Δημοσιεύτηκε στις 27 Μαρτίου 2010
Ο Έντι έγραψε ότι το τωρινό NBA έχει… «πολλή αγάπη», ότι όλοι αγαπιούνται με όλους και ότι έχει χάσει το ανταγωνιστικό του πνεύμα, αυτό που είχε στα 80s και στα 90s. Ο Τζόνσον, που όσοι τον θυμούνται από το πέρασμά του απ’ τον Ολυμπιακό θυμούνται ότι την «έβρισκε» στο ευρωπαϊκό μπάσκετ και την σκληρότητα ανάμεσα στους παίκτες, θυμήθηκε: «μισούσα κάθε αντίπαλο με τον οποίο έπαιζα και δεν πέρασα ποτέ το κέντρο του γηπέδου για να μιλήσω σε ένα φίλο. Δεν προσπαθούσαμε να γίνουμε αδελφότητες και οι προπονητές το σιχαίνονταν όταν το έβλεπαν». Πλέον, λέει, ότι πριν τα παιχνίδια οι παίκτες κάθονται στο κέντρο και μιλάνε, γελάνε, αγκαλιάζονται και χαριεντίζονται με τους φίλους τους της αντίπαλης ομάδας, με το NBA να έχει χάσει κάθε ανταγωνιστικό χρώμα και να θυμίζει σόου.
«Αυτό που με ξενερώνει είναι όταν πηγαίνω σε ένα αγώνα, θέλω να βλέπω συγκεντρωμένους παίκτες στην προπόνηση, να κάθονται στη δική τους πλευρά του γηπέδου. Αλλά αυτό που βλέπω είναι κάποιοι παίκτες από τις ομάδες να μιλάνε, να αγκαλιάζονται και να γελάνε. Αυτό το θέαμα με κάνει να έχω ναυτία», συνεχίζει σκληρός ο Έντι, ο οποίος απορεί για την… «γιορτή αγάπης» σε κάθε αγώνα «ακόμη και τώρα που πλησιάζουν τα πλέι οφς».
Θυμάται ιστορίες με τον Λάρι Μπερντ, μυθικές κόντρες και ομηρικές μάχες μέσα στο παρκέ απλά και μόνο για να κερδίσει ο ένας το σεβασμό του άλλου. Εύχεται να είχαν όλες οι ομάδες έναν Λάρι Μπερντ τώρα, όχι απαραίτητα έναν παικταρά τέτοιου επιπέδου, αλλά έναν παίκτη που θα έκανε σαφές στους αντιπάλους ότι θα κακοπεράσουν, που θα τραβούσε τον κόσμο σε αυτή την αθλητική κόντρα και που θα έδειχνε ότι ενδιαφέρεται να κερδίσει και σιχαίνεται να χάνει. Σίγουρα, ο Μπερντ είναι ειδική περίπτωση, αφού ξεκάθαρα πρόκειται για ένα από τα μεγαλύτερα «κωλόπαιδα» στην ιστορία του μπάσκετ, έναν από τους πιο σκληρούς του παίκτες, αλλά αν μας ζητηθεί να αρχίσουμε να απαριθμούμε σκληρούς, ανταγωνιστικούς παίκτες, δυστυχώς όσο πλησιάζουμε στο σήμερα τα παραδείγματα (που εύκολα έρχονται για τις προηγούμενες δεκαετίες) λιγοστεύουν έως εκμηδενίζονται.
Η συζήτηση είναι μεγάλη και δυστυχώς στην Ελλάδα είναι πολύ εύκολο να ξεφύγει από τα όρια και να γίνει συζήτηση για το χουλιγκανισμό, αφού είναι πολύ συχνή η επωδός ότι οι παίκτες πρέπει να δίνουν το καλό παράδειγμα για να μην… παρασύρονται οι οπαδοί. Η αλήθεια, όμως, είναι ότι αυτή η άρρωστη κατάσταση (να φοβάται ο παίκτης να αντιδράσει μήπως αφυπνίσει τον κάφρο στις εξέδρες) υφίσταται μόνο εδώ και πουθενά αλλού. Αλλού ο αθλητισμός (και η ένταση σε αυτόν) υπάρχει για να διασκεδάζει ο κόσμος και όχι για να διοχετεύει την καφρίλα του και το χαμηλό του επίπεδο.
Όταν ο ΜακΝτάνιελ έπιασε από το λαιμό τον Ουές Μάθιους ο κόσμος δεν έκανε… επεισόδια, όταν ο Έντι (όπως γράφει στο άρθρο) χτύπησε και μάτωσε τον Μπερντ, η ένταση δεν μεταφέρθηκε στις εξέδρες, ούτε άρχισε να βρέχει μπουκάλια, όταν ο Μπερντ έριξε μπουνιά στον Τζούλιους Έρβινγκ δεν δέχτηκε βροχή αντικειμένων, όταν ο Τζόρνταν «έψελνε» από την αρχή ως το τέλος κάθε αγώνα τον προσωπικό του αντίπαλο, κανείς από το κοινό δεν τον σημάδεψε με φωτοβολίδα. Οι εντάσεις μεταξύ των παικτών είναι μέσα στον αθλητισμό και του δίνουν χρώμα.
Σαφώς πρέπει να μένουν σε αθλητικά όρια (τα παραπάνω παραδείγματα προφανώς και είναι ακραία, αλλά επίτηδες επιλέχτηκαν), αλλά στο μυαλό όλων ο αθλητισμός είναι συνώνυμο του ανταγωνισμού και της προσπάθειας επιβολής της δύναμης του ενός στον άλλο. Αλλιώς, ο όρος «νίκη» χάνει το νόημά του. Ο κόσμος θέλει να βλέπει την ομάδα του να κερδίζει και την αντίπαλη να χάνει. Αυτό είναι απολύτως φυσιολογικό. Αυτό θέλει και ο Έντι Τζόνσον όταν βλέπει ένα ματς, αλλά γράφει ότι το NBA όλο και περισσότερο θυμίζει κλειστή λίγκα φίλων.
Όσοι είχαν την τύχη να παρακολουθούν NBA τις προηγούμενες δεκαετίες (όσοι απλά γεννήθηκαν λίγο πιο νωρίς δηλαδή) θυμούνται επικές σειρές, θυμούνται ένταση, μούσκουλα, ιδρώτα, μάχες μέχρις εσχάτων. Δυστυχώς αυτό δεν υπάρχει στο τωρινό NBA και βασικός υπεύθυνος γι’ αυτό είναι η ίδια η λίγκα που προσπαθεί να «εξευγενίσει» το άθλημα προσπαθώντας να αποβάλλει το «μαύρο» πρόσωπό του, που ήταν συνώνυμο της σκληρότητας και των «κακών παιδιών». Ο Στερν ξεκάθαρα προσπαθεί να κάνει το NBA το πρωτάθλημα των… «φλώρων», με απαγορεύσεις ακόμη και στην έκφραση συναισθημάτων ανταγωνισμού, με όσους «νοιάζονται» που χάνουν και στενοχωριούνται να προβάλλονται ως γραφικοί, απέναντι στους «αγκαλίτσες».
Ο Έντι προτάσσει και έναν άλλο λόγο, λέγοντας ότι τότε οι παίκτες έπαιρναν λιγότερα χρήματα κι ανταγωνίζονταν για να αποδείξει ο ένας ότι είναι καλύτερος από τον άλλο, κερδίζοντας το επόμενο συμβόλαιό του, αφού οι ομάδες είχαν λιγότερα να προσφέρουν και περνούσαν από κόσκινο τους παίκτες με παρόμοιους μισθούς. Τώρα, τα τεράστια συμβόλαια έχουν βγάλει το αίσθημα ανταγωνισμού και τη θέληση για νίκη από τους παίκτες, έχουν κάνει πολλά ματς να μοιάζουν με αγώνες επίδειξης διασημοτήτων, παρά με αθλητισμό.
Ίσως αυτός είναι και ο λόγος που ολοένα και περισσότεροι στρέφονται προς την Ευρωλίγκα, γυρνώντας την πλάτη στο NBA. Όσο οι δύο κόσμοι συγκλίνουν, τόσο ο κόσμος συγκρίνει και πιο «μικρά» σημεία, βλέποντας το πάθος της Ευρωλίγκας και την ένταση στους αγώνες της να είναι κάτι που απουσιάζει από το τωρινό NBA. Πλήρως από την κανονική περίοδο και έχει αρχίσει να μειώνεται και στα πλέι οφς, κάνοντας τον κάποτε «άλλο πλανήτη» να μοιάζει με πανηγύρι αγάπης και όχι με αληθινό αθλητισμό, κόντρα και μάχη ανάμεσα στους καλύτερους.
Μπορεί ο αθλητισμός να είναι ξεκάθαρα επαγγελματικός, αλλά κανείς δεν ευχαριστιέται να βλέπει έναν παίκτη που μόλις τελειώσει το παιχνίδι χαμογελά όταν έχει χάσει το κύπελλο, απλά και μόνο επειδή θα πάρει τα λεφτά του και δεν ενδιαφέρεται για το αν θα κερδίσει. Όλοι θέλουν έναν Τόνι Κούκοτς στην ομάδα τους να κάθεται απαρηγόρητος στον πάγκο με μια πετσέτα στο κεφάλι και να κλαίει για μισή ώρα επειδή έχασε ένα τρόπαιο. Ο αθλητισμός προκαλεί συναισθήματα, έστω και εφήμερα: χαρά, οργή, λύπη, “αγάπη”, “μίσος”, γι’ αυτό και συγκινεί τόσο. Όπως λέει και ο Έντι “ας είναι φίλοι και ας σέβονται ο ένας τον άλλο μετά τον αγώνα. Μέσα στο ματς θέλω να βλέπω ότι ο παίκτης της ομάδας μου θέλει να κερδίσει και να εκθέσει τον αντίπαλό του ακριβώς όσο το θέλω κι εγώ που παρακολουθώ το ματς και φωνάζω για την ομάδα που υποστηρίζω”.
Και αυτό έχει αρχίσει να κακοφαίνεται ιδιαίτερα ακόμη και στους Ευρωπαίους παίκτες (όχι όλους) που παίζουν στο NBA. Για παράδειγμα, ο Παού Γκασόλ πρόσφατα δήλωσε ότι θα προτιμούσε «οι Λέικερς να μην αγαπούν τόσο κάθε αντίπαλο με τον οποίο παίζουν, για να είναι περισσότερο ανταγωνιστικοί και μαχητικοί στο γήπεδο». Πλησιάζουμε στο σημείο να μιλάμε για χάσμα νοοτροπίας των δύο κόσμων; Ο επαγγελματισμός στερεί σταδιακά το συναίσθημα από τον αθλητισμό; Ή υπάρχει τρόπος να επανέλθει το NBA στην παλιότερη «άγρια» ομορφιά του;
Νίκος Κουσούλης