Δημοσιεύτηκε στις 11 Φεβρουαρίου 2010
Στο ΣΕΦ ο Ολυμπιακός δεν ήταν καλός, εν μέρει φυσιολογικό μετά από τόσο βαριά ήττα (υπό την έννοια της βαθμολογικής σημασίας), όπως αυτή με το Μαρούσι. Η νίκη του θα μπορούσε να χαρακτηριστεί “επαγγελματική”, παίρνοντας ένα ματς το οποίο ήλεγξε όσο χρειαζόταν στο τέλος για να το κερδίσει οριακά. Γενικώς, όλοι βρέθηκαν σε κακή βραδιά, με το αποτέλεσμα να είναι απόρροια τριών κατά βάση παικτών.
Ο Σοφοκλής Σχορτσανίτης έκανε το καλύτερό του παιχνίδι φέτος, σκοράροντας και βοηθώντας στα ριμπάουντ, αλλά πάνω απ’ όλα δείχνοντας διάθεση και στα 23 λεπτά που έπαιξε. Δεν παράτησε καμία φάση, έπαιζε με φιλότιμο και δεν ήταν αρνητικός σε κανένα σημείο του διαστήματος που αγωνίστηκε. Έπαιξε παραπάνω από τον συνήθη χρόνο του, αλλά στο τέλος έδειξε εμφανή σημάδια κόπωσης και ζήτησε ο ίδιος να τον αποσύρει ο Γιαννάκης. Αυτό δεν είναι πρόβλημα, τέτοια νοοτροπία (το να τα δίνεις όλα και να ζητάς αλλαγή όταν δεν αντέχεις) είναι επαγγελματική.
Ο Τζος Τσίλντρες αντιμετώπισε πολλά προβλήματα στην επίθεση με τους Κροάτες, αλλά από ένα σημείο και μετά έπαιζε και για τον Κλέιζα, που δεν βρήκε ρυθμό (αλλά και πάλι μπόρεσε μέσα σε 6 λεπτά προς το τέλος να βάλει 10 πόντους και να μαζέψει 3 ριμπάουντ). Ο Αμερικανός ήταν ένας από τους κύριους λόγους που ο Ολυμπιακός κυριάρχησε στα ριμπάουντ (40-23 τα “σκουπίδια”), ενώ έδωσε πολύτιμες λύσεις, ιδίως στο δεύτερο ημίχρονο.
Η ροή του αγώνα, όμως, άλλαξε όταν στο δεύτερο μέρος πέρασε στο παρκέ ο Βούισιτς. Ο Κροάτης ήταν εκπληκτικός στην επίθεση με καταπληκτικές προσπάθειες (8/10, ουσιαστικά μια χαμένη επίθεση, αφού η άλλη ανανεώθηκε και ο Κροάτης σκόραρε), δεν έχασε ριμπάουντ στις φάσεις που τον αφορούσαν, ενώ και οι 2 ασίστ του ήταν πολύτιμες. Επειδή έχει κουράσει η καραμέλα για τα «αργά πόδια του Κροάτη, που εκεί τον χτυπάνε οι αντίπαλοι προπονητές» ακούγεται συνεχώς από κάθε καρυδιάς καρύδι, που προσπαθεί να δείξει ότι ξέρει μπάσκετ και «βλέπει» τον αγώνα όταν αναμεταδίδει, θα προσπαθήσω να εξηγήσω το αυτονόητο: γιατί δηλαδή παίζει ο Βούισιτς στον Ολυμπιακό.
Ο Κροάτης δημιουργεί συνεχώς φάσεις στην επίθεση, όχι μόνο όταν βγάζει ασίστ, αλλά και γενικότερα με τον τρόπο που παίζει ανοίγει διαδρόμους για τους περιφερειακούς (Τσίλντρες, Χαλπερίν ως επί το πλείστον), ενώ πασάρει με μεγάλη ευκολία στον άλλο ψηλό όταν κλείνεται. Έχει πολύ καλά ποσοστά όποτε αποφασίζει να σουτάρει (απόρροια των καλών επιλογών και της ευστροφίας του), εξουδετερώνοντας τις περισσότερες φορές τον προσωπικό του αντίπαλο με τον τρόπο που κινείται. Στην άμυνα, τα «αργά του πόδια» κοστίζουν περίπου 4-8 πόντους στον Ολυμπιακό σε κάθε αγώνα, αφού όταν ρολάρει ο ψηλός στη ρακέτα υπάρχει εντολή να κλείνουν οι υπόλοιποι, κάτι που γίνεται στην εντέλεια όταν δεν παίζει ο Κλέιζα στο «4», αλλά ο Μπουρούσης ή ο Βασιλόπουλος (ή ακόμη και ο Μαυροκεφαλίδης). Το θέμα με τα «αργά πόδια» είναι υπερτιμημένο από δημοσιογράφους, προφανώς οι φάσεις αυτές είναι υπό τον έλεγχο του προπονητικού επιτελείου, που βάζει τον Βούισιτς όταν αυτό το πρόβλημα ουσιαστικά δεν υφίσταται (θυμηθείτε το ματς στη Βιτόρια όταν ο Κροάτης έπαιξε μετά το 25ο λεπτό, που οι γρήγοροι ψηλοί της Λαμποράλ ήταν εμφανώς κουρασμένοι). Επίσης, σε σχέση με Σχορτσανίτη-Μαυροκεφαλίδη έχει μεγαλύτερη έφεση στα ριμπάουντ, με τις αντίπαλες ομάδες σπάνια να ανανεώνουν επιθέσεις όσο παίζει. Αν τα βάλει κάποιος αυτά στη ζυγαριά, τότε καταλαβαίνει ότι είναι ψεύτικη εικόνα το «συνεχώς χτυπάνε στα αργά πόδια του Κροάτη».
Ειδική μνεία στο ματς πρέπει να γίνει και για του δύο πλέι μέικερ του Ολυμπιακού. Ο Μίλος Τεόντοσιτς ήταν πολύ καλός για ακόμη ένα ματς. Του πήγαν τα τρίποντα και σούταρε χωρίς υπερβολές, βοηθώντας πολύ στο σκοράρισμα. Επίσης, ενώ Παπαλουκάς και Τεόντοσιτς έκαναν 5 λάθη (αβίαστα ουσιαστικά) κάθε μία από τις 12 ασίστ τους ήταν οξυγόνο για τον Ολυμπιακό. Χαρακτηρίζω τα λάθη αβίαστα γιατί τουλάχιστον τα 3 ήταν σε πάσες που προσπαθούσαν το «κάτι παραπάνω» χωρίς ιδιαίτερη πίεση στον άσο.
Οι βολές του Ολυμπιακού ήταν άθλιες, δείγμα της κακής του ψυχολογίας, αλλά και πάλι δεν δικαιολογείται μια ομάδα που θέλει να τα κατακτήσει όλα να σουτάρει με 42% από τη γραμμή. Ο Ολυμπιακός δεν έπαιξε καλά, αλλά όσο το παιχνίδι προχωρούσε πίεζε την Τσιμπόνα και έσφιγγε την άμυνά του, με αποτέλεσμα τους 14 πόντους των Κροατών στην τέταρτη περίοδο. Πάντως, πρέπει να παίξει πολύ καλύτερα στην Κροατία για να πάρει το ματς εκείνο, σε ένα γήπεδο όπου πέρσι έχασε. Ο Γιαννάκης δεν ήταν σε καλή μέρα κι αυτός, εξακολουθώ να θεωρώ λάθος το γεγονός ότι δεν παίζει καθόλου ο Γλυνιαδάκης, ενώ στο ροτέισον έκανε λάθη, κυρίως στο πρώτο ημίχρονο.
Τα άλλα δύο αποτελέσματα της ημέρας ήταν φυσιολογικά, με την Προκόμ να μπαίνει πολύ δυνατά στη Μόσχα, αλλά από ένα σημείο και μετά να μην αντέχει και να παραδίνεται στο τέλος φυσιολογικά. Η ΤΣΣΚΑ και ο Ολυμπιακός είναι τα μόνα δύο φαβορί που έχουν κρατήσει το αήττητο μετά από 3 αγώνες. Η τριάδα που την έχει φέρει φέτος εκεί που είναι είχε βοήθεια από τον εκπληκτικό Καούν (18π., 10ρ., 5κ.), τον πολύ καλό Πλάνινιτς (11π., 5ρ., 4ασ.) αλλά και τον Χόλντεν (17π.). Βέβαια, κι αυτή δεν υστέρησε (η τριάδα των Σισκάουσκας, Χριάπα, Λάνγκντον), έχοντας 38 πόντους, 10 ριμπάουντ, 12 ασίστ και 6 κλεψίματα, με τους Σισκάουσκας και Λάνγκντον μάλιστα να είναι αλάνθαστοι.
Στην Ισπανία η Ζαλγκίρις κατάφερε να χάσει σχεδόν από το… τζάμπολ, αφού ούτε για ένα δεκάλεπτο δεν πρόβαλε αντίσταση στη Μάλαγα. Οι Λιθουανοί σίγουρα δεν έχουν βλέψεις στον δεύτερο γύρο, αλλά είναι ικανοί να κάνουν τη ζημιά σε κάποιον από τους άλλους τρεις και να… του γκρεμίσουν τα όνειρα. Γι’ αυτό θέλουν προσοχή.