Δημοσιεύτηκε στις 2 Μαΐου 2009
Ο Παναθηναϊκός κέρδισε τον Ολυμπιακό με ένα καλάθι διαφορά και κοιτώντας κανείς ψύχραιμα το παιχνίδι θα βρει πολλά θετικά και αρνητικά στοιχεία για τις δύο ομάδες για να αναλύσει, αλλά η ουσία έγκειται τελικά, ουσιαστικά σε ένα μόνο σημείο: σε ένα σουτ. Ήταν ένα συγκλονιστικό ματς με τους «πράσινους» να δημιουργούν αρκετές φορές τις προϋποθέσεις για να χτίσουν μία διαφορά αλλά τους «ερυθρολεύκους» να έχουν πάντα απάντηση και μάλιστα αρκετά σύντομα.
Ο Παναθηναϊκός, στην πλέον αρνητική βραδιά του Διαμαντίδη, στηρίχθηκε αποκλειστικά στους 4 παίκτες που βρέθηκαν σε πολύ καλή μέρα και επέμεινε να ακουμπάει σε αυτούς την μπάλα εμπιστευόμενος το momentum, με αποτέλεσμα να πάρει τον εντυπωσιακή απολογίσμό των 18-20 πόντων από αυτούς. Σπανούλης και Πέκοβιτς «τράβηξαν το κουπί» στο πρώτο ημίχρονο, ο Μπατίστ ανέβασε την απόδοσή του στο δεύτερο, αλλά για μία ακόμη φορά, αυτός που έκρινε ένα μεγάλο παιχνίδι ήταν ο μεγάλος γκαρντ, Σαρούνας Γιασικεβίτσιους. Ο Λιθουανός σταρ έβαλε όλα τα μεγάλα σουτ που πήρε στις κρίσιμες στιγμές, ενώ έτοιμα καλάθια ήταν οι ασίστ που μοίρασε. Χαριτολογώντας, θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχετε κουραστεί να διαβάζετε από αυτό εδώ το blog πόσο τεράστιο κεφάλαιο είναι για τον Παναθηναϊκό ο Σάρας και πόσο καθοριστικός είναι, αφού είναι ο υψηλότερης μπασκετικής αξίας παίκτης της ομάδας, αλλά κι εμείς έχουμε κουραστεί να δικαιωνόμαστε, αφού ο Γιασικεβίτσιους είναι ο παίκτης που κρίνει τους μεγάλους αγώνες.
Από την άλλη μεριά, ο Ολυμπιακός είχε έναν μεγαλύτερο πλουραλισμό στην επίθεση και μπορεί να νιώθει λίγο άτυχος που δεν είχε τον Βασιλόπουλο και που είδε τον Μπουρούση να ασθενεί την παραμονή του αγώνα και να μην καταφέρνει να πιάσει τα συνηθισμένα του στάνταρ. Είχε όμως τον Γκριρ σε μία από τις μεγάλες του βραδιές, και αλάνθαστο, στις οποίες δεν μπορεί να σταματηθεί (η αδυναμία αντιμετώπισής του ανάγλυφα αποτυπώνεται στα 11 κερδισμένα του φάουλ). Ο Βούισιτς ήταν μέτριος στο πρώτο αλλά ανέβηκε στο δεύτερο ημίχρονο, ενώ ο Παπαλουκάς, απ’ τον οποίο περίμενε περισσότερα η ομάδα του, είχε μεταπτώσεις μέσα στο ίδιο το παιχνίδι αν και έκανε τρεις συνεχόμενες προσωπικές φάσεις που γύρισαν το παιχνίδι όταν οι «πράσινο» ξέφυγαν με 8 στο τέλος. Όσο για την τελευταία φάση, τόσο εμείς ως θεατές, όσο και ο ίδιος ο Γκριρ και ο Γιαννάκης που έδωσε την εντολή, περιμέναμε ένα τρίποντο από τον Αμερικανό και αυτό φάνηκε από τη διστακτικότητά του να δώσει την πάσα παρότι είχε δύο παίκτες μπροστά του. Η τελική επιλογή, πάντως, ήταν καλή, έστω και αν ο Μπουρούσης δεν ήταν στην καλύτερή του μέρα, και ουσιαστικά ήταν ένα χαμένο κοντινό σουτ με 50% πιθανότητες να μπει.
Αυτό που μένει από τον αγώνα είναι ότι οι δύο ελληνικές ομάδες προσέφεραν πολύ υψηλού επιπέδου θέαμα στους φιλάθλους, ένα καθαρό, μπασκετικό ματς απαλλαγμένο από σκοπιμότητες, που κρίθηκε στην προσωπικότητα των μεγάλων παικτών και στο ένα σουτ. Μεγάλος νικητής σε αυτές τις λεπτομέρειες ο Παναθηναϊκός, που φυσικά θα πρέπει να εστιάσει στο σημαντικότερο στόχο, που δεν είναι ο ημιτελικός, αλλά ο τίτλος.
Στον άλλο ημιτελικό έγινε ένα πολύ ωραίο ματς με την ΤΣΣΚΑ να περνάει μπροστά για πρώτη φορά στον αγώνα στο 33 και να μην κοιτάει ποτέ ξανά πίσω. Η Μπαρτσελόνα έβγαλε πολλές λύσεις σε όλο το ματς, έμοιαζε σίγουρη για τον εαυτό της, είχε και τον Άντερσεν σε εκπληκτική ημέρα (ρεκόρ πόντων για φέτος στην Ευρωλίγκα), αλλά πανικοβλήθηκε όταν είδε τους Μοσχοβίτες να περνούν μπροστά. Το ματς κρίθηκε ακριβώς εκεί, στα μισά της 4ης περιόδου, όπου η ΤΣΣΚΑ είχε την εμπειρία για να πάρει ένα πολύ δύσκολο για αυτήν παιχνίδι.
Για να συμβεί αυτό, βέβαια, χρειάστηκε η ανυπέρβλητη κλάση του Ραμούνας Σισκάουσκας ο οποίος έβαλε 18 πόντους στην τελευταία περίοδο (!!!), κάνοντας ό,τι ήθελε στο παρκέ. Ο Λιθουανός σούπερ-σταρ ουσιαστικά έδωσε μία από τις μεγαλύτερες παραστάσεις στην ιστορία των φάιναλ-φορ (άλλωστε οι 29 πόντοι είναι η τέταρτη καλή επίδοση στην ιστορία των ημιτελικών των φάιναλ-φορ), ενώ η ομάδα του, στην κρίσιμη στιγμή απέδειξε αυτό που περιμέναμε: ότι αν βρεθεί μπροστά στο σκορ δεν είναι εύκολο να τη βάλεις από κάτω. Η Μπαρτσελόνα πλήρωσε τελικά την κακή εμφάνιση των Ιλιασόβα και Μπαζίλε και τον μειωμένο χρόνο του Ναβάρο λόγω φάουλ. Από την άλλη, ο Λάνγκτον πήρε 7 κερδισμένα φάουλ για πρώτη φορά φέτος, ενώ ο Μεσίνα πήρε πολλή δουλειά και από τον Χριάπα.
Η ουσία εδώ είναι ότι παρότι η Μπαρτσελόνα έπαιξε καλά, είχε μεγαλύτερο βάθος και τον Άντερσεν να κάνει μεγάλη εμφάνιση, η ΤΣΣΚΑ κατάφερε να πάρει τη νίκη, όχι μόνο βάζοντας το συνηθισμένο της «αυτόματο πιλότο», αλλά και γυρίζοντας ένα ματς στο οποίο κυνηγούσε για περισσότερα από 30 λεπτά, περνώντας στον τελικό στη, θεωρητικά, χειρότερη σεζόν από τις τελευταίες της με μια επίδειξη κλάσης.