Δημοσιεύτηκε στις 30 Ιουλίου 2010
Η αλήθεια είναι ότι η ομοσπονδία για ακόμα μία φορά τα «θαλάσσωσε» και άφησε την εθνική απροστάτευτη, ενώ ο Παπαλουκάς είχε εξαρχής ζητήσει να ενταχθεί μετά το πρώτο στάδιο στην προετοιμασία.
Ο Παπαλουκάς το είχε ζητήσει και ο Καζλάουσκας το είχε δεχτεί. Και στην αρχή, που διατυπώθηκε ως σκέψη και τώρα που ο παίκτης πήρε και ζήτησε να μπει στην προετοιμασία. Ο Λιθουανός ήθελε να τον δεχτεί και, βεβαίως, οι υπόλοιποι παίκτες δεν είχαν κανένα πρόβλημα. Και ο Παπαλουκάς θα είχε ενσωματωθεί αν δεν υπήρχε η “περίεργη” αντίδραση της Ομοσπονδίας.
Η ομοσπονδία αντέδρασε, απαγόρευσε την ενσωμάτωση του παίκτη θέτοντας λόγους ισότητας και ισοτιμίας μεταξύ των παικτών. Ζήτησε από τον Καζλάουσκας να καλύψει την απόφαση αυτή (κι ας διαφωνούσε), ουσιαστικά καπελώνοντάς τον και μην αφήνοντάς τον να κάνει όπως θέλει τη δουλειά του, ο Λιθουανός το έκανε και προς τα έξω βγήκε ότι ο Παπαλουκάς ξαφνικά θέλησε να παίξει και ο Καζλάουσκας του έκλεισε την πόρτα για να μην νιώσουν άσχημα οι υπόλοιποι διεθνείς.
Η υπόθεση μπορεί να κριθεί ως προς την ουσία της και ως προς τους τύπους. Η ουσία λέει ότι πάρα πολλοί παίκτες εντάσσονται στην προετοιμασία των χωρών τους μετά το πρώτο στάδιο, και αυτό αφορά μόνο τους παίκτες και τον προπονητή τους. Οι διεθνείς είναι επαγγελματίες και οφείλουν να δέχονται τις αποφάσεις του προπονητή τους ως τέτοιοι και όχι ως κακομαθημένοι ερασιτέχνες που «στραβώνουν» αν κάποιος κάνει 5 μέρες λιγότερες προπόνηση.
Το θεωρώ κάτι εντελώς απλό και συνηθισμένο, που επιτέλους δεν θα έπρεπε στους Έλληνες (μόνο) να φαίνεται περίεργο και ταμπού. Δυστυχώς έχουμε μάθει να βλέπουμε τα σπορ με οπαδικά γυαλιά, οπότε πάντα στη χώρα μας ακούγονται απόψεις του στιλ… «γιατί ο τάδε του Ολυμπιακού να κάνει λιγότερη προετοιμασία από εκείνους του Παναθηναϊκού;» λες και οι παίκτες προπονούνται στην πλάτη μας, ή λες και κάποιος μας έχει ορίσει οπαδικούς δικηγόρους (της συμφοράς) και πρέπει να προστατεύσουμε «τους δικούς μας» από «τους άλλους».
Όσο κι αν κάποιους τους σοκάρει, κανείς παίκτης της εθνικής δεν είχε πρόβλημα με το να ενσωματωθεί ο Παπαλουκάς πιο αργά στην προετοιμασία (γιατί να είχε άλλωστε). Και η γνωστή δημοσιογραφική λογική του να προσπαθούμε με παράλογα επιχειρήματα να βρούμε λογική βάση («ας είχε πάει ο Παπαλουκάς στην προετοιμασία και ας μην έκανε προπόνηση, απλά να είναι εκεί για να μην νιώθουν οι άλλοι ριγμένοι») πρέπει πια να εκλείψει.
Απ’ την άλλοι, οι τύποι της υπόθεσης στην Ελλάδα λένε αυτό ακριβώς: ότι ο Παπαλουκάς του Ολυμπιακού θα «έκανε ό,τι ήθελε την εθνική», μπαίνοντας πιο αργά για προετοιμασία και θα εξέθετε την ομοσπονδία ότι κάνει διακρίσεις εις βάρος του Παναθηναϊκού (η αποθέωση του παραλόγου). Έτσι, η ομοσπονδία αντί να μεριμνήσει για την ηρεμία της εθνικής λιγότερο από ένα μήνα πριν από μια μεγάλη διοργάνωση, ήταν εκείνη που προσπάθησε να χαλάσει το κλίμα. Ξανά στο ίδιο έργο θεατές, με την ομοσπονδία να κάνει τεράστιο φάουλ.
Αντί να αφήσει τον ομοσπονδιακό τεχνικό να κάνει όπως κρίνει εκείνος τη δουλειά του και να κριθεί μετά γι’ αυτό, τον μετέτρεψε σε φερέφωνο (βέβαια κι εκείνος δέχτηκε να γίνει). Τον συμβούλεψε τι να κάνει και πώς να το δικαιολογήσει, όμως όχι με όρους δικούς της, αλλά χρησιμοποιώντας τους παίκτες! Δηλαδή, δεν μπόρεσε καν να πει ότι εκείνη απαγορεύει τη συμμετοχή του Παπαλουκά για τους «ψ» λόγους, έβαλε τον προπονητή να πει ότι οι υπόλοιποι παίκτες θα ένιωθαν ριγμένοι και άσχημα αν έμπαινε ο Παπαλουκάς στην προετοιμασία, κάτι που κανείς από τους άλλους παίκτες είχε πει και, βεβαίως, κανείς δεν εξουσιοδότησε την ομοσπονδία να τον χρησιμοποιήσει ως άλλοθι για να δικαιολογήσει τις αποφάσεις της.
Το θέμα το χειρίστηκαν όλοι λάθος, η ομοσπονδία, που ξανά έπραξε όχι για το όφελος της εθνικής, ο Καζλάουσκας, που έκανε τον «καλό στρατιώτη Γιόνας» υπακούοντας σε κάτι με το οποίο ο ίδιος διαφωνούσε και μεταφέροντας λόγια που δεν έπρεπε, αλλά και ο Παπαλουκάς, που θα έπρεπε εξαρχής να κάνει ξεκάθαρη συμφωνία με τον Λιθουανό προπονητή και όχι να το αφήσουν στο «φλου» (βέβαια ο Λιθουανός το άφησε στο φλου γιατί ήθελε πολύ τον Παπαλουκά στην εθνική, όχι το αντίθετο) και να αιωρείται μια πιθανή συμμετοχή.
Αν θέλουμε να δούμε και άλλη μια πτυχή της υπόθεσης, συνήθως οι παίκτες στους οποίους υπάρχει ανοχή ως προς το πότε θα ενσωματωθούν στην εθνική είναι εκείνοι που είναι οι πιο διάσημοι σε κάθε χώρα και πιο μεγάλοι σε ηλικία από τους υπόλοιπους συνήθως, με σημαντική διεθνή αναγνωρισιμότητα. Και στην Ελλάδα, αυτή η κατηγορία είναι ο Παπαλουκάς (και όχι: ο Παπαλουκάς είναι σε αυτή την κατηγορία), που είναι σαφώς ο νούμερο 1 παίκτης όσον αφορά τη διεθνή αναγνωρισιμότητα σε ευρωπαϊκό επίπεδο από τη χώρα μας.
Όμως, η ουσία είναι ότι η εθνική θα μπορούσε να έχει στο Μουντομπάσκετ τον Παπαλουκά και τώρα δεν θα τον έχει. Ως άνθρωπος που αγαπά την εθνική και θέλει τις επιτυχίες της δεν μπορώ να κοιτάξω πέρα από αυτό, στους τύπους της υπόθεσης. Ξέρω ότι κάθε εθνική πρέπει να κάνει ό,τι είναι δυνατόν για να εμφανιστεί πιο δυνατή, όχι να αποδυναμώνεται με αμφίβολες αποφάσεις εκ των έσω, για να τηρήσει κάποιους «τύπους» που υπάρχουν μόνο στο μυαλό ορισμένων. Επίσης, ο προπονητής θα πρέπει να έχει το σθένος να επιβάλλει τους δικούς του νόμους και όχι να δέχεται ό,τι του ορίζει η κάθε ομοσπονδία (ο Σκαριόλο περιμένει τον Λιουλ ως την τελευταία στιγμή, παρότι είναι τραυματίας και ουσιαστικά δεν θα κάνει προετοιμασία, το ίδιο κάνει ο Μπάουερμαν με τον Νοβίτσκι κάθε χρόνο, φέτος η Βραζιλία με τον Σπλίτερ, κ.α.). Η ουσία είναι «μείον ένας» από τους καλύτερους Έλληνες στο Μουντομπάσκετ, για τα «πώς» και τα «γιατί» ας πάρει ο καθένας όποια τον καλύπτουν. Μικρή σημασία έχουν στην ουσία της υπόθεσης.
Ας ελπίσουμε ότι ως τους αγώνες της Τουρκίας η προσπάθεια της εθνικής δεν θα δεχτεί άλλο χτύπημα από εσωτερικά μέτωπα και θα έχει να αντιμετωπίσει μόνο τις μάχες στο παρκέ. Και ας περιμένουμε να δούμε μετά το Μουντομπάσκετ, ανάλογα με την πορεία της εθνικής ποιος και από ποια μεριά θα “θυμηθεί” το θέμα αυτό.