Δημοσιεύτηκε στις 31 Μαΐου 2010
Το παιχνίδι κρίθηκε ουσιαστικά στην 3η περίοδο, την περίοδο που είναι κατά τεκμήριο η καλύτερη του Ολυμπιακού στα ματς φέτος. Μέχρι τότε ο Παναθηναϊκός έλεγχε το ρυθμό του αγώνα, αλλά ήταν πολύ κακός επιθετικά, πράγμα που κράτησε ως το τέλος του αγώνα. Ο Πέκοβιτς ήταν ο μόνος που έπαιξε πάρα πολύ καλά, ενώ μέχρι το 32ο λεπτό είχαν σκοράρει μόλις 4 «πράσινοι» παίκτες στο ματς, κάτι που δείχνει πόσο καλή ήταν η «ερυθρόλευκη» άμυνα, αλλά και πόσο κακή η «πράσινη» ανάπτυξη.
Ο Σκούνι Πεν για μένα είναι ο καλύτερος παίκτης του Ολυμπιακού ως τώρα στους τελικούς, αφού στο δεύτερο παιχνίδι ήταν εκπληκτικός. Ο Πεν μάρκαρε μία τον Νίκολας (πρώτα αυτόν όσο ήταν στο παρκέ), μία τον Σπανούλη (μέχρι την 4η περίοδο που έπαιξαν ταυτόχρονα) και κράτησε και τους δύο άποντους και τελείως εκτός αγώνα για 30 λεπτά. Ο Πεν παραδίδει μαθήματα καθαρής άμυνας εδώ και λίγο καιρό (και στους ημιτελικούς με τον Λούκας) και πραγματικά κάνει τη διαφορά.
Πέραν αυτού, ο Ολυμπιακός έκανε κι αυτός λάθη, αλλά από την αρχή του αγώνα τελείωνε καλύτερα τις επιθέσεις του μέσα από συστήματα, την ώρα που ο Παναθηναϊκός εκτός των συστημάτων για τον Πέκοβιτς στα πρώτα 15 λεπτά σκόραρε με ατομικές ενέργειες. Αυτό, βεβαίως, φάνηκε στην πορεία του ματς, όταν ο Παναθηναϊκός δεν μπόρεσε να ακολουθήσει στο σκορ και η διαφορά έφτασε να είναι διψήφια, χωρίς οι «πράσινοι» να δείχνουν ότι είχαν τη δυνατότητα να τη μειώσουν.
Ο Ολυμπιακός πήρε μεγάλη βοήθεια από τον Γιάννη Μπουρούση, σε μια χρονιά που έχει χαρακτηριστεί από πολλά σκαμπανεβάσματα απόδοσης και πολλά μέτρια παιχνίδια. Τα δικά του επιθετικά ριμπάουντ, η ευστοχία του στις βολές, τα καλά τελειώματα στις περισσότερες επιθέσεις και η καλή του άμυνα (γενικά, γιατί σε κάποιες φάσεις έχασε τον Πέκοβιτς τελείως) μέτρησαν πολύ στο να ξεκαθαρίσει νωρίς το παιχνίδι.
Πολύ καλός ήταν και ο Κλέιζα, τον οποίο η άμυνα του Παναθηναϊκού έδειξε ξανά ότι δεν μπορεί να περιορίσει, ενώ στο 2ο παιχνίδι… μπήκε στους τελικούς και ο Τσίλντρες. Ο Αμερικανός μπήκε δυνατά στην αρχή και παρότι έχασε αρκετές φάσεις (7/17 σουτ, με 0/5 τρίποντα, εκ των οποίων αρκετά θα έπρεπε να τα αποφύγει και να προτιμήσει το ντράιβ), δημιούργησε χώρους και σκόραρε. Καλύτερος από το πρώτο ματς ήταν και ο Τεόντοσιτς, ο οποίος εκτελεστικά ήταν πάρα πολύ καλός, αν και μέτριος οργανωτικά (το ίδιο περίπου μπορούμε να πούμε ότι συνέβη και με τον Παπαλουκά, ο οποίος βοήθησε περισσότερο τη ροή των επιθέσεων οργανωτικά πάντως).
Από τον Παναθηναϊκό, εκτός του Πέκοβιτς που ήταν μακράν ο καλύτερος και έδειξε ότι όταν παίρνει μπάλες τελειώνει φάσεις (το λέμε όλο το χρόνο ότι φέτος δεν χρησιμοποιείται σωστά), πολύ καλός στο πρώτο μέρος ήταν ο Τέπιτς, που όμως αμυντικά είχε προβλήματα με τον Τσίλντρες. Ο Διαμαντίδης με τον Γιασικεβίτσιους ήταν καλοί εναλλάξ, στην αρχή ο πρώτος, στο δεύτερο ημίχρονο περισσότερο ο δεύτερος, αλλά πέραν αυτών μηδέν. Φώτσης, Σπανούλης και Τσαρτσαρής δεν μπήκαν καν στο ματς, ενώ ο Νίκολας το μόνο που κατάφερε ήταν να διασκεδάσει τις εντυπώσεις της διαφοράς και της εμφάνισής του στο τέλος, αλλά ουσιαστικά και στο δεύτερο παιχνίδι της σειράς ήταν απών από την άμυνα του Πεν. Μένει να δούμε αν το ξέσπασμα στο τέλος τον βοηθήσει να βρει μομέντουμ για το 3ο παιχνίδι.
Ο Ολυμπιακός έπαιξε καλύτερη ομαδική άμυνα, έτρεξε καλύτερα το παρκέ, ενώ πολύ σημαντικό για την εξέλιξη του ματς ήταν ότι ο Παναθηναϊκός δεν έβαλε ούτε έναν πόντο από επιθετικό ριμπάουντ. Εξίσου μέτρησε και το γεγονός ότι ο Ολυμπιακός έφτανε καλύτερα στο καλάθι, πατούσε πιο δυνατά και σκόραρε πιο εύκολα από τη ρακέτα, ενώ ο Παναθηναϊκός έδειχνε μπλοκαρισμένος σε πολλά διαστήματα, με αποτέλεσμα μέτρια σουτ από μέση απόσταση.
Ο Ολυμπιακός ισοφάρισε τη σειρά σε 1-1 και πλέον πηγαίνει την Τετάρτη στο ΟΑΚΑ για τη 2η από τις τρεις ευκαιρίες που θα έχει για να σπάσει έδρα αν θέλει το πρωτάθλημα. Ο Παναθηναϊκός έχει και πάλι το άγχος του γηπεδούχου και καλείται να το διαχειριστεί επιτυχώς για 2η από τις πιθανότατα τρεις φορές που θα πρέπει να το κάνει στους τελικούς.