Ο Παναθηναϊκός κέρδισε το ντέρμπι της 14ης αγωνιστικής στην Α1, επικρατώντας μετά από ένα ακόμα μέτριο παιχνίδι του Ολυμπιακού με 58-48. Οι δύο «αιώνιοι» τείνουν να μας το κάνουν συνήθεια τον τελευταίο καιρό, το θέαμα στα μεταξύ τους παιχνίδια είναι πολλές φορές κάτω του μετρίου, η Δευτέρα δεν αποτέλεσε εξαίρεση. Εκτός από κάποιες μεμονωμένες φάσεις στην επίθεση, το θέαμα ήταν κυρίως στην αμυντική λειτουργία των ομάδων και ως εκεί. Θέαμα δύσπεπτο, εν ολίγοις.
Η νίκη αυτή ουσιαστικά τελείωσε το θέμα της πρωτιάς στην κανονική περίοδο, καθώς ο Παναθηναϊκός είναι στο 13-1, ο Ολυμπιακός στο 12-2, αλλά έχει και το -2 σε βαθμούς από την τιμωρία του, οπότε τις δύο ομάδες χωρίζουν 3 βαθμοί (27 έναντι 24 αυτή τη στιγμή). Άρα, όποιος θέλει να πάρει τίτλο φέτος θα πρέπει να κερδίσει στο ΟΑΚΑ.
Από εκεί και πέρα, όποιος κατάφερε να δει το παιχνίδι χωρίς να βαρεθεί ούτε για λίγο, μάλλον είχε μεγάλη όρεξη για μπάσκετ, αφού οι δύο ομάδες δεν μπορεί κανείς να πει ότι πρόσφεραν ένα ματς for the ages, που λένε και οι Αμερικανοί. Το 58-48 είναι λίγο καλύτερο από το… 55-45 του Ολυμπιακού στον πρώτο γύρο της Α1, με συνολικά 206 πόντους σε δύο μεταξύ τους παιχνίδια για τις δύο ομάδες. Βάλτε και το 67-59 στο Κύπελλο, κατά μέσο όρο βλέπουμε παιχνίδια που κινούνται στους 110 πόντους φέτος ανάμεσα στους δύο «αιωνίους».
Τον Παναθηναϊκό, βεβαίως, αυτό εσχάτως δεν τον πειράζει καθόλου. Για ακόμα μία φορά έφερε το ματς στα μέτρα του, εγκλώβισε τον Ολυμπιακό, όπως είχε κάνει και στο Κύπελλο, και κέρδισε αρκετά εύκολα είναι η αλήθεια, αφού δεν απειλήθηκε καθόλου στην 4η περίοδο. Μπορεί το παιχνίδι να ήταν κακό, αλλά έχει πολλά που μας έδειξε για την κατάσταση των δύο αυτή την περίοδο.
Περνώντας μια βόλτα από τη στατιστική κάρτα του αγώνα πριν συνεχίσουμε με την ανάλυση, ο Παναθηναϊκός σούταρε 48% στα δίποντα και 26% στα τρίποντα, ενώ ο Ολυμπιακός είχε 53% στα δίποντα και 13% στα τρίποντα. Τα ριμπάουντ ήταν 35-34 (11-12 τα επιθετικά), οι ασίστ 10-7, τα λάθη 16-19, τα κλεψίματα 13-6. Εν ολίγοις, ο Ολυμπιακός δεν κέρδισε κάποια από τις σημαντικές μάχες του ματς. Ίσα ίσα που έπεσε ακριβώς στην ίδια παγίδα που είχε πέσει και τον Δεκέμβρη, και ακριβώς με τον ίδιο τρόπο.
Ένα μεγάλο φάουλ θεωρώ την όλη στάση, αντιμετώπιση και λογική του Μπαρτζώκα στο ντέρμπι. Πρώτα απ’ όλα τις δηλώσεις του μετά από αυτό, εκείνες που αφορούσαν στον Σπανούλη και τον Σλούκα. Οι δικαιολογίες είναι μέσα στο πρόγραμμα για τον καθένα από εμάς, αλλά όταν είσαι προπονητής (και μάλιστα μιας τόσο μεγάλης ομάδας) θα πρέπει να ξέρεις ότι η δουλειά σου είναι να προστατεύεις τους παίκτες σου. Το τι θα πει ο Μπαρτζώκας με τον Σπανούλη, τον Σλούκα ή όποιον άλλο στα αποδυτήρια είναι δικό τους θέμα, μπορεί να τους «βρίζει» και δύο μερόνυχτα. Στον τύπο, όμως, στους οπαδούς και στις κάμερες οφείλει να προστατεύσει τους παίκτες του, να πάρει την ευθύνη πάνω του και να το κλείσει εκεί το όποιο θέμα πάει να δημιουργηθεί.
Όχι να κρυφτεί ουσιαστικά πίσω από δύο παίκτες που «δεν είναι σε καλή κατάσταση», ουσιαστικά υποδεικνύοντάς τους ως υπαίτιους της ήττας και βγάζοντας την ουρά του απ’ έξω. Αν το έκανε πέρσι, θα το προσπερνούσα ως λάθος απειρίας. Φέτος το θεωρώ απαράδεκτο για την πείρα που πια έχει, τεράστιο σφάλμα, ιδίως απέναντι σε έναν παίκτη του βεληνεκούς του Σπανούλη. Όσο άσχημα και αν παίξει ένας τέτοιος παίκτης, ως προπονητής επιβάλλεται να έχεις διαφορετική στάση στα μέσα απέναντί του. Το να κάνω εγώ ως δημοσιογράφος, ή ένας οπαδός του Ολυμπιακού, ή ένας οπαδός του Παναθηναϊκού, κριτική, αυτό είναι στην καθημερινή διάταξη, θεμιτό. Όμως, ο Μπαρτζώκας εν προκειμένω έδειξε αδυναμία χαρακτήρα εκθέτοντας τους παίκτες του, σφάλμα που για μένα δεν μπορεί να προσπεραστεί έτσι εύκολα. Και δεν μιλάω για τώρα, αλλά γενικότερα για τη λογική του ως προπονητή.
Δεν μπορείς να συζητάς στη συνέντευξη τύπου μετά από ένα ντέρμπι για τον Σπανούλη σαν να είναι 15 χρονών, να λες «ατολμος» ή όποιον άλλο χαρακτηρισμό για τον παίκτη που έχει κατορθώσει τα όσα έχει ο Σπανούλης στην καριέρα του. Αυτή είναι λογική προπονητή μικρής ομάδας, που έχει μάθει να διαχειρίζεται παίκτες πολύ μικρότερου βεληνεκούς. Και εκεί είναι λανθασμένη, πόσο μάλλον εδώ και σε έναν παίκτη όπως ο Σπανούλης. Δεν ξέρω τι προσπαθούσε να κάνει ο Μπαρτζώκας στη συνέντευξη τύπου. Να αφυπνίσει τον Ολυμπιακό επιχειρώντας να τον σοκάρει με εντελώς λανθασμένο τρόπο, να δικαιολογήσει την αδιανόητη γκέλα που έκανε στο τελευταίο επτάλεπτο του ματς από τον πάγκο, να κρυφτεί πίσω από τα λάθη των παικτών του για την ήττα;
Τα όσα είπε, βεβαίως, ο Μπαρτζώκας στη συνέντευξη τύπου δεν ήταν καθόλου διαφορετικά από τα όσα έδειξε μέσα στον αγώνα. Με τον Ολυμπιακό να κυνηγάει, με τους παίκτες του να κάνουν 4 λάθη και να έχουν 0/6 σουτ σε 10 συνεχόμενες επιθέσεις, ο Μπαρτζώκας είχε τον Σπανούλη στον πάγκο στο 4ο δεκάλεπτο, κάτι σαν κακό αστείο δηλαδή. Το 45-42 έγινε 56-42 με τον Παναθηναϊκό να λέει «ευχαριστώ» και να κερδίζει χαμογελώντας μέσα σε γιορτινή ατμόσφαιρα, με 11-0 σερί σε 6 περίπου λεπτά και τους οπαδούς του να χαίρονται δικαιολογημένα.
Θα άλλαζε ο Σπανούλης (έπαιξε 21 λεπτά και είχε 1/10 σουτ και 4 λάθη) τον ρου του παιχνιδιού, όντας σε μια πολύ κακή βραδιά; Πιθανότατα όχι. Όμως, πάντα θεωρώ ότι στο τέλος όλων των ντέρμπι βάζεις στο παρκέ το μεγάλο σου αστέρι (κρατάει την αντίπαλη άμυνα, βοηθάει ψυχολογικά την ομάδα, είναι ο πιο σημαντικός σου παίκτης, ο παίκτης των μεγάλων σουτ, των μεγάλων αγώνων, πρέπει να παίζει γιατί είναι το αστέρι σου, στο τέλος των ματς βάζεις αυτόν που ως τότε σε κάνει κάθε φορά μάγκα, γενικότερα), εκτός αν θες κάτι να αποδείξεις, κάτι που δεν έχει σχέση ούτε με το μπάσκετ, ούτε με τα αγωνιστικά. Γιατί τα αγωνιστικά τα είδαμε για τον Ολυμπιακό του Μπαρτζώκα στο ΟΑΚΑ στο τελευταίο επτάλεπτο του αγώνα. Οι παίκτες του, με τον Σπανούλη στον πάγκο, φοβούνταν να σουτάρουν και δεν μπορούσαν ούτε να πασάρουν. Εν ολίγοις, το ματς ο Ολυμπιακός το έχασε από τον Μπαρτζώκα και τα όσα παράλογα έπραξε από τον πάγκο, χωρίς να δικαιολογεί αυτό τους παίκτες και την εικόνα τους στο παρκέ.
Βασικά, είχε αρχίσει να το χάνει από τη στιγμή που ούτε σε αυτό το ματς είχε ο Μπαρτζώκας απάντηση για την άμυνα του Πεδουλάκη, που περιόρισε τον Ολυμπιακό σε μηδενικούς αιφνιδιασμούς, σε πολύ αργό τέμπο και σε παιχνίδι που ξεκάθαρα δεν του αρέσει. Και μπορεί για 30 λεπτά να στάθηκε καλά σε αυτό το παιχνίδι, αλλά στο τέλος ξεχώρισε η ομάδα που προτιμά αυτό το στιλ. Με τη μικρή βοήθεια ότι ο Μπαρτζώκας κάπου μέσα στο μυαλό του θεώρησε ότι θα… έπαιρνε πιο εύκολα το ματς με τον Σπανούλη στον πάγκο. Για να μην ξανασκοράρει από τη στιγμή που το θεώρησε, μέχρι και το τελευταίο λεπτό του αγώνα (αλλά να συνεχίσει να το θεωρεί και στη συνέντευξη τύπου, όπως αποδείχτηκε).
Και μέσα σε όλα, ο Ολυμπιακός είχε πάρει στη δωδεκάδα του τον Τζαμάριο Μουν, ο οποίος σε ματς που η ομάδα του έμεινε στους 48 πόντους, δεν πάτησε καθόλου παρκέ. Προφανώς, ο Μπαρτζώκας φοβήθηκε μήπως και με τον Μουν ο Ολυμπιακός μπορούσε να παίξει ακόμα χειρότερα απ’ ότι έπαιξε;
Τι άλλο είδαμε από τον Ολυμπιακό στο ΟΑΚΑ; Τον Λοτζέσκι να παίζει καλά, σε αντίθεση με το Κύπελλο, με 10 πόντους και 8 ριμπάουντ ήταν ο καλύτερος της ομάδας του. Τον Ολυμπιακό να επιμένει σε τρίποντα επί τριπόντων παρότι από το ξεκίνημα του αγώνα δεν μπορούσε να βάλει μακρινό σουτ και παρότι στην 3η περίοδο όταν πλησίασε κοντά στο καλάθι πέρασε μπροστά στο σκορ. Τον Σίμονς να μπαίνει, να κάνει μια τάπα, να παίρνει ένα επιθετικό ριμπάουντ, να βάζει ένα καλάθι, να κρατά σε 4 άμυνες τη ρακέτα του Ολυμπιακού άθικτη, αλλά να βγαίνει μετά από 2 λεπτά για να μπει ο Καββαδάς (εντελώς εκτός λογικής αγώνα το γεγονός ότι μπήκε δωδεκάδα στη θέση του Μπέγκιτς) και να αρχίσει να σκοράρει… ο Παναθηναϊκός.
Γενικά, αυτό που έδειξε ο Ολυμπιακός είναι ότι έχει χάσει τις ισορροπίες του, την ψυχολογία του και τη νοοτροπία που πρέπει να έχει στο παρκέ μια ομάδα που έχει πάρει 2 συνεχόμενες Ευρωλίγκες. Και με τη λέξη παρκέ εννοώ και τον πάγκο του, αφού από εκεί ξεκινούν όλα. Προφανώς κάτι χρειάζεται να αλλάξει, οι τραυματισμοί είναι μια καλή δικαιολογία, αλλά όχι επαρκής για μένα. Όχι όταν παίρνεις δύο παίκτες, όχι όταν έχεις τέτοιο ρόστερ (και προφανώς αυτή τη στιγμή δεν μπορείς να το εκμεταλλευτείς για να παίξει όπως πρέπει).
Αφήνω το στρατόπεδο του Ολυμπιακού, που θα συνεχίσει να γλείφει τις πληγές του και θα πρέπει να αναζητήσει αλλού βάλσαμο, και περνάω στον Παναθηναϊκό. Καλώς ή κακώς μετά από τέτοια παιχνίδια (και με τα όσα έχουμε δει εδώ και ένα μήνα) η συζήτηση μένει πιο πολλή ώρα στον ηττημένο, παρά στο νικητή και σε εκείνον που έδειξε τη μεγαλύτερη συνέπεια στο παρκέ.
Ο Παναθηναϊκός στο ντέρμπι επιβεβαίωσε όλα όσα δείχνει τον τελευταίο μήνα. Ότι έχει ξεπεράσει πλήρως το πολύ κακό διάστημα των αρχών της σεζόν, ότι βρίσκεται σε άνοδο, ότι έχει μάθει πια να εκμεταλλεύεται τα όπλα του και να κερδίζει αναδεικνύοντας τις αρετές τους και κάνοντάς τες κυρίαρχες στο ματς. Αυτό που έλεγα σε κάθε ματς Ευρωλίγκας, σχεδόν, στην κανονική περίοδο, αυτό είναι που έχει αλλάξει πλήρως: ο Παναθηναϊκός μπορεί να ελέγχει το ματς, το ρυθμό και τον αντίπαλο με την άμυνά του.
Έτσι του αρέσει να παίζει, έτσι τον βολεύει να παίζει με βάση τους παίκτες που έχει, αλλά και το κυριότερο, έτσι μπορεί πια και παίζει. Και σε βαθμό που να είναι σε θέση να κερδίσει τις καλύτερες ομάδες της Ευρώπης. Το ροτέισον του Πεδουλάκη παραμένει μικρό, στο ντέρμπι 4 παίκτες έπαιξαν πάνω από 24 λεπτά (Μπράμος, Κάρι, Γκιστ, Διαμαντίδης), άλλοι 3 πάνω από 19,5 (Φώτσης, Ούκιτς, Λασμ), ο Μασιούλις 11 και μετά οι 4 υπόλοιποι έπαιξαν 11 λεπτά συνολικά. Ουσιαστικά ροτέισον 8-9 παικτών, δηλαδή, με κάποιες ανάσες ή ειδικές αποστολές ανά διαστήματα, περισσότερο για ξεκούραση ή λόγω προβλημάτων με φάουλ.
Κακό; Όχι απαραίτητα, μόνο στη λογική ότι μπορεί να φορτωθούν με κούραση νωρίτερα στη σεζόν οι παίκτες του (ιδίως οι πιο επιβαρυμένοι όπως ο Μπράμος, ο Μασιούλις, ο Ούκιτς, ο Φώτσης). Απ’ την άλλη, με αυτή τη λογική ο Παναθηναϊκός έχει δείξει ότι ξέρει πια ποιος είναι, πού πατάει, και πιστεύει στον εαυτό του, τις δυνάμεις του και τις δυνατότητές του.
Στο ντέρμπι εγκλώβισε τον Ολυμπιακό, χαρακτηριστικό είναι ότι ο Ολυμπιακός σε καμία περίοδο δεν έβαλε πάνω από 13 πόντους (για την ακρίβεια 12, 13, 12 και 11) και έφερε το ματς στα μέτρα του. Στο ρυθμό αυτόν, αυτομάτως γίνεται φαβορί, φαίνεται άλλωστε αυτό και από το πόσο εύκολα κερδίζει τον τελευταίο καιρό τα παιχνίδια στο τέλος, όταν καταφέρνει να τα κρατά στο ρυθμό που θέλει.
Έκανε πολλά λάθη, αλλά ανάγκασε τον Ολυμπιακό σε περισσότερα, είχε 13 κλεψίματα με πολύ επιθετική άμυνα, ισορρόπησε τα ριμπάουντ στην επανάληψη, ενώ άφησε τα μακρινά σουτ στον Ολυμπιακό και δικαιώθηκε. Ο Γκιστ ήταν αρκετά καλός, ο Κάρι με τον Μπράμο θεωρώ ότι έκαναν τη διαφορά, ενώ ο Διαμαντίδης έκανε ένα γεμάτο παιχνίδι παρά την αστοχία του (3/12 σουτ και 4 λάθη, αλλά 4 ριμπάουντ και 5 ασίστ με 3 κλεψίματα).
Ο Πεδουλάκης νιώθει ξεκάθαρα πιο άνετα, πατάει πολύ καλύτερα στα πόδια του όπως έχει πλέον στήσει τα κομμάτια του παζλ, αυτό κάνει τον Παναθηναϊκό να δείχνει στο παρκέ ότι νιώθει κι αυτός πολύ άνετα. Οι παίκτες ξέρουν τι να περιμένουν αγωνιστικά, έχουν βρει τρόπο να αντιδρούν σε ό,τι συμβαίνει, έχουν αναπτύξει άμυνες και αντιστάσεις και έχουν στήσει πιο γερές βάσεις στο οικοδόμημα. Και, μάλιστα, στο πιο κατάλληλο σημείο της σεζόν.
Βέβαια, αυτό έχει και ένα αρνητικό, ότι οι νέοι παίκτες (πλην Φώτση, που έχει προσαρμοστεί σε νέο ρόλο λόγω της αδιαμφισβήτητης κλάσης του) έχουν περάσει σε δεύτερη μοίρα. Ο Γιάνκοβιτς είναι μόνο περαστικός από το παρκέ, ο Παππάς έχει χάσει το ρόλο που είχε στις αρχές, ενώ από τον Μαυροκεφαλίδη ο Πεδουλάκης δείχνει να περιμένει πράγματα που δεν μπορεί να του δώσει. Αυτό είναι ένα θέμα, που φάνηκε και στο ντέρμπι, οι τρεις τους (με πιο χαρακτηριστική περίπτωση αυτή του Παππά) δείχνουν αμήχανοι αγωνιστικά και εκτός κλίματος, ενώ στην περίπτωση του Μαυροκεφαλίδη, είναι δεδομένο το τι μπορεί να δώσει και σε ποιους τομείς, οπότε δεν ξέρω αν θα αλλάξει η κατάσταση. Ίσως ο Πεδουλάκης τον πήρε με λάθος βλέψεις και σχέδια στο μυαλό του, ίσως δεν του βγήκε το αγωνιστικό στιλ που ήθελε να παίξουν οι υπόλοιποι με τον Μαυροκεφαλίδη στην πεντάδα. Σε κάθε περίπτωση είναι ένα πάρα πολύ ισχυρό όπλο επιθετικά, το οποίο προς το παρόν χαραμίζεται (όπως και ο Παππάς, αλλά και ο Γιάνκοβιτς, για τον οποίο θεωρώ ότι το λάθος ήταν και των δύο πλευρών και ότι θα έπρεπε να είναι δανεικός κάπου φέτος αφού κανείς δεν τον υπολόγιζε).
Η συζήτηση ξέφυγε αρκετά από το ντέρμπι, αλλά είναι εν μέρει λογικό. Στο ματς στο ΟΑΚΑ δεν είδαμε από τον Παναθηναϊκό κάτι διαφορετικό από τα όσα έχει δείξει τον τελευταίο μήνα στην Ευρωλίγκα, αλλά ούτε και κάτι ανησυχητικό. Ακόμα και την αδιαθεσία του Λασμ διαχειρίστηκε καλά, τα φάουλ του Διαμαντίδη, ή και την αστοχία από το τρίποντο, αφού είχε αναγκάσει τον Ολυμπιακό να παίζει το παιχνίδι του.
Το τελευταίο «αιώνιο» ντέρμπι της κανονικής περιόδου της Α1 τελείωσε, οι δυο τους τα έχουν μοιράσει όλα ως τώρα (1-1 και +10 το κάθε ματς), με τη σκυτάλη να παίρνει η Ευρωλίγκα. Το ντέρμπι της Δευτέρας, ουσιαστικά αδιάφορο βαθμολογικά και με μικρή σημασιολογική βαρύτητα μέσα στη σεζόν, σήμανε ότι μέχρι την πρώτη μάχη σε ευρωπαϊκό φόντο, ορόσημο χρονικά και αγωνιστικά θα συνεχίσει να είναι το παιχνίδι Κυπέλλου και για τους δύο. Όποιος θέλει μια ακόμα επιβεβαίωση, ή να ξορκίσει κάποιους δαίμονες, θα πρέπει να περιμένει ως τις 20 Φλεβάρη. Ως τότε, αμφότεροι θα πρέπει να δείξουν συνεπείς στις υπόλοιπες υποχρεώσεις τους στην Ευρωλίγκα.
Νίκος Κουσούλης