Ο ΠΑΟΚ ήταν μπροστά στο σκορ σε μεγάλο διάστημα του αγώνα, όπως ας πούμε σε όλη τη δεύτερη περίοδο και σε 8 λεπτά της τρίτης, όμως στο τέλος δεν μπόρεσε να κάνει τη μεγάλη έκπληξη. Πάντως, έδειξε τρομερό χαρακτήρα, όταν ο Παναθηναϊκός γύρισε το ματς και πήρε κεφάλι στο σκορ. Οι «πράσινοι» είχαν ένα ξέσπασμα στο τέλος της τρίτης και στις αρχές της τέταρτης περιόδου κι έφτασαν τη διαφορά στο +11 υπέρ τους, αλλά ο ΠΑΟΚ κατόρθωσε μέσα σε 4:40 να «τρέξει» ένα 4-17 για να περάσει και πάλι μπροστά. Παρόλα αυτά δεν μπήκε προηγούμενος στο δίλεπτο, καθώς οι 5 καθοριστικοί πόντοι του Σπανούλη (που έκαναν το 72-74 γρήγορα 77-74) έκριναν εν πολλοίς το μομέντουμ και τον αγώνα.
Μεγάλη κουβέντα έγινε για τις τελευταίες φάσεις του ματς, για τις οποίες ουσιαστικά ο ΠΑΟΚ εξέδωσε ανακοίνωση (και για τα περισσότερα φάουλ υπέρ του Παναθηναϊκού). Στο 78-76 ο Φώτσης βγάζει την μπάλα από το καλάθι ενώ εκείνη γυρίζει στη στεφάνη μετά από χουκ του Παπαδόπουλου και φαινόταν ότι θα έμπαινε μέσα. Η φάση προκάλεσε μεγάλη αναταραχή και διαμαρτυρίες, καθώς μπορούμε να πούμε ότι έκρινε τον αγώνα, αλλά οι διαιτητές είχαν δίκιο. Με τους παλιούς κανονισμούς είναι ξεκάθαρη παράβαση, όμως, με τους καινούργιους η κίνηση του Φώτση ήταν νόμιμη. Ο νέος κανονισμός (άρθρο 32) ορίζει ότι «παρέμβαση στην μπάλα» υπάρχει (όταν εκείνη έχει χτυπήσει ταμπλό ή είναι σε κάθοδο σε σουτ πριν βρει στεφάνη) όταν η μπάλα έχει περάσει το νοητό όριο της στεφάνης προς τα κάτω και πριν αυτή μπει τελείως στο καλάθι. Πλέον, σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση η μπάλα βρίσκεται πάνω στη στεφάνη, είτε αναπηδά, είτε γυρίζει περιστροφικά, εφόσον είναι πάνω από το νοητό επίπεδο που ορίζει αυτή, μπορεί να κοπεί (αρκεί ο αμυντικός να μην αγγίξει τη στεφάνη ή το ταμπλό). Οπότε το σουτ δεν έπρεπε να μετρήσει.
Όσον αφορά την επόμενη φάση (στο 81-78) όταν ο Μονρό βγαίνει εκτός παρκέ από την πίεση του Νίκολας και η μπάλα δίνεται στον Παναθηναϊκό, αυτό ήταν λάθος σφύριγμα, καθώς ο παίκτης του ΠΑΟΚ ωθείται εκτός γηπέδου από την πίεση του Νίκολας, που τον παρεμποδίζει (εξάλλου ο Νίκολας πάει για να κάνει φάουλ) αφού τον σπρώχνει (ελαφρά είναι η αλήθεια) με το σώμα. Ο ΠΑΟΚ έπρεπε να πάρει δύο βολές (έμεναν και περίπου 8 δευτερόλεπτα) και όχι ο Παναθηναϊκός την κατοχή.
Δεν ξέρω αν αυτή η φάση έκρινε το αποτέλεσμα, πάντως στέρησε από τον ΠΑΟΚ το δικαίωμα να παλέψει για τη νίκη με μια τελευταία κατοχή κι ένα σουτ.
Μια ματιά στα στατιστικά μπορεί να μας βοηθήσει να βγάλουμε χρήσιμα συμπεράσματα. Πρώτον, η μη χρησιμοποίηση του Νικ Καλάθη μπορεί να διαβαστεί διττά. Πρώτον, σε σχέση με την επιστροφή Γιασικεβίτσιους και δεύτερον με βάση το γεγονός ότι ο Παναθηναϊκός κυνηγούσε στο σκορ πολλή ώρα και ο Ομπράντοβιτς φοβήθηκε να δώσει τα ηνία στον Καλάθη.
Απ’ την άλλη, ο ΠΑΟΚ έζησε στη βραδιά των Μονρό-Γκρέγκορι, ενώ κοντά στο καλάθι δεν πήρε βοήθεια από τον Ντρόμπνιακ. Αυτό δείχνει, όμως, τη δύναμή του, αφού ακόμη κι έτσι έφτασε ένα τόσο δύσκολο ματς στο σουτ. Η διαφορά στα ριμπάουντ είναι πάρα πολύ μεγάλη υπέρ του ΠΑΟΚ και δεν δικαιολογείται από την ευστοχία των δύο ομάδων, ο «δικέφαλος» ξεκάθαρα κέρδισε τις μάχες στη ρακέτα. Απ’ την άλλη, είχε προβλήματα από την «πράσινη» πίεση και έκανε 8 λάθη περισσότερα (χάνοντας ουσιαστικά το πλεονέκτημα από τα ριμπάουντ). Επίσης, ο Παναθηναϊκός είχε λιγότερα λάθη από κλεψίματα (ενώ ο ΠΑΟΚ είχε 12 περισσότερα λάθη από κλεψίματα), στοιχεία που έκριναν το αποτέλεσμα.
Στα Τρίκαλα, το παιχνίδι κύλησε φυσιολογικά με το Μαρούσι να κερδίζει πολύ εύκολα. Είχαμε αναφερθεί πριν λίγο καιρό στη διάθεση των Τρικάλων να πηγαίνουν τα εντός έδρας παιχνίδια τους σε πολύ ψηλό σκορ. Αυτό συνεπάγεται χαλαρότητα στην άμυνα (τις περισσότερες φορές, όχι πάντα). Απ’ την άλλη το Μαρούσι ξεκινά πάντα από την άμυνα. Αν συνδυάσουμε αυτά τα δύο, τότε έχουμε το ματς της Κυριακής. Τα Τρίκαλα θέλησαν να «τρέξουν» το παιχνίδι από την αρχή, με αποτέλεσμα να δεχτούν 26 πόντους στην πρώτη περίοδο, αλλά το Μαρούσι έπαιζε άμυνα για σεμινάριο (επέτρεψε ουσιαστικά 2 καλές επιθέσεις στις οποίες βγήκε το σύστημα στα Τρίκαλα) και το 11-26 έκρινε τον αγώνα. Μετά, που τα Τρίκαλα θέλησαν να πάνε σε πιο σκληρή άμυνα, έπαιζαν το παιχνίδι του Αμαρουσίου αλλά… με -15 στο κεφάλι, οπότε δεν μπορούσε να γυρίσει ο αγώνας… όσες ημέρες κι αν έπαιζαν.
Είδαμε την καλύτερη εμφάνιση του Χόμαν στην Ελλάδα, ενώ το Μαρούσι έφτασε τον Πανελλήνιο στο 4-2. Απ’ την άλλη, ο Ζούπαν έμοιαζε πολύ μόνος σε όλες τις μάχες, καθώς φάνηκε μικρή έλλειψη διάθεσης και πάθους από τους υπόλοιπους από τη στιγμή που το ματς ξέφυγε σε διψήφια διαφορά.