Ψιλοχαθήκαμε για λίγες μέρες, αλλά το μπλογκ παραμένει ζωντανό – το αυτό επιθυμούμε και για τον Παναθηναϊκό που μετά από ένα-δυο στραβά αποτελέσματα βρίσκεται σε κρίσιμο σημείο και χρειάζεται επειγόντως ανάσα. Στις δύο εβδομάδες που πέρασαν είχαμε την ευκαιρία μέσα από τα παιχνίδια να δούμε την καλή, αλλά και την ανάποδη πλευρά των πραγμάτων. Με σοβαρές εμφανίσεις και νίκες με Ολίμπια και Ρέθυμνο, ξενέρωμα στη Κωνσταντινούπολη από τη Φενέρ των «δικών μας παιδιών» και -κερασάκι στην τούρτα- το χαστούκι από τον Ίκαρο. Κατόπιν αυτών, έχουμε κατά 90% χάσει την πρωτιά στην Α1 και ταυτόχρονα αγωνιούμε για την πρόκριση στο τοπ-16. Α, επίσης ψάχνουμε παίκτη για τη φροντλάιν (ή… περίπου), καθώς ο Χίλτον Άρμστρονγκ εξάντλησε ανεπιτυχώς όλες τις ευκαιρίες που έλαβε.
Στην αγορά
Να ξεκινήσουμε με το τελευταίο που είναι και το πιο πιασάρικο, αφού ο Αμερικανός (κάτι σαν) σέντερ έβγαλε πολύ γέλιο στο δίμηνο που πέρασε με την ομάδα. Δεν θέλω να σκέφτομαι πού θα βρισκόμασταν τώρα, αν δεν είχε στο μεταξύ αποκτηθεί ο Λάσμε που κέρδισε αμέσως το 50% του χρόνου στο «5» και είναι ήδη σημείο αναφοράς στο παιχνίδι μας (for better or for worse). O Χίλτον πάλι, δεν κατάφερε ποτέ να μας δείξει κάτι ελπιδοφόρο, έτσι όπως περιφερόταν στο παρκέ σαν κοιμισμένος. Δικαίως τον στέλνουν στο καλό, αλλά το ρόστερ θέλει συμπλήρωση. Στο εξής το «5» θα καλύπτεται εφεδρικώς από τους Τσαρτσαρή-Σκορδίλη, αυτό όμως προϋποθέτει λύσεις στο «4» και λογικά εκεί θα αποκτηθεί παίκτης, άσχετα αν έχει γίνει πια σαφές ότι τα λεφτά είναι λίγα και μάλλον θα χρειαστεί να κυνηγήσουμε κάποιο «λαχείο».
4άρι ή κάτι άλλο;
Σύμφωνα με την κυρίαρχη σχολή σκέψης το ζητούμενο είναι ένα αθλητικό 4άρι που να μπορεί να καλύψει χώρους και να αλλάζει παίκτες στην άμυνα, ενώ θέλουμε να έχει και καλό εξωτερικό σουτ. Ταυτόχρονα, πρέπει να είναι και «σκεπτόμενος» (για να αντεπεξέλθει στο μπάσκετ που προσπαθούμε να παίξουμε), να είναι και φτηνός (διότι δεν υπάρχει η σχετική άνεση). Δύσκολα πράγματα αυτό τον καιρό. Ήλπιζα ότι θα μπορούσαμε να το σύρουμε μέχρι τον Γενάρη, αλλά πραγματικά ο Χίλτον δεν βλεπόταν με τίποτα. (και δεν είναι ο μόνος…)
Πλέον δεν ξέρω αν οι εναπομείναντες μπορούν να την βγάλουν καθαρή ως το τοπ-16. (Για την Α1, δεν με νοιάζει καθόλου, ας ξαναχάσουμε, το πουλάκι έχει πια πετάξει και καλύτερα να ξεαγχωθούμε, περιμένοντας τα πλέι-οφ.) Ήδη βλέπουμε τους στυλοβάτες (Διαμαντίδη, Τσαρτσαρή και Σοφοκλή) να παρουσιάζουν σημάδια κούρασης. Ίσως τα πράγματα θα λειτουργούσαν καλύτερα αν φέρναμε μια επιπλέον μονάδα στην περιφέρεια και ανέβαινε για κάμποσο χρόνο στο «4» ο Μασιούλις που έχει πολύ δυνατό κορμί και μπορεί να απειλεί με αξιοπιστία από μακριά.
Ανισότητες
Θεωρώ ότι το πρόβλημα στην περιφέρεια είναι πιο καίριο και πιο καταστροφικό. Σε αυτή τη φάση της καριέρας του ο Διαμαντίδης δεν μπορεί πια να είναι αυτός που υποστηρίζει το άλλο γκαρντ. Αντίθετα, είναι ο ίδιος που χρειάζεται παίκτη υποστήριξης, κάτι που προφανώς δεν μπορεί να κάνει ο Ούκιτς. Ο ρόλος υποτίθεται ότι είχε ανατεθεί στον Κίτσεν (προσωπικά τον φανταζόμουν κάτι σαν Τζαμόν Λούκας Γκόρντον, αλλά μπα…) που θεωρητικά έχει τα προσόντα να «δέσει» το backcourt, αλλά έχει και κραυγαλέες επιθετικές αδυναμίες (μηδέν τρίποντο, διστακτικός προς το καλάθι) ή τουλάχιστον αυτό δείχνει ως τώρα. Το θέμα είναι ότι με το να τον περνάμε μέσα αλλαγή και χωρίς σαφή ρόλο (όπως έγινε με Φενέρ), κανένα κέρδος δεν προκύπτει. Πρέπει ο παίκτης να πέσει στα βαθιά, να ξεκινάει κάθε βράδυ βασικός (κατά προτίμηση με τον Διαμαντίδη) και ο Ούκιτς να έρχεται από τον πάγκο, για σκορ με προσωπικές ενέργειες.
Η τρύπα
Κάτι που με ενοχλεί στο παιχνίδι του Κροάτη είναι το γεγονός ότι η signature move του δεν καταλήγει σε σουτ υψηλής ευστοχίας. Η αγαπημένη του κίνηση είναι ένα «περίτεχνο» drive που είτε βασίζεται στην αλλαγή κατεύθυνσης, είτε σε κάποια περιστροφική κίνηση, σχεδόν πάντα όμως καταλήγει σε σουτάκι με το ένα χέρι από τα 3 μέτρα. Μπορεί ο παίκτης να το έχει κάνει ένα εκατομμύριο φορές στη ζωή του, αλλά ως σουτ είναι πάντα επισφαλές και δεν μπορούμε να περιμένουμε ότι ο Ούκιτς θα το πετυχαίνει π.χ. 4 φορές σε κάθε ματς. Διότι, έτσι όπως είναι τώρα η κατάσταση με την επιθετική μας συγκομιδή, πρέπει να παίρνουμε κάθε βράδυ τουλάχιστον 8 πόντους από δικές του καθαρά ατομικές ενέργειες (και με αξιοπρεπή ποσοστά ευστοχίες, προφανώς). Μέχρι τώρα βλέπω πολλές φορές τον Ούκιτς να προσπαθεί να μιμηθεί τον Μήτσο (πολλά σπλιτ άουτ με πάσα… εν πτήσει), κάτι που σίγουρα δεν τον κολακεύει. Είναι άλλα αυτά που μπορεί να κάνει και πρέπει να ευνοηθεί από το παιχνίδι της ομάδας (λ.χ. να ανοίγαμε λίγο το ρυθμό;), για να τα δείξει.
Μπέρδεμα
Γενικότερα, η συγκρότηση του ρόστερ είναι κάπως αλλοπρόσαλλη. Έχουμε γκαρντ που παίζουν με την μπάλα, ψιλοδημιουργούν, αλλά δεν σουτάρουν καθόλου (πλην Μήτσου, εννοείται). Έχουμε τριάρια που μόνο σουτάρουν, αλλά δεν δημιουργούν καθόλου. (Άχρηστος ο Περπέρογλου, κατά τα άλλα…). Στα πρώτα παιχνίδια φάνηκε ότι το κενό για την ώρα θα καλυφθεί από τους Τσαρτσαρή-Πάνκο που μπορούν να φτιάξουν καταστάσεις από το high post, όμως στη συνέχεια ο μεν πρώτος τα έφτυσε, ο δεύτερος έχει μεγάλα σκαμπανεβάσματα, ακόμα και μέσα στο ίδιο ματς. Καλές ελπίδες έδωσε η παρουσία του Μασιούλης (sic) στη Λιουμπλιάνα, όπου έπαιξε κυρίως με πλάτη και είχε σούπερ αποτελέσματα. Εκεί όμως εκμεταλλεύτηκε τη σωματική του υπεροχή επί του Μπλάζιτς, κάτι που δεν θα το βρίσκει κάθε φορά (π.χ. στην Πόλη με Πρέλτζιτς-Σάτο τα βρήκε μπαστούνια).
Ο μάγκας
Για να πούμε και κάτι θετικό, η έλευση του Λάσμε έχει ανεβάσει πολύ τις προσδοκίες μου. Ομολογώ ότι ήμουν επιφυλακτικός (δεν γουστάρω τους άτεχνους παίκτες, το ομολογώ), αλλά πράγματι πρόκειται για αμυντικό τέρας. Στην άμυνα έχει impact ανάλογο ενός Διαμαντίδη στα 25 και αυτό συνιστά τεράστιο τίτλο τιμής. Το σόου της Λιουμπλιάνα θα το θυμόμαστε για χρόνια. Λίγο πάνω από τα δύο μέτρα κι όμως είναι μπλοκέρ επιπέδου Στόγιαν. Ταυτόχρονα, αλλάζει σε κάθε σκριν, μαρκάρει θαυμάσια στο ποστ και στην περιφέρεια, παλεύει σαν σκύλος στα σκριν, στα μπλοκ-άουτ, στο επιθετικό ριμπάουντ όπου επιμηκύνει πλείστες κατοχές. Θα δώσει και θέαμα, άμα λάχει, να ζεσταθεί η κερκίδα, ενώ μέχρι στιγμής δείχνει να έχει εξαιρετικό χαρακτήρα. Με την Ολίμπια έδειξε ότι κάτι κάνει και από πάσα (με διέψευσε πανηγυρικά). Γενικά, δεν θα μπορούσαμε να ζητήσουμε περισσότερα. ΟΚ, σκόρερ δεν είναι, προσωπικές φάσεις δεν έχει και το σούπερ high energy παιχνίδι του μερικές φορές κοστίζει σε άσκοπα φάουλ. Ουδείς τέλειος.
Το κλειδί
Όπως φάνηκε στα παιχνίδια που προηγήθηκαν, βασίζουμε πολλά στο καλό μακρινό σουτ που μέχρι στιγμής αναδεικνύεται σε λυδία λίθο, είτε στηριζόμαστε στο post-up, είτε στο PnR. Όταν τα τρίποντα μπαίνουν, όλα πάνε πρίμα. Όταν βρίσκουμε σίδερο, το παιχνίδι κολλάει. Έτσι ήρθαν οι κακές ήττες (Ολυμπιακός, Φενέρ, Ίκαρος). Παράλληλα, και στα τρία αυτά παιχνίδια είδαμε τον αντίπαλο να μας σκοτώνει, βάζοντας τα μεγάλα σουτ. Δεν μπορεί να είναι εντελώς συμπτωματικό.
Σε γενικές γραμμές η άμυνά μας λειτουργεί πιο παθητικά σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια. Δεν κλέβουμε πολλές μπάλες (πέρσι τέτοια εποχή γινόταν χαμός), ενώ δεν καταφέρνουμε να αποφύγουμε τα ελεύθερα τρίποντα (κυρίως από τις γωνίες). Αυτό έχει και τη θετική του πλευρά που είναι η άκρως κυριαρχική εικόνα που βγάζουμε στον τομέα ριμπάουντ – το μόνο τμήμα του παιχνιδιού που έχουμε σαφή και μεγάλη βελτίωση σε σχέση με πέρυσι.
Που ‘ναι η μπάλα
Στην άλλη πλευρά του γηπέδου, το πιο χοντρό μειονέκτημα είναι τα λάθη: δεν θυμάμαι άλλη χρονιά να είναι ο Παναθηναϊκός μακράν πρώτος σε αυτό το στατιστικό. Εντούτοις, η επίθεσή μας παραμένει αποδοτική (4η στην Ευρωλίγκα με 103,7 πόντους ανά 100 κατοχές), λόγω των πολλών ασίστ (καθαρά πρώτοι). Αυτό το στατιστικό μοιάζει να κοντράρει με αυτό που γράφω παραπάνω περί αδυναμίας δημιουργίας των κοντών, αλλά η πραγματικότητα είναι διαφορετική. Έχουμε ένα ρόστερ στο οποίο σπανίζουν οι καθαρόαιμοι δημιουργοί (ουσιαστικά πρόκειται για τον εξής έναν, τον ΔΔ), αλλά η επιθετική στρατηγική είναι στημένη έτσι ώστε το σουτ να βγαίνει από ομαδική συνεργατική δουλειά κι έτσι έχουμε άνω του 60% των καλαθιών μας να προκύπτουν από ασίστ! Πού να μειώνονταν και τα λάθη! Αυτό που μας λείπει είναι το κάτι παραπάνω, η προσωπική φάση (για καλάθι ή για ασίστ) που είναι απαραίτητη, αν στοχεύουμε σε νίκες υπέρβασης. Μέχρι στιγμής, τέτοια στοιχεία έχουμε δει μόνο από τον Πάνκο στο ματς με την Καντού, αλλά δεν υπήρξε συνέχεια.
Και ολίγο preview
Με την Κίμκι, απόψε, η κατάσταση είναι 110% must win: η Καντού έχει νικήσει τους Ρώσους και αν εμείς δεν τα καταφέρουμε θα έχουμε μειονέκτημα έναντι των Ιταλών που δείχνουν και φέτος να έχουν σούπερ έδρα (σάρωσαν και τη φιλοδοξη Φενέρ). Οι Μοσχοβίτες δείχνουν να τα πάνε καλύτερα στην έδρα τους, αλλά θα τα δώσουν όλα στο ΟΑΚΑ όπου η νίκη θα είναι γι’ αυτούς μισή πρόκριση. Μοιάζουν μ’ εμάς ως προς την ομαδικότητα, αλλά έχουν εντελώς διαφορετικά στημένο ρόστερ. Το χαρακτηριστικό τους είναι η ψηλή, κλασική φροντλάιν (όλοι άνω του 2,08, κανένας σουτέρ). Όλοι τους οι ψηλοί μπορούν να παίξουν με πλάτη, να πασάρουν καλά και να πετύχουν σουτάκια από τα 4 μέτρα, είναι όμως κάπως αργοί και θα πρέπει να τους φθείρουμε μέσω του πικ εν ρολ. Από την άλλη θα είναι ένα στοίχημα το πόσο θα αντέξουμε στα ποσταρίσματά τους (από κορμιά ψιλοπάσχουμε).
Οι πεντάδες τους θυμίζουν Εθνική επί Γιαννάκη (τρεις κοντοί, δύο ψηλοί), πράγμα που τους δίνει καλή κυκλοφορία μπάλας με λίγα λάθη (οι καλύτεροι της λίγκας), αλλά τους κρεμάει στο ριμπάουντ (οι χειρότεροι της λίγκας). Κουμάντο κάνει ο φορμαρισμένος Πλάνινιτς (περιμένω Ξανθόπουλο, Κίτσεν να τον λιώσουν στο πρέσινγκ) που παραμένει «κουλός» από μακριά, αλλά περνάει τις πιο αστραπιαίες κάθετες πάσες στην Ευρώπη (τουλάχιστον όσο δεν έχει ομάδα ο Τεό). Οι σουτέρ τους είναι βασικά τρεις (Φριτζόν και Ρίβερς στα «φτερά», Μόνια στο «3-4»), αλλά μέχρι στιγμής χτίζουν σπίτια – μακάρι και στην Αθήνα. Εκ πρώτης όψεως, χρειαζόμαστε σουτ από το «4», πικ εν ρολ με τον Λάσμε και αρκετά ποσταρίσματα πάνω στον Φριτζόν από το «2» – αντίθετα ο Ρίβερς μου φαίνεται πολύ «χτισμένος», χώρια που συνήθως ο Κουρτινάιτις τον ρίχνει στον αντίπαλο πόιντ γκαρντ!
Είναι σίγουρα ποιοτική ομάδα, με πιο σοβαρό ρόστερ από το δικό μας και μάλλον σε καλύτερη κατάσταση. Αλλά εμείς έχουμε την έδρα, τον Διαμαντίδη (ποιος Πλάνινιτς…), τον Σόφο και κυρίως το απόλυτο κίνητρο: να σηκωθούμε όρθιοι μετά από δύο σερί ήττες που μας έχουν κοστίσει πολύ. Όπως ξέρουμε από παλιά, ο χαρακτήρας μιας ομάδας σκληραίνει μέσα από τις αντιξοότητες και πρέπει οι μάγκες να κάνουν την υπέρβαση. Καταλαβαίνουν πολύ καλά ότι αν χάσουν θα παλεύουν καθαρά για την 4η θέση του ομίλου και… δε λέει. Με τίποτα.
Γιώργος Σκιάς