Δημοσιεύτηκε στις 11 Οκτωβρίου 2009
Συνεχίζουμε το αφιέρωμα στον Μάικλ Τζόρνταν πηγαίνοντας στην αρχή, από την παιδική κι εφηβική του ηλικία, όπου γαλουχήθηκε ο τεράστιος αυτός παίκτης. Από τα σχολικά χρόνια, στον τίτλο με το Νορθ Καρολάινα το 1982, στο ντραφτ του 1984 και τους 6 τίτλους της δεκαετίας του ’90 με την καλύτερη ομάδα όλων των εποχών στο NBA, τους Μπουλς των 72 νικών. Πέντε βραβεία MVP, έξι MVP τελικών, 10 συμμετοχές στην καλύτερη πεντάδα, 9 συμμετοχές στην καλύτερη αμυντική πεντάδα και αμέτρητα άλλα βραβεία κοσμούν την καριέρα του «δια βοής καλύτερου μπασκετμπολίστα όλων των εποχών», όπως λέει το NBA, της «Αυτού Αέρινης Μεγαλειότητος» ή του «Θεού, που απόψε κατέβηκε για να παίξει μπάσκετ», του δεύτερου καλύτερου αθλητή της εκατονταετίας (πρώτος ο Μπέιμπ Ρουθ) σύμφωνα με το AP και καλύτερου όλων σύμφωνα με το ESPN.
Ο Μάικλ Τζόρνταν γεννήθηκε στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης το 1963, με την οικογένειά του να μετακομίζει στη Βόρεια Καρολίνα λίγα χρόνια αργότερα. Ο Τζόρνταν ξεκίνησε τον αθλητισμό μέσα από το μπέιζμπολ, το μπάσκετ και το αμερικάνικο ράγκμπι.
Μέχρι την εφηβική του ηλικία, ο Τζόρνταν έχει δηλώσει ότι δεν μπορούσε να κερδίσει τον μεγάλο του αδερφό στο μπάσκετ, κάτι που τον έσπρωχνε να γίνεται συνεχώς καλύτερος: «Γύρω στα 15 μου τον κέρδισα για πρώτη φορά και μετά δεν με ξανακέρδισε ποτέ». Στη δεύτερη χρονιά στο Λύκειο Λέινι ο Τζόρνταν προσπάθησε να μπει στην ομάδα μπάσκετ, αλλά κόπηκε, καθώς ήταν μόλις 1.80μ. και ο Ποπ Χέρινγκ, προπονητής τότε στην ομάδα προτίμησε τον δίμετρο Λιρόι Σμιθ (για την απίστευτη ιστορία του Σμιθ θα μιλήσουμε άλλη φορά), λέγοντας ότι ο Τζόρνταν ήταν πολύ κοντός για να παίξει στο επίπεδο αυτό, κάνοντας ίσως τη δεύτερη μεγαλύτερη γκάφα στην μπασκετική ιστορία μετά τους… Μπλέιζερς!
Ο Τζόρνταν δηλώνει ότι αυτή η κίνηση του προπονητή του, τον πείσμωσε για να παίξει καλύτερο μπάσκετ. Έγινε το αστέρι της δεύτερης ομάδας του Λυκείου, έριχνε 40άρες σε όποιον έβρισκε εκεί, πήρε 10 πόντους σε ύψος (αυτούς λόγω γονιδίων… όχι επειδή πείσμωσε). Εννοείται ότι μπήκε στην κανονική ομάδα και την τελευταία του χρονιά είχε 29.2 πόντους, 11.6 ριμπάουντ και 10.1 ασίστ, με μέσο όρο τριπλ-νταμπλ!
Έτσι κέρδισε υποτροφία στο πανεπιστήμιο του Νορθ Καρολάινα το 1981, στους περίφημους Τάρχιλς. Εκεί, την πρώτη του σεζόν αναδείχτηκε σε καλύτερο φρέσμαν της περιφέρειας Ατλάντικ 13.4 πόντους έχοντας 53% εντός παιδιάς. Ο θρυλικός Ντιν Σμιθ δεν ήθελε αστέρες στην ομάδα του και προσπαθούσε να περιορίσει τον Τζόρνταν μέσα σε πλήρως ομαδικά και μη-βεντετισμού πλαίσια, γεγονός που οδήγησε αρκετές φορές σε κόντρα τους δύο άντρες. Στην πρώτη του χρονιά ο Τζόρνταν έβαλε και το νικητήριο καλάθι στον τελικό του NCAA εναντίον του Τζορτζτάουν του Πάτρικ Γιούιν, ο οποίος για πρώτη φορά στην καριέρα του θα βίωνε αυτό που στη συνέχεια θα γινόταν… συνήθεια, τον αποκλεισμό από τον Τζόρνταν. Τη δεύτερη σεζόν είχε 20.0 πόντους, 5.5 ριμπάουντ και 1.6 ασίστ, ενώ την τρίτη 19.6 πόντους, 5.3 ριμπάουντ και 2.1 ασίστ με 55% στα σουτ. Πήρε το 1984 τα βραβεία Νέισμιθ και Γούντεν για τον καλύτερο παίκτη των Κολεγίων και τότε αποφάσισε, ένα χρόνο πρόωρα να αφήσει το κολέγιο για το επαγγελματικό μπάσκετ, δηλώνοντας συμμετοχή στο ντραφτ του 1984.
Μετά το ντραφτ ο Τζόρνταν οδήγησε την εθνική ομάδα των Η.Π.Α. στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1984 παίρνοντας το χρυσό μετάλλιο και όντας πρώτος σκόρερ της ομάδας με 17.1 πόντους, μιας ομάδας που είχε μέσα Γιούιν και Μάλιν.
Στα ντραφτ κατάφερε κι εξέθεσε την πρώτη του ομάδα στο NBA, πριν καν… παίξει αγώνα. Γιατί μπορεί οι Ρόκετς να επέλεξαν τον θρυλικό Ολάζουον στο νούμερο 1, αλλά οι Μπλέιζερς γύρισαν την πλάτη στην ιστορία τους και στο 2 επέλεξαν τον Σαμ Μπόουι που έβγαινε από το κολέγιο με 14 πόντους και 9 ριμπάουντ μέσο όρο. Ο Μπόουι δεν ήταν τόσο κακός παίκτης (έπαιξε 10 χρόνια στο NBA με μέσους όρους 11 πόντων και 8 ριμπάουντ περίπου), αλλά δυστυχώς αυτή η «κατάρα» της σύγκρισης έκανε την καριέρα του να περάσει σχεδόν απαρατήρητη και υπό συνεχή κριτική, καθώς πάντα ήταν ο παίκτης που «επιλέχτηκε πριν τον Τζόρνταν».
Οι Μπλέιζερς ήθελαν σέντερ, έχασαν τον Ολάζουον και σε κίνηση… πανικού πήραν τον Μπόουι σκεφτόμενοι ότι στη θέση του Τζόρνταν είχαν πάρει τον Ντρέξλερ το προηγούμενο καλοκαίρι. Και μπορεί ο Ντρέξλερ να ήταν παιχταράς μεγάλος, αλλά κανείς στο Πόρτλαντ δεν είχε τη διορατικότητα να δει τι περιφερειακό δίδυμο θα δημιουργούσε μαζί με τον Τζόρνταν…
Έτσι, οι Μπουλς είπαν «ευχαριστώ» και άλλαξαν όχι μόνο τη δική τους ιστορία, αλλά και ολόκληρου του μπάσκετ. Το Σικάγο θα ζούσε πια στον αστερισμό του Τζόρνταν, ή όπως είχε πει ο εκρηκτικός Μπέρναρντ Κινγκ (1ος σκόρερ του NBA το 1984-85) πριν καν αρχίσει η πρώτη χρονιά του Τζόρνταν «το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι ο κόσμος του Σικάγο πρόκειται πραγματικά να καλοπεράσει»!