Δημοσιεύτηκε στις 27 Φεβρουαρίου 2010
Ο Παναθηναϊκός έγινε η πρώτη ελληνική ομάδα που αποκλείεται από την Ευρώπη φέτος και η δεύτερη από τις 16 του Top-16 που αποκλείστηκε, καθώς μια μέρα νωρίτερα ο Ολυμπιακός είχε αποκλείσει την Τσιμπόνα. Για πρώτη φορά στην ιστορία του ξεκινά με 0-4 το Top-16 (και πλέον υπάρχει φόβος να τελειώσει με 0-6, αφού θα παίζει αδιάφορος απέναντι σε ομάδες που καίγονται για τη νίκη). Όπως και πριν από δύο χρόνια, μετά την κατάκτηση του στέμματος της Ευρωλίγκας, η αποκαθήλωση ήρθε ψυχρά και σκληρά από το Top-16.
Όμως, γιατί ο πρωταθλητής Ευρώπης φέτος παρουσιάζει αυτό το πρόσωπο; Πριν από ένα μήνα είχαμε μιλήσει για πρόγραμμα-κόλαση, για τον Φεβρουάριο που θα ήταν ο μήνας της κρίσης του Παναθηναϊκού. Με το ντέρμπι εναντίον του Ολυμπιακού να για την Α1 εκκρεμεί (και το πλεονέκτημα έδρας να διακυβεύεται σε αυτό), ο Παναθηναϊκός τον Φεβρουάριο έχασε και τους δύο άλλους στόχους του: Ευρωλίγκα και Κύπελλο Ελλάδας. Ποιοι ήταν οι λόγοι που οδήγησαν σε αυτό; Σε ποια σημεία της σεζόν πρέπει να σταθούμε για να «διαβάσουμε» καλύτερα τον αποκλεισμό;
ΜΕΤΕΓΓΡΑΦΕΣ: Μετά τον περσινό θρίαμβο και το «triple crown» ο Παναθηναϊκός βγήκε ως βασιλιάς της Ευρώπης στο μετεγγραφικό παζάρι. «Ομάδα που κερδίζει δεν αλλάζει» λέει ένα ρητό, και οι κινήσεις του «τριφυλλιού» ήταν μετρημένες. Ο Νικ Καλάθης εκπροσωπεί την επόμενη γενιά του ελληνικού μπάσκετ, είναι ένα από τα μεγαλύτερα ταλέντα και ο Παναθηναϊκός έκανε τα πάντα για να τον αποκτήσει. Μαζί του και ο Γιώργος Μπόγρης, που έχει τα φόντα να γίνει αξιόπιστος ψηλός αν προσεχτεί. Από ξένους ήρθε ο Μιλένκο Τέπιτς, ο παίκτης που από τους περισσότερους είχε χαρακτηριστεί ως το μεγαλύτερο περιφερειακό ταλέντο των Σέρβων αυτή τη στιγμή (φέτος βέβαια τον έχει ξεπεράσει ο Τεόντοσιτς).
Οι κινήσεις αυτές ήταν. Το καλοκαίρι ο Παναθηναϊκός έχασε τους Χατζηβρέττα, Κέτσμαν, συν τους Σάκοτα, Αλβέρτη. Με τις μετεγγραφές έχασε σίγουρα σε εμπειρία στην περιφέρεια, αλλά έμοιαζε να ενίσχυε περισσότερο το «3», που είναι ο αδύναμος κρίκος της ομάδας, αφού ο Τέπιτς προοριζόταν για εκεί (τη στιγμή που ο Κέτσμαν πέρσι δεν υπολογιζόταν). Επίσης, η τριάδα των ασόδυων γινόταν τετράδα (με τον Καλάθη) και μαζί με τον Νίκολας έμοιαζε αχτύπητη.
Στα λάθη, πάντως, μπορεί να καταλογιστεί η αδιαφορία για ενίσχυση της φροντ λάιν. Η ενίσχυση της γραμμής των ψηλών ήρθε πολύ αργά με την απόκτηση του Μάρκους Χέισλιπ. Θεωρώ ότι θα έπρεπε να έχει προβλέψει ο Παναθηναϊκός το γεγονός ότι η καριέρα του Τσαρτσαρή βρισκόταν σε πτώση και ότι η ομάδα θα χρειαζόταν κι άλλο ψηλό. Δεν μιλάω προφανώς για τους τραυματισμούς του Έλληνα παίκτη, καθώς αυτό είναι απρόβλεπτο. Όμως, τα στοιχεία λένε ότι ο Ομπράντοβιτς χρησιμοποιεί τον Πέκοβιτς 15-25 λεπτά σε κάθε ματς, κάτι που σίγουρα μπορούσε να έχει προβλεφθεί νωρίς, ακόμη και πέρσι ο Φώτσης μπήκε πολύ μέτρια στη σεζόν (πέρσι, βέβαια, ανέβηκε στο Top-16, φέτος όχι τόσο), ενώ ο Σερμαντίνι και ο Μπόγρης δεν υπολογίζονταν (όπως αποδείχτηκε). Η ομάδα χρειαζόταν ψηλό, που δεν ήρθε όταν έπρεπε.
Παράλληλα, με την κακή χρησιμοποίηση των περιφερειακών, ο Παναθηναϊκός έφτασε από αχτύπητη δύναμη να έχει έναν πλέι μέικερ μόνο, καθώς ο Γιασικεβίτσιους τέθηκε εκτός ομάδας, ο Καλάθης σταμάτησε να παίρνει χρόνο μετά την αλλαγή του έτους, ο Βεργίνης δεν υπολογιζόταν και ο Σπανούλης (φυσιολογικά) έπαιζε στο «2» με τον Νίκολας να πηγαίνει πολλές φορές στο «3», αφού ο Τέπιτς δεν έπαιζε και ο Περπέρογλου φαινόταν ασυνεπής και «λίγος».
ΤΡΑΥΜΑΤΙΣΜΟΙ: Σίγουρα μέτρησε κι αυτό, αλλά μόνο για την αρχική σύγχυση της ομάδας. Η χρονιά ξεκίνησε χωρίς Μπατίστ, Τσαρτσαρή και Γιασικεβίτσιους στα πρώτα ματς, οπότε δικαιολογημένα ο Παναθηναϊκός άργησε να «δέσει». Όμως, από το νέο έτος και μετά, εκτός από μικροτραυματισμούς που υπάρχουν σε όλες τις ομάδες (εδώ είχαμε Πέκοβιτς, Διαμαντίδη, Μπατίστ), σοβαρός τραυματισμός ήταν μόνο του Τσαρτσαρή, που στο ρόστερ αντικαταστάθηκε με τον Χέισλιπ. Οπότε, δεν μπορούμε να πούμε ότι ήταν βασικό στοιχείο για το αγωνιστικό πρόβλημα.
ΟΜΠΡΑΝΤΟΒΙΤΣ: Για πρώτη φορά φέτος ο Ομπράντοβιτς μοιάζει να μην πατάει καλά στα πόδια του μέσα στον αγώνα. Η διαχείριση του υλικού είναι λανθασμένη και μέσα στους αγώνες φάνηκε ότι έλειπε η εμπιστοσύνη σε πολλούς παίκτες.
Ο Τέπιτς ξεκίνησε παίζοντας 17,5 λεπτά στα πρώτα 5 ματς της Ευρωλίγκας, συνέχισε παίζοντας 17,0 στα υπόλοιπα 5 του πρώτου γύρου (ανάμεσά τους σε ένα 7 και σε ένα 27, το ρεκόρ του φέτος) και έφτασε να παίζει 9,5 στις τρεις πρώτες ήττες του Top-16 για να μην πατήσει καθόλου παρκέ στο ματς με την Μπαρτσελόνα την Πέμπτη (και να παίξει 5 λεπτά στον τελικό Κυπέλλου).
Ο Καλάθης ξεκίνησε παίζοντας 17,0 λεπτά στην πρώτη φάση της Ευρωλίγκας (σε κανένα ματς λιγότερα από τα 9:49 της Μαδρίτης) και έφτασε να παίζει 2,5 λεπτά στα πρώτα 3 παιχνίδια του Top-16 και να μην πατήσει παρκέ στον τελικό Κυπέλλου και στο ματς με την Μπαρτσελόνα.
Ο Πέκοβιτς ξεκίνησε τη δεύτερη χρονιά του παίζοντας 25-30 (μέσο όρο 27) λεπτά ανά αγώνα, αλλά μετά το 4ο παιχνίδι της κανονικής περιόδου της Ευρωλίγκας ο χρόνος του έπεσε στα 18,4 λεπτά με εξαίρεση το ματς στο Βελιγράδι όπου ο Παναθηναϊκός έπαιζε χωρίς τον Μπατίστ. Μάλιστα, ο χρόνος του μειώθηκε κατά ένα δεκάλεπτο ανά αγώνα σχεδόν, αλλά χωρίς να υπάρχουν αγωνιστικά αίτια, αφού η παραγωγικότητά του έμεινε ίδια (σκόραρε 0,7 πόντους ανά λεπτό όταν έπαιζε 27 λεπτά, σκόραρε 0,74 ανά αγώνα όταν έπαιζε 18 λεπτά ανά ματς).
Πέραν της κακής χρησιμοποίησης ορισμένων παικτών (των φετινών μετεγγραφών και του παίκτη-κλειδί της περσινής σεζόν), το μεγαλύτερο πρόβλημα του Ομπράντοβιτς ήταν με τον Γιασικεβίτσιους. Ο Λιθουανός δεν είχε πατήσει το πόδι στο γκάζι από τα μισά του πρώτου γύρου και μετά που επέστρεψε, αλλά όταν άρχισε να βρίσκει τα πατήματά του έμεινε χωρίς λογική εκτός ομάδας. Αυτή η κίνηση του Ομπράντοβιτς ίσως έβαλε και οριστικό τέλος στις σχέσεις των δύο αντρών, με τον Σάρας να επανέρχεται μετά από σχεδόν ένα μήνα, προφανώς ανέτοιμος, στα δύο κρισιμότερα παιχνίδια της σεζόν, και να του ζητούνται ευθύνες για την αγωνιστική του εικόνα. Αυτό προφανώς και είναι τελείως παράλογο, ενώ είναι ξεκάθαρο ότι αυτή η κίνηση (είτε ήταν κακός υπολογισμός, είτε ήταν μετά από διαφωνία) ήταν ατυχής για τον Ομπράντοβιτς. Θα έπρεπε να έχει σεβαστεί περισσότερο τον Σάρας, τον παίκτη που είναι ο βασικότερος λόγος που ο Παναθηναϊκός κέρδιζε στα κρίσιμα παιχνίδια τα τελευταία δύο χρόνια. Δεν τον σεβάστηκε όσο τους υπόλοιπους και θεωρώ πολύ δύσκολο ο Λιθουανός να ανεβάσει απόδοση ως το τέλος της χρονιάς, καθώς είναι γνωστό πώς αντιδρά ως παίκτης (μάλιστα το γεγονός ότι δεν μίλησε δημόσια το θεωρώ… υπέρβαση).
ΝΤΕΡΜΠΙ: Μια πονεμένη ιστορία, ο λόγος που ο Παναθηναϊκός έχει μείον δύο στόχους. Μέχρι στιγμής φέτος έχει 0-6 στα ντέρμπι με ισοδύναμες ομάδες. Μετράει 0-2 από Ολυμπιακό, 0-2 από Ρεάλ και 0-2 από Μπαρτσελόνα. Οι δύο ήττες από Ρεάλ του στοίχισαν την πρωτιά στον όμιλο στην κανονική περίοδο, οι δύο ήττες από την Μπαρτσελόνα αποτελείωσαν το όνειρο της πρόκρισης στα νοκ άουτ της Ευρωλίγκας, ενώ η μία ήττα από Ολυμπιακό του στέρησε τον πρώτο τίτλο από το 2004. Δεν έχει κερδίσει ακόμη ντέρμπι με ομάδα μεγαθήριο και, πλέον, αυτό θα μπορεί να το αλλάξει μόνο με τον Ολυμπιακό, αφού δεν έχει άλλα ευρωπαϊκά ματς φέτος.
ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΟ: Διαφορετικό από άλλες χρονιές, ιδίως στα δύσκολα ματς. Οι αδυναμίες πολλές. Η ομάδα που γυρνούσε την μπάλα στην επίθεση με θαυμαστή ταχύτητα και ευκολία, φέτος κολλάει απέναντι σε κάθε άμυνα. Δεν μπορεί να ελέγξει το ρυθμό, δεν μπορεί να «πνίξει» έναν αντίπαλο με τη δική του άμυνά. Έχει σε πολλά ματς προβλήματα με τα ριμπάουντ, ενώ φαίνεται να του λείπει η φρεσκάδα και η ενέργεια όταν το ματς δεν του πηγαίνει όπως θέλει.
ΣΕΡΙ: Το γράφαμε από τον Νοέμβριο και, δυστυχώς, είναι «μέσα» σε κάθε σοβαρή ήττα της χρονιάς. Ο Παναθηναϊκός δέχεται όλη τη χρονιά σημαντικά σερί (πολλά από ατά διψήφια) από τον αντίπαλο μένοντας άποντος, απόρροια της παντελούς αδυναμίας να ελέγξει το ρυθμό και να μην εγκλωβιστεί από τις αντίπαλες άμυνες. Μπορεί να το είχαμε αναφέρει από το 3ο σερί που δέχτηκε φέτος, αλλά πια η κατάσταση είναι πολύ χειρότερη. Τα σερί αυτά εκτείνονται σε 7 αγώνες και είναι 7 σερί στα οποία ο Παναθηναϊκός δεν πέτυχε πόντο (5 από αυτά διψήφια) και δύο στα οποία οι «πράσινοι» πέτυχαν μόλις ένα πόντο.
Ο Παναθηναϊκός δέχτηκε 20-0 από τη Ρεάλ στη Μαδρίτη, 13-0 από την Όλντενμπουργκ στο ΟΑΚΑ, 12-0 από την Αρμάνι στο ΟΑΚΑ, 9-0 από τον Ολυμπιακό στο ΣΕΦ, 10-0 από την Παρτιζάν στο ΟΑΚΑ, 8-0 από την Μπαρτσελόνα στην Ισπανία, 10-0 και 8-0 (δύο σερί) από την Μπαρτσελόνα στο ΟΑΚΑ την Πέμπτη, με το δεύτερο να είναι μέρος ενός συνολικού 3-18. Επίσης, υπάρχουν το 15-1 από την Μπαρτσελόνα στο ΟΑΚΑ (μέρος του το 10-0) και ένα 9-1 από την Μπαρτσελόνα στην Ισπανία.
Μιλάμε δηλαδή για ένα πρόβλημα που διαιωνίζεται μέσα στη σεζόν, χωρίς να έχει βρεθεί ακόμη η λύση. Τα μπλακ άουτ του Παναθηναϊκού είναι κάτι πρωτόγνωρο για τη ομάδα που είχε μάθει τόσα χρόνια να ελέγχει απόλυτα το ρυθμό όλων, σχεδόν, των αγώνων της.
ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ: Πια, στον Παναθηναϊκό απομένει μόνο το πρωτάθλημα Ελλάδας, στόχος, βέβαια, καθόλου μικρός και ασήμαντος. Την Κυριακή υπάρχει ένα παιχνίδι στο ΟΑΚΑ με αντίπαλο τον Ολυμπιακό, στο οποίο ο Παναθηναϊκός παίζει, ουσιαστικά, το πλεονέκτημα έδρας στα πλέι οφς. Αν χάσει (αν δηλαδή δεν κερδίσει ούτε τώρα ντέρμπι και το 0-6 γίνει 0-7) τότε, αν και πολύ νωρίς ακόμη, η διαχείριση και των εγχώριων σκήπτρων θα γίνει πολύ δύσκολη υπόθεση, ιδίως για μια ομάδα που ως τώρα νοσεί.