Η Ελλάδα έχασε από την Ισπανία και για πρώτη φορά από το 2001 δεν μπόρεσε να μπει σε οκτάδα διεθνούς τουρνουά, όπου ήδη προχώρησε η Σερβία, ενώ την Κυριακή αναμένεται να το κάνει και η Τουρκία που παίζει με τους Γάλλους. Η ομάδα φέτος έμοιαζε σε όλους τους επίσημους αγώνες της κορεσμένη και κουρασμένη, ενώ ο Γιόνας Καζλάουσκας δεν τη βοήθησε καθόλου. Αντιθέτως, στις πιο σημαντικές στιγμές ήταν σαν να την υπονόμευε και έδειχνε εκτός τόπου και χρόνου. Όμως, τι έφταιξε για την εικόνα της Ελλάδας φέτος και… πού στεκόμαστε τώρα;
Το ροτέισον, η περιφέρεια και ο τρόπος παιχνιδιού της ομάδας
Το ροτέισον του Καζλάουσκας έγινε το… αστείο του τουρνουά, με αποκορύφωμα το νοκ άουτ παιχνίδι που η Ελλάδα έπαιξε με 6 παίκτες να έχουν συμμετοχή πάνω από 10 λεπτά. Σε κανένα σημείο δεν έδειξε ικανός να πάρει το 100% από τους παίκτες που είχε στη διάθεσή του, εκτός ίσως από τον Σοφοκλή Σχορτσανίτη.
Η μεγάλη δύναμη της ομάδας, η περιφέρεια, ήταν φέτος η πιο προβληματική της γραμμή, αφού οι αλλαγές ήταν λίγες και φοβισμένες, η άμυνα μέτρια και οι παίκτες κρατούσαν ενέργεια στην άμυνα για την επίθεση, προσπαθώντας να προστατεύσουν τους εαυτούς τους. Καμία σχέση με την περίοδο Γιαννάκη, όταν η άμυνα της εθνικής ήταν η καλύτερη στον κόσμο και η ενέργειά της στο παρκέ απίστευτη. Οι παίκτες είναι οι ίδιοι, οπότε αυτό πιστώνεται αποκλειστικά στον Καζλάουσκας.
Ο τρόπος παιχνιδιού της ομάδας δεν έβγαζε κανένα απολύτως νόημα. Όσα είχαμε δει στα φιλικά, με τους παίκτες να παίζουν γρήγορα, να τρέχουν, να πιέζουν, να παγιδεύουν τον αντίπαλο και να βρίσκουν εύκολα το ελεύθερο σουτ και την καλή επιλογή, εξαφανίστηκαν. Η ομάδα έγινε αργή και στατική και όσο περνούσε χρόνος στη διοργάνωση ήταν και χειρότερα. Οι παίκτες έβγαιναν όλο και λιγότερο αλλαγή, κουράζονταν πιο εύκολα και υποσυνείδητα προσπαθούσαν να κρατήσουν δυνάμεις και να προφυλάξουν τους εαυτούς τους.
Όπως φάνηκε σε όλα τα ματς της ομάδας, η καταπολέμηση της ζώνης δεν είχε δουλευτεί καθόλου, αφού η μπάλα σπάνια περνούσε στη ρακέτα, κίνηση και κοψίματα δεν υπήρχαν και όλα τα ντράιβ κατέληγαν σε στατικά τρίποντα από την περιφέρεια. Η Ελλάδα έπαιζε μπάσκετ περασμένης εποχής, με συνθήκες περασμένης εποχής (αλλαγές σε συχνότητα δεκαετίας ‘90).
Η ψυχολογία
Οι παίκτες δεν έμοιαζαν να έχουν ψυχολογία, ενώ το περίφημο κλίμα της ομάδας (που τόσα χρόνια κύκλοι της ομοσπονδίας προσπαθούσαν να μας πείσουν ότι το χαλάει ο Παπαλουκάς με τον Παπαδόπουλο) ήταν τόσο άσχημο, που οι παίκτες της Ελλάδας «αρπάζονταν» και νευρίαζαν με το παραμικρό, ψάχνοντας για καυγά. Τα όσα απαράδεκτα του φιλικού με τους Σέρβους αποδείχτηκε ότι στοίχισαν στην ομάδα πολύ περισσότερο απ’ όσο περίμενε και η ίδια.
Το κλίμα καταστράφηκε, τα καραγκιοζιλίκια της ΕΟΚ με τις τιμωρίες και τις εκθέσεις, τις ενστάσεις, τις εφέσεις και το «κρυφτούλι» επέστρεψαν μπούμερανγκ στην ομάδα (δυστυχώς το είχαμε πει τότε, όταν στα περισσότερα μέσα επικρατούσε… εθνικιστική έκρηξη και… «αντισερβισμός»). Οι αστειότητες παικτών και εφημερίδων με προσπάθεια ανάδειξης της κόντρας Ολυμπιακού-Παναθηναϊκού και Ελλήνων-Ξένων μέσα από τη σύρραξη διέλυσαν την ψυχολογία, την ηρεμία και το δέσιμο της ομάδας, που στο τουρνουά απλά έσερνε το σαρκίο της.
Ο ρόλος του Καζλάουσκας
Σε όλα αυτά ο Καζλάουσκας έπαιζε το ρόλο του φερέφωνου της Ομοσπονδίας, από το θέμα Παπαλουκά, όταν δεν τόλμησε να ορθώσει ανάστημα, ως όφειλε, αφού αυτός τον ήθελε στην ομάδα, μέχρι τις δηλώσεις του μετά το φιλικό με τη Σερβία, όταν και μίλησε για «κακούς Σέρβους» και «καλούς Έλληνες», αντί να κοιτάξει να μαζέψει τους παίκτες του και να σκοτώσει το «ζιζάνιο» που έτρωγε την ομάδα του. Αντί να αντιμετωπίσει με πυγμή το θέμα, το έκρυψε και το κάλυψε, αλλά το κουφάρι βρώμισε και το βρήκε μπροστά του. Και αυτά τα λέγαμε από τότε, ότι για χάρη της ομάδας έπρεπε να αποκλειστούν όλοι οι υπεύθυνοι των επεισοδίων και να σωθεί το κλίμα και η ηρεμία των παικτών. Τότε δεν έγινε τίποτα, μετά το ματς με την Ισπανία ο Καζλάουσκας άφησε αιχμές για πολλούς και πολλά, Ομοσπονδία και λοιπούς, ανέφερε και το θέμα του φιλικού, αλλά κανείς δεν του φταίει, καθώς μόνος του έβγαλε τα μάτια του με τη στάση που επέλεξε να έχει εξαρχής και το ρόλο που διάλεξε.
Για το ροτέισον δεν έχει νόημα να επεκταθούμε. Εδώ τα γράφαμε από πέρσι, όταν η κατάσταση ήταν εξίσου γελοία, αλλά φέτος έφτασε στο απροχώρητο, παρότι το ρόστερ ήταν θεωρητικά καλύτερο. Θεωρητικά πάντα, η Ελλάδα είχε φέτος το καλύτερο ρόστερ όλων των εποχών. Παίκτες-αστέρες και σε τέλεια ηλικία, ρόστερ γεμάτο. Όμως, απέτυχε παταγωδώς.
Περί Γιαννάκη και επιτυχίας
Πριν από 2 χρόνια, η επίσημη δικαιολογία απομάκρυνσης του Παναγιώτη Γιαννάκη από τον πάγκο ήταν ότι η «πετυχημένη συνταγή χάλασε» με τον αποκλεισμό από την τετράδα των Ολυμπιακών Αγώνων και την 5η θέση. Ο Γιαννάκης μετά από μια ονειρεμένη πορεία 5 χρόνων αποκλείστηκε στα προημιτελικά από τη χρυσή Ολυμπιονίκη του 2004 στο σουτ και κρίθηκε αποτυχημένος (βέβαια οι πραγματικοί λόγοι ανάγονται στην ελληνική οπαδική καφρίλα και τον κομπλεξισμό του Έλληνα). Ο Γιαννάκης είχε απολυθεί από την εθνική ως αποτυχημένος και μετά το 1998, πάλι ως αποτυχημένος, επειδή η εθνική είχε τερματίσει 4η στο Μουντομπάσκετ της Αθήνας.
Μετά, η Ελλάδα πέρασε 4 «πέτρινα» χρόνια, που έπεσε στην αφάνεια και τον πάτο της μπασκετικής συνείδησης του κόσμου, για να έρθει και πάλι ο Γιαννάκης και να την κάνει να ξανανιώσει και να έχει τα πιο επιτυχημένα χρόνια της ιστορίας της. Τώρα, ο Γιαννάκης φεύγει ξανά ως αποτυχημένος επειδή τερμάτισε 5ος και ο διάδοχός του βγάζει την Ελλάδα εκτός οκτάδας, στέλνοντάς την 10 χρόνια πίσω, θυμίζοντας σε όλους μας τις μαύρες στιγμές του 1999 και του 2001. Όταν ο Γιαννάκης έφυγε από την ομάδα είχα πει ξεκάθαρα ότι ήταν τεράστιο λάθος η απομάκρυνσή του και ότι η Ελλάδα θα το πληρώσει σκληρά. Δικαιώθηκα 2 χρόνια αργότερα με το χειρότερο τρόπο, αφού μια ομάδα μοντέλο και πρότυπο έμοιαζε με φάντασμα και παράδειγμα προς αποφυγή και ντροπιάστηκε και ξεγυμνώθηκε τελείως στο φετινό τουρνουά.
Όσοι τότε μέσα στον γενικότερο παραλογισμό έλεγαν… «έκλεισε ο κύκλος του Γιαννάκη» τώρα… χωνεύουν τις γλώσσες τους, που ήδη έχουν καταπιεί και βλέπουν ότι τελικά έχει σημασία ποιος κάθεται στον πάγκο και ότι δεν πάνε τρένο 12 παίκτες χωρίς τον κατάλληλο προπονητή. Όποιοι 12 κι αν είναι. Οι ομάδες που είχε ο Γιαννάκης ήταν χειρότερες από τη φετινή, με τους ίδιους παίκτες σε πολύ πιο πρώιμο στάδιο και λιγότερο έμπειρους απ’ ότι τώρα που είναι όλοι αστέρες του ευρωπαϊκού μπάσκετ. Εκείνη που εκτέθηκε περισσότερο από τα φετινά είναι η Ομοσπονδία, που έπεσε στην οπαδική λούμπα του ελληνικού μπάσκετ και στα καφριλίκια των συλλόγων και των διοικήσεών τους, μην προστατεύοντας τον μεγαλύτερο μπασκετικό θρύλο που έβγαλε ή θα βγάλει ποτέ η Ελλάδα (αυτό εννοείται ότι δεν είναι δικό μου, απλά ρωτήστε όποιον θέλετε, από τον Σιζέφσκι ως τον Σμιθ και από τον Μαρτσουλιόνις ως τον Ντ’ Αντόνι).
Ευθύνες και στους παίκτες
Βέβαια, οι ευθύνες δεν βαρύνουν μόνο τον Καζλάουσκας. Για την Ομοσπονδία δεν αξίζει καν να μιλήσω, κάθε χρόνο κάνει ό,τι μπορεί για να υπομονεύσει την προσπάθεια της ομάδας, αλλά εδώ και καιρό κυματοθραύστης ήταν ο Γιαννάκης (και ο Παπαδόπουλος). Όμως, μεγάλο μερίδιο ευθύνης έχουν και οι παίκτες.
Δεν τους καταλογίζω τίποτα απολύτως στο ματς με τους Ισπανούς, αφού είναι άνθρωποι και όχι μηχανές για να αντέξουν στον ίδιο ρυθμό επί 40 λεπτά με έναν προπονητή που δεν τους προστατεύει, αλλά έχουν όλη την ευθύνη για τα όσα έγιναν με τους Σέρβους. Φώτσης, Σχορτσανίτης, Τσαρτσαρης έπρεπε να έχουν αποβληθεί από την ομάδα, καθώς εκείνο το περιστατικό έγινε με δική τους ευθύνη και αποσυντόνισε τελείως την ομάδα.
Επίσης, οι παίκτες έχουν μεγάλη ευθύνη και για το ματς με τους Ρώσους. Δεν μιλάμε για 12χρονα και 15χρονα, μιλάμε για αστέρες που παίρνουν τρελά λεφτά και επιβάλλεται να έχουν προσωπικότητα (μπασκετική) και άποψη. Όποιος και να τους είπε να κάτσουν να χάσουν από τη Ρωσία είναι δική τους ευθύνη το ότι δέχτηκαν και το έκαναν. Αυτοί διασύρθηκαν, όχι μόνο ο Καζλάουσκας ή η Ομοσπονδία. Και για όσους είχαν την παραμικρή αμφιβολία ότι η Ελλάδα έκατσε κι έχασε στο ματς με τη Ρωσία, ο Διαμαντίδης μετά τους Ισπανούς είπε: «όταν είδαμε ότι δεν μπορούσαμε να πάρουμε την πρώτη θέση του ομίλου, αποφασίσαμε να κοιτάξουμε να πλασαριστούμε σε τέτοια θέση που θα μας έδινε το καλύτερο δασταύρωμα, αλλά δεν ήμασταν τυχεροί», επιβεβαιώνοντας το αυτονόητο δηλαδή και αυτό που είδαν τα μάτια όλων μας (και του Μπλατ και του Τάνιεβιτς, στους οποίους «απαντούσε» μετά ο Μπουρούσης).
Η ευθύνη, λοιπόν, βαραίνει όλους, άλλους περισσότερο, άλλους λιγότερο, για τη φετινή πορεία της ομάδας. Τα φετινά δεν «εξαφανίζουν» τις παλιότερες επιτυχίες, αλλά κι εκείνες δεν «γλυκαίνουν» τη φετινή πορεία, ούτε τη δικαιολογούν. Στάση των ρεπόρτερ της ΕΡΤ «ήμασταν πολλά χρόνια στην κορυφή, λογικό ήταν κάποια στιγμή να έρθει και η αποτυχία» είναι τουλάχιστον αστεία και ανάξια σχολιασμού και στερημένη λογικής βάσης.
Η επόμενη μέρα
Το Μουντομπάσκετ ανήκει στο παρελθόν και παρότι η Ελλάδα απέτυχε παταγωδώς, ήταν τυχερή που η αποτυχία ήρθε σε διοργάνωση που δεν «κοστίζει» σε μελλοντικά χρόνια. Το Μουντομπάσκετ σημαίνει πρόκριση μόνο για τον τροπαιούχο, ενώ οι υπόλοιποι… παραπέμπονται στο Ευρωμπάσκετ. Άρα, η Ελλάδα έχει την ευκαιρία του χρόνου να μετατρέψει τη φετινή αποτυχία σε άσχημη παρένθεση.
Ο προπονητής
Όμως, θα πρέπει να γίνουν κάποιες κινήσεις. Πρώτον, όπως είδατε και από τα παραπάνω να σκιαγραφείται εύκολα, προέχει η απομάκρυνση του Γιόνας Καζλάουσκας. Ο ίδιος δήλωσε ότι το συμβόλαιό του τελείωσε και ότι δεν πιστεύει ότι θα ανανεωθεί. Έτσι και πρέπει να γίνει. Δεν είναι ότι η Ελλάδα είχε ένα άσχημο αποτέλεσμα που την έφερε πίσω. Η φετινή ομάδα ήταν χτισμένη λάθος, αδικούσε τον εαυτό της, έπαιζε λάθος και δεν εκμεταλλευόταν το ταλέντο και τα δυνατά στοιχεία των παικτών της, όπως θα όφειλε. Αυτό είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα, το είχαμε παρατηρήσει από πέρσι, δεν βελτιώθηκε καθόλου και δεν υπάρχει νόημα να γίνει και τρίτη δοκιμή με τον ίδιο προπονητή, ο οποίος δεν μπόρεσε να επιβληθεί ούτε αγωνιστικά, ούτε στα αποδυτήρια στους παίκτες, ούτε κατάφερε να τους συσπειρώσει. Η σύγκριση με την «νωπή» ακόμη ανάμνηση της «εθνικής του Γιαννάκη» είναι αναπόφευκτη και σε κάθε της σημείο η έκβαση αρνητική προς τη φετινή ομάδα.
Ένας νέος προπονητής θα πρέπει να έρθει, αλλά ένας προπονητής που να ταιριάζει με τη φιλοσοφία της ομάδας. Δεν μπορώ να μην πω ότι ξεκάθαρα η καλύτερη λύση είναι η πιο προφανής, δηλαδή ο Παναγιώτης Γιαννάκης. Αλλά δεν πιστεύω ότι η ελληνική Ομοσπονδία θα έχει τα κότσια και τη δύναμη να παραδεχτεί το λάθος της και να τον φέρει πίσω ουσιαστικά ταπεινωμένη. Από εκεί και πέρα, αν γίνει επιλογή ξένου προπονητή θα πρέπει να ταιριάζει αγωνιστικά με το στιλ της Ελλάδας (δύσκολο, είναι λίγοι όσοι ταιριάζουν στο μοντέλο αυτό), ενώ αν επιλεγεί Έλληνας προπονητής πλην του Γιαννάκη, πάλι η επιλογή θα πρέπει να είναι προσεκτική και από περιορισμένο αριθμό υποψηφίων που πληρούν κάποια κριτήρια.
Η ανανέωση σε παίκτες
Σε αντίθεση με το γενικότερο κλίμα που επικρατεί στα μέσα, εμείς θα επικροτήσουμε την κίνηση Διαμαντίδη να δηλώσει την αποχώρησή του από την εθνική. Ίσως το τάιμινγκ να ήταν λάθος, πέντε λεπτά μετά την ήττα και τον αποκλεισμό, αλλά αυτά αφορούν μόνο το «φαίνεσθαι» και όχι την ουσία.
Η ομάδα φέτος «φώναζε» από μακριά ότι θέλει ανανέωση και ότι είναι κορεσμένη (και ο τρόπος που τη χειρίστηκε ο προπονητής το έκανε ακόμη πιο κραυγαλέο). Χρειάζεται ανανέωση και αυτό φάνηκε φέτος. Από πίσω υπάρχουν πολλοί καλοί παίκτες που περιμένουν ευκαιρίες και τις αξίζουν, όντες διψασμένοι για επιτυχίες και διάκριση. Εδώ και τρία χρόνια μιλάμε για «χρυσή γενιά» εφήβων και ελπίδων. Αυτή είναι η επόμενη μέρα, μαζί με τους περισσότερους από την τωρινή ομάδα.
Ο Διαμαντίδης ένιωσε κουρασμένος (φαίνεται έντονα αυτό άλλωστε εδώ και 1,5 χρόνο και είχαμε γράψει σχετικά), κορεσμένος, χωρίς κίνητρο και διάθεση και καλά έκανε και δήλωσε ότι αποχωρεί (όπως είχε κάνει παλιότερα και ο Χατζηβρέττας πάλι στο καλύτερο τάιμινγκ). Έχει προσφέρει πάρα πολλά και αυτά πρέπει να μείνουν, δικαίωμά του είναι το πότε θα αποχωρήσει από την εθνική. Μαζί του, ο κύκλος της εθνικής θα πρέπει να κλείσει και για τον Παπαλουκά και τον Τσαρτσαρή, με τον Φώτση να είναι ερωτηματικό.
Μαζί με τους Καλάθη, Ζήση, Σπανούλη, Περπέρογλου, Σχορτσανίτη, Μπουρούση, Πρίντεζη, Βουγιούκα, Καϊμακόγλου, υπάρχουν ακόμη οι Μαυροειδής, Κουφός, Παππάς, Σλούκας, Π. Καλάθης, Χρυσικόπουλος, Παπανικολάου, Βασιλειάδης, Μαυροκεφαλίδης, Βασιλόπουλος, που μπορούν να αποτελέσουν μια πάρα πολύ δυνατή «μαγιά» για τα επόμενα χρόνια, με όσες προσθήκες από τους «μικρούς» υπάρξουν (ταλέντο υπάρχει πολύ σε παίκτες όπως οι Μπόγρης, Γιάνκοβιτς, Βεργίνης, Γιαννόπουλος, Κατσίβελης, Μάντζαρης, Κασελάκης, Σαρικόπουλος, Καραθανάσης, κ.α.) και όσες ευχάριστες εκπλήξεις-εκρήξεις έρθουν από την Α1 για να μείνει η Ελλάδα στο προσκήνιο για πολλά χρόνια, ανανεωμένη και «διψασμένη».
Δεν χρειάζεται να μείνει η Ελλάδα στην αφάνεια και το σκοτάδι και να περάσει άλλη μια μαύρη περίοδο. Ο ήλιος είναι ήδη εδώ. Η επόμενη ημέρα ανατέλλει. Αρκεί η Ελλάδα να μην της γυρίσει την πλάτη και να φανεί τολμηρή και συνεπής στο ραντεβού. Όπως έκανε το 2005 με τον Γιαννάκη στο τιμόνι της…
Νίκος Κουσούλης