Στο ΣΕΦ ο Ολυμπιακός κέρδισε τον Άρη ανεβάζοντας την απόδοσή του μετά το πρώτο δεκάλεπτο, συγκεκριμένα μετά το 23-33 του 14ου λεπτού. Ο Ολυμπιακός κέρδισε τα επόμενα 20 λεπτά του αγώνα με 25 πόντους μέχρι το 69-54, με τον Άρη να παρουσιάζει τα γνωστά φετινά προβλήματα.
Πάντως, το ξεκίνημα του αγώνα ήταν «μαγική εικόνα» και το ματς δεν μπορούσε να κυλήσει έτσι. Ο Άρης στάθηκε τυχερός με τα 6/7 τρίποντα που ξεκίνησε, απόρροια καλών επιλογών, ευστοχίας και μέτριας περιφερειακής άμυνας του Ολυμπιακού, αλλά τέτοιο ποσοστό δεν μπορούσε εκ των πραγμάτων να συνεχιστεί. Όταν οι «κίτρινοι» χρειάστηκε να χτίσουν πάνω στο θεαματικό ξεκίνημα, να αλλάξουν τον τρόπο παιχνιδιού τους, να πλησιάσουν στο καλάθι και να κρατήσουν τη διαφορά, δεν μπόρεσαν να κάνουν τίποτα από αυτά έχοντας 3/15 τρίποντα στο υπόλοιπο του ματς.
Ο Ολυμπιακός δεν χρειάστηκε να αλλάξει τον τρόπο παιχνιδιού του και μπόρεσε χωρίς καν θεαματική αντεπίθεση να μειώσει, να πλησιάσει και να περάσει μπροστά, με τον Άρη να παρακολουθεί την εξέλιξη αυτή ανίκανος να αντιδράσει και να την αλλάξει. Η εικόνα αυτή είναι λογική με βάση τη διαφορά δυναμικότητας των δύο ομάδων, αλλά όχι και με βάση τα ρόστερ τους. Η χρονιά τελειώνει (είναι πολύ πιθανό να τελειώσει τη Δευτέρα για τον Άρη) και ο Άρης δεν μπόρεσε σε κανένα σημείο (και με κανέναν προπονητή) να παίξει μπάσκετ αντάξιο των ονομάτων που έχει στο ρόστερ του.
Ο Μπλατ έχει σίγουρα τα περισσότερα ελαφρυντικά, αλλά δεν παύει ο Άρης να είναι μια απογοήτευση σε κάθε του αγώνα. Η άμυνά του όταν πήρε διψήφια διαφορά ήταν πολύ μέτρια με αποτέλεσμα ο (μέτριος επιθετικά στο παιχνίδι) Ολυμπιακός (που βρήκε μεγάλη αμυντική ενέργεια από τον Μπέβερλι) να σκοράρει με ευκολία από τη ρακέτα και να μην προβληματιστεί. Μιας και ο λόγος στην επίθεση του Ολυμπιακού, οι «ερυθρόλευκοι» έσπασαν ένα τεράστιο ρεκόρ όντας η ομάδα με το μεγαλύτερο μέσο όρο πόντων στο επαγγελματικό πρωτάθλημα (βλέπε ΕΣΑΚΕ), δηλαδή από το 1993, με μέσο όρο 90.6 πόντους ανά αγώνα.
Η σειρά θα πάει στο Αλεξάνδρειο τη Δευτέρα, αλλά ο Άρης θα πρέπει να εμφανιστεί πολύ καλύτερος για να μην δώσει εκεί το τελευταίο του παιχνίδι στη φετινή σεζόν. Ο Ολυμπιακός σαφώς και έχει μέρος του μυαλού του και στο φάιναλ φορ, με τον Γιαννάκη να προσπαθεί να μην εξαντλήσει συγκεκριμένους παίκτες, μοιράζοντας διαφορετικά το χρόνο απ’ ότι συνηθίζει.
Στο ΟΑΚΑ, ο Παναθηναϊκός κυριάρχησε απόλυτα στο 1ο παιχνίδι με τον Πανιώνιο τον οποίο και κέρδισε με 35 πόντους. Σίγουρα τις δύο ομάδες χωρίζει μεγάλη διαφορά δυναμικότητας, αλλά αυτό που έγινε στο ΟΑΚΑ δεν ήταν αγώνας. Ο Πανιώνιος δεν έδειξε καμία διάθεση να παλέψει και να προσπαθήσει και, μοιραία, διασύρθηκε. Κανείς δεν είπε ότι θα κέρδιζε το ματς, αλλά τα πλέι οφς δεν είναι η αγγαρεία στο τέλος της χρονιάς, σημαίνουν κάτι διαφορετικό, συνυφασμένο με τη μεγαλύτερη δυνατή προσπάθεια για ένα τρόπαιο.
Δυστυχώς, ο Πανιώνιος δεν φάνηκε διατεθειμένος να παλέψει, περισσότερο συμβιβασμένος με τη μοίρα του έδειχνε, προκαλώντας δικαιολογημένα την έκρηξη του Μάρκοβιτς μετά το παιχνίδι. Ο Ομπράντοβιτς μοίρασε το χρόνο ανάμεσα στους παίκτες του και ο Παναθηναϊκός συνέχισε πολύ εύκολα (όπως και όλο τον προηγούμενο 1,5 μήνα) τις υποχρεώσεις του, χωρίς να προβληματιστεί αγωνιστικά. Είναι πια φανερό ότι η ομάδα είχε το χρόνο να διορθώσει κάποια προβλήματα, αλλά η έλλειψη πολύ σκληρών αγώνων την κάνει να πηγαίνει στα «τυφλά» χωρίς να έχει κάποιο κρας τεστ ως τώρα για να τα δοκιμάσει.
Στον Άγιο Θωμά, το Μαρούσι μπήκε με νοοτροπία πλέι οφς, με νοοτροπία ομάδας που πέρσι έφτασε στην 3η θέση και βγήκε Ευρωλίγκα, με τη νοοτροπία του έμπειρου κι αυτού που ξέρει τι θέλει. Ο Κολοσσός, απ’ την άλλη… δεν μπήκε καθόλου. Οι παίκτες του Σφαιρόπουλου άργησαν να μπουν στα πλέι οφς κατά 9,5 λεπτά και όταν κατάλαβαν τι γινόταν έχαναν με 30-2. Ήταν πολύ τυχεροί που γλίτωσαν το αρνητικό ρεκόρ στο πρώτο δεκάλεπτο, αφού σκόραραν 6 πόντους σε 50 δευτερόλεπτα στο τέλος του.
Το Μαρούσι έκανε ό,τι ήθελε στο παρκέ, σκόραρε εύκολα καθώς δεν υπήρχε αντίπαλη άμυνα και ο Κολοσσός δεν μπορούσε με τίποτα να βάλει την μπάλα στο καλάθι, μοιάζοντας νωθρός και σαφώς ανέτοιμος ψυχολογικά, επηρεασμένος από τα προβλήματα Βασίλιεβιτς και Χαρίση, αλλά και την άθλια μέρα στην οποία βρέθηκε ο Χάρις.
Προς τιμήν του, πάντως, και με το Μαρούσι βέβαια να χαλαρώνει αρκετά, κατάφερε να μαζέψει τη διαφορά, που είχε φτάσει τους 28 πόντους και αν πήγαινε έτσι το ματς θα πέρναγε τους… 50. Στη συνέχεια έδειξε ξανά ομάδα με σοβαρούς προσανατολισμούς στο παρκέ, έχοντας, όμως, τη σαφή ανοχή του Αμαρουσίου, που ήδη σκεφτόταν το 2ο ματς και απλώς έκανε… υπομονή μέχρι να βγάλει την υποχρέωση. Ο Κολοσσός έχει περιορισμένο ρόστερ και τα προβλήματα σίγουρα περιόρισαν τις δυνατότητες σωστής προετοιμασίας για το ματς, αλλά το αρχικό 30-2 δεν χωνεύεται ούτε δικαιολογείται με τίποτα. Έχει το ματς στη Ρόδο για να πετύχει την πρώτη του νίκη στα πλέι οφς και να διατηρήσει την πολύ καλή και ανταγωνιστική εικόνα που είχε σε όλη τη σεζόν.
Ουσιαστικά όλο το «ζουμί» της πρώτης ημέρας των πλέι οφς ήταν στην Κυψέλη, όπου ο Πανελλήνιος με τον ΠΑΟΚ παλεύουν στην πιο αμφίρροπη και κλειστή σειρά. Το παιχνίδι ήταν το μόνο που θύμιζε πραγματικά πλέι οφς, με σκληρές μάχες, ένταση, πάθος, διαμαρτυρίες και πολύ σασπένς.
Ο ΠΑΟΚ έχασε μια μεγάλη ευκαιρία να πάρει το διπλό που θα του έδινε το πλεονέκτημα έδρας και τώρα έχει όλο το άγχος του κόσμου για να κερδίσει τη Δευτέρα στην Πυλαία και να ξαναφέρει τη σειρά στην Αθήνα.
Ο Πανελλήνιος δεν έχασε ούτε σε ένα σημείο του αγώνα το προβάδισμα, ο ΠΑΟΚ ισοφάρισε σε όλο το ματς μόνο μία φορά και αυτή ήταν στο… 2-2, αλλά και πάλι ο αγώνας θα μπορούσε πολύ εύκολα να έχει πάει ανάποδα. Ουσιαστικά, η κάθε ομάδα είχε δύο πρόσωπα στο ματς, με τον Πανελλήνιο να κυριαρχεί στα πρώτα 22 λεπτά, τον ΠΑΟΚ να κυριαρχεί με τη σειρά του στα υπόλοιπα 17,5 και τον Πανελλήνιο να βγάζει έναν τεράστιο αναστεναγμό ανακούφισης στο φινάλε.
Το 53-38 του 22ου λεπτού εξανεμίστηκε σταδιακά από την πολύ καλή εμφάνιση του Ντελινινκάιτις και του Τζεσέφσκι με την πολύτιμη βοήθεια του Παπαδόπουλου και το ματς στο τέλος έγινε ντέρμπι. Ο Πανελλήνιος άρχισε να αγχώνεται (και να κουράζεται) και έδειξε τα γνωστά σημάδια αποδιοργάνωσης στην επίθεση και βεβιασμένων επιλογών που έχει εδώ και κάποιους μήνες όταν αγχώνεται και ο ΠΑΟΚ πλησίασε σε 70-69 με το καλάθι του Παπαδόπουλου.
Όμως, οι δύο χαμένες βολές του Γκρέγκορι (το… χειροπιαστό) και όλα τα υπόλοιπα λάθη στο τελευταίο λεπτό μέχρι και στην τελευταία επίθεση δεν του έδωσαν την ευκαιρία να εκμεταλλευτεί την κατάσταση και έφυγε με τα κεφάλια σκυμμένα, αλλά ταυτόχρονα και την αίσθηση ότι μπορεί να κάνει το διπλό πρόκρισης.
Ο Πανελλήνιος στο δεύτερο ημίχρονο έβαλε 18 πόντους σε 18 λεπτά και σίγουρα προβλημάτισε τον Ζούρο, που δεν θα έπρεπε να φτάσει στο σημείο να απειλείται με ήττα σε ματς που προηγείται με 15 πόντους. Ο Πανελλήνιος μπορεί να ήταν ιδιαίτερα μέτριος επιθετικά στο δεύτερο ημίχρονο (φάνηκε, πάντως, και η δικαιολογημένη κούραση για μια ομάδα που δεν είναι συνηθισμένη να παίζει τόσα πολλά παιχνίδια μαζεμένα, 6 από τις 17 Απριλίου, δηλαδή σε 14 ημέρες), αλλά επιβεβαίωσε ένα από τα μεγαλύτερα φετινά προσόντα της ομάδας, τα ελάχιστα λάθη.
Έκανε συνολικά μόλις 7 στον αγώνα, Μπλάκνεϊ και Χαραλαμπίδης ήταν αμφότεροι αλάνθαστοι, κάτι που δείχνει ότι αυτομάτως αυξάνει τις πιθανότητές του να σκοράρει ακόμη κι όταν κολλάει στην επίθεση, αφού οι επιθέσεις του φτάνουν ως το σουτ και δεν χάνονται σε μια λανθασμένη ενέργεια. Η διαιτησία ήταν και πάλι κάτω του μετρίου, αλλά αυτό το είδαμε και στα τέσσερα παιχνίδια, απλά μόνο αυτό ήταν ντέρμπι και οι διαμαρτυρίες ήταν πιο έντονες.