπόζιτς είναι «μπετατζής», που ακούστηκε κατά τη διάρκεια του αγώνα. Ο… μπετατζής είχε 12 πόντους αλάνθαστος και το επιθετικό ριμπάουντ που τελείωσε τον αγώνα. Ο Μπόζιτς δεν ήταν ο μόνος που αδικήθηκε στην αναμετάδοση (και ο Κέτσμαν, ο Βράνιες, ο Ράσιτς), αλλά το να διορθώσουμε το πρόβλημα της δημοσιογραφίας στην Ελλάδα δεν είναι της παρούσης.
Ο Παναθηναϊκός είχε τις απουσίες του Μπατίστ και του Τσαρτσαρή, με την πρώτη να είναι πιο ουσιαστική, αλλά η αλήθεια είναι ότι για την ήττα δεν υπάρχει δικαιολογία. Έπαιζε στο γήπεδό του, στην πρεμιέρα του Top-16, με περισσότερους από 12.000 φίλους του στην εξέδρα, εναντίον υποδεέστερης ομάδας, από την οποία έλειπε ο καλύτερος παίκτης της διοργάνωσης (με βάση το ranking).
Ο Βουγιόσεβιτς μαεστρικά οδήγησε την ομάδα του από τον πάγκο, προσπαθώντας να κρατήσει τον αγώνα σε πάρα πολύ χαμηλό ρυθμό. Με πολύ καλή άμυνα στη ρακέτα του, που εξωθούσε τον Παναθηναϊκό σε σουτ από την περιφέρεια, με τον ΜακΚάλεμπ (κυρίως) και τον Ράσιτς να έχουν τον άχαρο ρόλο του να κρατούν συνεχώς τα γκέμια της ομάδας τους, ώστε ανά πάσα στιγμή ο αγώνας να πηγαίνει στο ρυθμό των Σέρβων, με τους Ρόμπερτς-Βράνιες να δίνουν μαθήματα αμυντικής συνεργασίας και τον Βέσελι να δείχνει γιατί θεωρείται από πολλούς (και τον γράφοντα) ως το επόμενο μεγάλο τεσσάρι στην Ευρώπη, η Παρτιζάν δεν κέρδισε τυχαία.
Είχε ξεκάθαρο αγωνιστικό πλάνο, ενώ σε καμία στιγμή του αγώνα δεν έχασε την επαφή της με το σκορ. Έμενε μόνιμα κοντά, στους 4-8 πόντους, πράγμα σχετικά εύκολο όταν το παιχνίδι κυμαίνεται κάτω από τους 60 πόντους και περίμενε πότε θα κολλήσει τελείως ο Παναθηναϊκός για να δει αν θα το εκμεταλλευτεί.
Ο Ομπράντοβιτς προφανώς και το είχε δει, αλλά την κρίσιμη ώρα στάθηκε αδύνατο να αντιδράσει, βλέποντας την ομάδα του μετά το 57-51 (7,5 λεπτά πριν το τέλος) να σκοράρει μόλις 2 πόντους και να δέχεται 13! Μάλιστα και οι 2 πόντοι ήταν με βολές, άρα ο Παναθηναϊκός έμεινε χωρίς καλάθι εντός παιδιάς για 7,5 λεπτά.
Οι Σέρβοι «έτρεξαν» ένα σερί 0-10 (άλλο ένα σερί που δέχεται ο Παναθηναϊκός μένοντας άποντος φέτος) μέχρι το 57-61 σε 6 αγωνιστικά λεπτά και ξεγύμνωσαν και πάλι αυτή τη φετινή αδυναμία του Παναθηναϊκού, που τον κάνει εντελώς ασταθή και αφερέγγυο σε όλα τα δύσκολα παιχνίδια. Το χειρότερο είναι ότι ανεξαρτήτως ποιοι βρίσκονται στο παρκέ κάθε φορά, ο Παναθηναϊκός έχει νεκρά διαστήματα στα οποία μοιάζει ανήμπορος να αντιδράσει ακόμη και στο ελάχιστο. Και αυτό είναι το πρώτο που πρέπει να διορθώσει, καθώς ο Φεβρουάριος είναι μήνας-κόλαση. Μάλιστα, ο αγώνας με την Παρτιζάν (βγάζοντας το ματς με την Ολύμπια, βεβαίως), ήταν ένας από τους δύο ευκολότερους του μήνα (τα είπαμε για το πρόγραμμα του «τριφυλλιού»), δεδομένου ότι ήταν εντός έδρας και εναντίον υποδεέστερης ομάδας που δεν είχε τον καλύτερό της παίκτη.
Σε ατομικό επίπεδο, καλύτερος του Παναθηναϊκού ήταν μακράν ο Σπανούλης, που, όμως, κλείστηκε απίστευτα στο κρίσιμο σημείο (θεωρώ ότι οι χαμένες βολές στο τέλος ήταν ξεκάθαρα θέμα κούρασης γιατί δεν είχε ανάσες). Καλός ήταν ο Φώτσης, καθώς ήταν ο μόνος που στάθηκε απέναντι στους ψηλούς της Παρτιζάν, ενώ ο Πέκοβιτς μετά από κάποιο σημείο περισσότερο δημιουργούσε πρόβλημα, παρά έλυνε, με τον Βράνιες να τον κερδίζει κατά κράτος. Ο Χάισλιπ προφανώς και δεν μπορεί να κριθεί, ενώ ο Τέπιτς ήταν πολύ κακός. Ο Περπέρογλου έμεινε στον πάγκο σε όλα τα κρίσιμα (το έχουμε επισημάνει από πέρσι ότι ο Ομπράντοβιτς δεν τον εμπιστεύεται), ο Νίκολας δεν πήρε σουτ, επηρεασμένος από την άμυνα πάνω του, ο Καλάθης πάτησε παρκέ για 4 δευτερόλεπτα (ενώ ίσως βοηθούσε στην αλλαγή του ρυθμού και αυτό χρεώνεται στον Ομπράντοβιτς που είχε πολλές στιγμές αμηχανίας στις αντιδράσεις του στο ματς), ο Βεργίνης ήταν δωδεκάδα για να συμπληρώσει το ρόστερ, ο Σερμαντίνι είναι ξεκάθαρο ότι πρέπει να… φάει και να κάνει βάρη, γιατί δεν μπορεί να σπρώξει ούτε τριάρια και αυτό κοστίζει όταν το ματς δεν είναι χαλαρό, ενώ ο Διαμαντίδης έμεινε στην πολύ καλή εμφάνιση του πρώτου μέρους και στην επανάληψη ήταν ο βασικότερος λόγος (και ο Πέκοβιτς) που κόλλαγε η επίθεση του Παναθηναϊκού.
Απ’ την άλλη, ο Παναθηναϊκός δεν μπόρεσε να βρει λύσεις για τους Βέσελι, Βράνιες, Μπόζιτς, Ρόμπερτς και Ράσιτς, με τον Κέτσμαν να βάζει δύο κρίσιμα σουτ. Το τελευταίο πρόβλημα του Παναθηναϊκού, αλλά εξίσου μεγάλο (το είχαμε ξαναπεί παλιότερα) είναι τα ριμπάουντ. Τα ριμπάουντ στην τελευταία περίοδο ήταν 5-15 για την Παρτιζάν, που μάλιστα πήρε 6 επιθετικά, δηλαδή περισσότερα από όλα όσα πήρε ο Παναθηναϊκός στο ίδιο διάστημα. Μετά τον Φώτση, που έχει έφεση, στον Παναθηναϊκό μοιάζουν να μην δουλεύουν τα μπλοκ-άουτ και να μην υπάρχει διάθεση για να κυνηγήσουν οι παίκτες το ριμπάουντ, με αποτέλεσμα σοβαρό μειονέκτημα σε αριθμό επιθέσεων στην τελική σούμα στα κρίσιμα. Τέλος, ο Παναθηναϊκός ήταν κακός και στις βολές, ενώ το γεγονός ότι ξανά έχασε ελεύθερα σουτ, επαναφέρει τα όσα είχαμε πει για πιθανό πρόβλημα ψυχολογίας.
Στα άλλα ματς, τα δύο φαβορί επιβεβαίωσαν την έδρα τους, έστω και με πολύ μικρές διαφορές. Η ΤΣΣΚΑ στηρίχτηκε στην τριπλέτα Σισκάουσκας-Λάνγκντον-Χριάπα, που είχε 54 πόντους, 20 ριμπάουντ, 9 ασίστ και 13 κερδισμένα φάουλ και κέρδισε τη Μάλαγα, αλλά οι Ισπανοί, βλέποντας τη διαφορά να μένει στους 8 πόντους ξέρουν ότι αν δεν κάνουν γκέλες με τους υπόλοιπους του ομίλου, θα έχουν ευκαιρία για την πρωτιά. Η προαναφερθείσα, πάντως, τριάδα της ΤΣΣΚΑ είναι φέτος η καλύτερη τριάδα παικτών σε απόδοση στην Ευρώπη απ’ όλες τις ομάδες για παίκτες σε… συνεχόμενες θέσεις (2-3-4 οι εν λόγω).
Στην Ισπανία, η Εφές θέλησε να σβήσει όλα όσα τις είχαμε καταλογίσει στην κανονική περίοδο και προσπάθησε για το διπλό μέσα στο άντρο της Ρεάλ. Εν πολλοίς έπαιξε υπέροχα, ήλεγχε το ματς στα πρώτα 37 λεπτά του και έδειξε στο ίδιο επίπεδο με τη Ρεάλ. Όμως, το αποτέλεσμα ήταν αρνητικό και μπορεί μόνο να κρατήσει τη μικρή διαφορά και την εμφάνιση. Αρκεί να μείνει ψύχραιμη και να μην φανεί χειρότερη στο επόμενο ματς. Είπαμε, ο όμιλος αυτό μπορεί να δώσει πρόκριση ακόμη και σε ομάδα με 3-3, ανάλογα πώς θα έρθουν τα πράγματα. Πάντως, αν θέλουμε να τα λέμε κι όλα από τον αγώνα, ο Αταμάν φέρει μεγάλο μερίδιο ευθύνης για την ήττα, γιατί ενώ είχε διαβάσει καλά το παιχνίδι της Ρεάλ, ο τρόπος που χρησιμοποιούσε τους παίκτες του δεν έβγαζε κανένα νόημα από ένα σημείο και μετά.
Είστε και για… λίγη θεωρία συνομωσίας; Ο Μπόγιαν Πόποβιτς μετεγγράφηκε μετά το τέλος της κανονικής περιόδου από τη Λιέτουβος Ρίτας στην Εφές Πίλσεν. Η Εφές Πίλσεν πέρασε στο Top-16 επειδή η Λιέτουβος στην τελευταία αγωνιστική έχασε στην έδρα της από τη Μάλαγα. Τι έκανε ο Πόποβιτς στο ματς αυτό; Είχε 2 πόντους με 0/5 εντός παιδιάς, 5 λάθη, 4 φάουλ και 0 ranking. Μάλιστα στο τελευταίο δεκάλεπτο μπήκε στο 33΄ έκανε ένα λάθος κι ένα φάουλ και βγήκε στο 34΄ για να μπει στο 37΄ να μην πιάσει την μπάλα στην επίθεση, να δεχτεί ένα καλάθι και να βγει στο 38΄. Σίγουρα… «διάλεξε» το χειρότερο παιχνίδι για να είναι κακός!