«Διαγωνισμό» έκαναν ο Παναθηναϊκός και ο Ολυμπιακός την Πέμπτη για το ποιος από τους δύο θα εμφανιστεί χειρότερος στο παιχνίδι του. Αμφότεροι κατώτεροι των περιστάσεων, με πολλές αδυναμίες και καμία λογική στο παιχνίδι τους, υποχρεώθηκαν σε ήττα από Βαλένθια (στο ΟΑΚΑ με 69-73) και Ρεάλ (στη Μαδρίτη με 82-68) έχοντας πλέον… συγκατοίκους στην κορυφή του ομίλου τους.
Ο Παναθηναϊκός ισοβαθμεί μετά την 6η αγωνιστική με 4-2 μαζί με τις Ολίμπια Λιουμπλιάνας και Εφές Πίλσεν στην κορυφή του Δ ομίλου και από εδώ και στο εξής τα υπόλοιπα τέσσερα ματς θα είναι μάχη. Αρχής γενομένης από το πολύ δύσκολο στη Μόσχα με την ΤΣΣΚΑ που θα παίζει το τελευταίο της χαρτί για πρόκριση.
Ο Ολυμπιακός εξακολουθεί να βρίσκεται στην κορυφή του Β ομίλου, αλλά πια έχει συγκάτοικο, τη Ρεάλ Μαδρίτης. Το μόνο καλό της υπόθεσης για τους «ερυθρόλευκους» είναι ότι η Ρεάλ άγγιξε αλλά δεν πέρασε τη διαφορά του πρώτου αγώνα (16 πόντοι) και αν ισοβαθμήσουν στο φινάλε, ο Ολυμπιακός θα είναι πρώτος.
Στο ΟΑΚΑ, ο Παναθηναϊκός «γιόρταζε» τα 500 παιχνίδια στην Ευρώπη, αλλά έδειξε χτυπητές αδυναμίες και έκανε ένα από τα χειρότερα φετινά του δεκάλεπτα. Μέχρι το 30ο λεπτό ήλεγχε τον αγώνα, παρότι δεν έπειθε ότι θα μπορούσε να πάρει διαφορά. Το πρώτο ημίχρονο είδε τις δύο ομάδες ισόπαλες σχεδόν (22-22 η πρώτη περίοδος, 39-37 το ημίχρονο), ενώ στην αρχή της επανάληψης, ο Παναθηναϊκός έμοιασε να αλλάζει πρόσωπο από… ένα τυχαίο περιστατικό.
Ο Διαμαντίδης χτύπησε στο πρόσωπο στην προσπάθειά του να ταπώσει τον Λίστσουκ και ο Ομπράντοβιτς αναγκάστηκε να τον αποσύρει περνώντας τον Καλάθη στο παρκέ. Ο Παναθηναϊκός άρχισε να βγάζει νόημα στην επίθεση, η μπάλα κυκλοφορούσε καλύτερα, ο Καλάθης έβρισκε τους συμπαίκτες σε σωστές θέσεις και ο Παναθηναϊκός ξέφυγε 7 πόντους.
Μόλις βγήκε ο νεαρός γκαρντ η Βαλένθια πλησίασε σε απόσταση αναπνοής, αλλά ο Παναθηναϊκός κατάφερε πριν τελειώσει το δεκάλεπτο να ξεφύγει με 9 πόντους (57-48) παρότι έπαιζε απλώς μέτρια.
Αυτό το «μέτρια» έμελλε στη συνέχεια να αλλάξει σε «άθλια» στην 4η περίοδο. Ο Διαμαντίδης δεν μπορούσε να οργανώσει σωστά, ο Σάτο είχε κουραστεί και δεν σκόραρε, η επίθεση βραχυκύκλωνε στις συνεχείς αλλαγές ζώνης του Πέσιτς (η ζώνη των Ισπανών άλλαζε από 3-2 σε 1-3-1 και man-to-man με μεγάλη συχνότητα μπερδεύοντας τους «πράσινους»), οι ψηλοί είχαν απλώς διακοσμητικό ρόλο και γενικά είχε χαθεί η ηρεμία, η πειθαρχία και η σωστή λειτουργία.
Αυτό φαινόταν ακόμη και μετά τα τάιμ άουτ όταν ο Παναθηναϊκός στην πρώτη επίθεση μετά από εντολές του Ομπράντοβιτς (κάθε φορά μετά από τάιμ άουτ στην 4η περίοδο) πετούσε την μπάλα σε επιθέσεις χωρίς νόημα. Τα καλάθια έμπαιναν όλο και πιο δύσκολα, ενώ η άμυνα κουραζόταν ολοένα και περισσότερο και ήταν εμφανές ότι χωρίς σκορ δεν θα μπορούσε να κρατήσει το ματς.
Το 57-48 έγινε 59-58 μετά από 7 λεπτά στην 4η περίοδο, με τον Παναθηναϊκό να έχει σκοράρει 2 πόντους όλου κι όλους. Η Βαλένθια φαινόταν να πατάει καλύτερα στα πόδια της και μπόρεσε 1,5 λεπτό πριν το τέλος να περάσει μπροστά στο σκορ για πρώτη φορά μετά το 34-36. Ακόμη και 23 δευτερόλεπτα πριν το τέλος ο Παναθηναϊκός έμοιαζε αποδιοργανωμένος, με τον Μπατίστ να κατεβάζει την μπάλα αντί να βρίσκει συμπαίκτη του περιφερειακό. Ακόμη και στην τελευταία επίθεση με τη διαφορά στους 2 πόντους, ο Παναθηναϊκός έκανε μπρος-πίσω, με τον Φώτση μάλιστα να καθυστερεί να πιάσει την μπάλα πίσω από το κέντρο για να μη σφυριχτεί, χάνοντας 3 δευτερόλεπτα, κι ενώ η ομάδα του έχανε και το ματς ήθελε 5 δευτερόλεπτα για να τελειώσει.
Τα νούμερα δείχνουν την εικόνα του ματς, με τον Παναθηναϊκό να έχει 16 λάθη και μόλις 9 ασίστ, να σουτάρει με 42% στα δίποντα και 30% στα τρίποντα, να χάνει με 12-25 την 4η περίοδο, όντας κακός και σε άμυνα και σε επίθεση. Γενικά στο ματς, ο Παναθηναϊκός ήταν πιο άστοχος σε δίποντα, τρίποντα, βολές, χειρότερος σε ριμπάουντ, ασίστ, κλεψίματα και καλύτερος μόνο στα λάθη (16-18).
Η Βαλένθια, που δίκαια κέρδισε, δεν έπαιξε ιδιαίτερα καλά, απλώς έχει αρχίσει να δείχνει μεγαλύτερη πίστη στις δυνάμεις της και να ανεβαίνει πολύ ψυχολογικά από τη στιγμή που ανέλαβε ο Πέσιτς. Από τον Παναθηναϊκός ο Τέπιτς ήταν τραγικός, όπως και οι Φώτσης, Τσαρτσαρής (με τον πρώτο να κατεβάζει κάποια ριμπάουντ), ο Βουγιούκας μέτριος, ο Καϊμακόγλου κακός, ο Νίκολας ανύπαρκτος, ενώ και εκείνοι που έπαιξαν καλά ήταν πολύ κακοί στην 4η περίοδο με χειρότερους τους Σάτο και Διαμαντίδη, που ως τότε είχαν κρατήσει τον Παναθηναϊκό.
Οι «πράσινοι» έδειξαν ξανά χτυπητές αδυναμίες στην περιφέρεια και την οργάνωση του παιχνιδιού, κάτι που πλέον φαίνεται ξεκάθαρα ότι θα πρέπει να τους απασχολήσει, καθώς τα δύσκολα είναι μπροστά στη σεζόν και δεν μοιάζει ο Παναθηναϊκός να μπορεί να καλύψει εκ των έσω το κενό που έχει στον άσο.
Στη Μαδρίτη ο Ολυμπιακός θα μπορούσε να… μην έχει ταξιδέψει καν. Το μόνο που κατάφερε ήταν να ταλαιπωρηθεί με το ταξίδι, γιατί στο ματς δεν εμφανίστηκε. Όλη η ομάδα ήταν κακή με μόνη εξαίρεση τον Τεόντοσιτς που, χωρίς να βγάλει μάτια, ήταν καλός.
Το ματς φάνηκε από το ξεκίνημα ότι θα στραβώσει, καθώς ο Ολυμπιακός στα 16 πρώτα λεπτά του αγώνα δεν πέτυχε καλάθι εκτός ρακέτας! Αυτό δεν θα ήταν απαραίτητα κακό αν οι «ερυθρόλευκοι» είχαν βάλει… 35-40 πόντους, αλλά έμειναν στους 14 (12 από τη ρακέτα και 2 βολές) στο πρώτο δεκάλεπτο και τους 22 στα πρώτα 16 λεπτά του ματς. Η Ρεάλ είχε χτίσει διψήφια διαφορά, όσο ο Ολυμπιακός… «έχτιζε» νέο κλειστό (ξεκίνησε με 0/7 τρίποντα) και το ματς είχε ήδη ανοίξει.
Για τη φετινή Ρεάλ που είναι σε πολύ λεπτές ισορροπίες, που δεν έχει βρει ακόμη τα κουμπιά της και τη χημεία της, το εύκολο +10 του πρώτου δεκαλέπτου ήταν δώρο στην ψυχολογία της. Και η συνέχεια για τον Ολυμπιακό ήταν ακόμη χειρότερη.
Σε κανένα σημείο των 40 λεπτών του αγώνα δεν έπεισε ο Ολυμπιακός ότι μπορεί να παλέψει το ματς, ότι μπορεί να το γυρίσει ή να προηγηθεί. Εννοείται ότι δεν προηγήθηκε ούτε μια φορά στο σαραντάλεπτο, ενώ μετά το 18ο λεπτό η διαφορά δεν έπεσε ποτέ κάτω από τους 7 πόντους και στο τελευταίο 8λεπτο ήταν διψήφια χωρίς να πέσει ούτε μια στιγμή κάτω από τους 10. Το τραγικότερο όλων ήταν ότι ο Ολυμπιακός έδειχνε να θέλει αλλά να μην μπορεί, βγάζοντας στο παρκέ όλες τις φετινές του αδυναμίες, τα ερωτηματικά που μας είχαν απασχολήσει από το καλοκαίρι.
Όπως, τι σκορ μπορεί να έχει η ομάδα μετά τους Σπανούλη-Τεόντοσιτς, πόσο βάθος έχει στο 2-3, τι επίπεδο έχει στο 4 και αν φτάνουν οι παίκτες που έχει στο 5. Όλα αυτά βγήκαν σε ένα ματς που ο Ολυμπιακός το έχασε με κάτω τα χέρια, χωρίς καν να ακουμπήσει.
Ο Νεστέροβιτς στην άμυνα δεν υπήρχε, σκόραρε στην επίθεση, αλλά αμυντικά έπαιζε τον τροχονόμο, ο Νίλσεν συνέχισε τις κακές φετινές εμφανίσεις, ο Μπουρούσης έφτασε στο σημείο να φάει τάπα και από τον Γκαρμπαχόσα, ενώ έμοιαζε να έχει περισσότερο… στιλάκι και υφάκι παρά ενδιαφέρον για να παλέψει. Ο Μαυροκεφαλίδης μπήκε δυνατά με 8 πόντους, αλλά στο δεύτερο ημίχρονο και όσο στένευαν τα χρονικά περιθώρια φοβόταν να πάρει σουτ, ακόμη κι αυτά που επιβαλλόταν να κάνει. Με τέτοια φροντ λάιν ο Ίβκοβιτς δεν δοκίμασε ούτε δευτερόλεπτο τον Έρτσεγκ, τον οποίο κράτησε καθηλωμένο στον πάγκο.
Ο Λούκας δεν μπορεί να σκοράρει ούτε με αίτηση φέτος χάνοντας όλο το «θράσος» που είχε στο Μαρούσι και μη τολμώντας καν να σουτάρει. Ο Παπαλουκάς ήταν ανέτοιμος εμφανώς και έκανε περισσότερο κακό παρά καλό στην άμυνα, χάνοντας τουλάχιστον 4 φάσεις στα pick ‘n’ roll. Ο Κέσελι συνέχισε τις χαμηλές πτήσεις δείχνοντας ότι δεν μπορεί ακόμα να σηκώσει το βάρος της παρουσίας σε τέτοια ομάδα. Ο Παπανικολάου είναι 20 χρονών και όσο μεγάλο ταλέντο κι αν είναι, είναι αδιανόητο να θεωρείται έτοιμος να καλύψει σε αυτό το επίπεδο τη θέση που πέρσι είχε ο Τσίλντρες. Με τέτοια περιφέρεια, ο Ίβκοβιτς κράτησε τον Χαλπερίν (έπαιξε 2,5 λεπτά κι αυτά… σπαστά, αδύνατο να βρει ρυθμό) στον πάγκο σε όλο το δεύτερο ημίχρονο, με την ομάδα του να μην μπορεί να πλησιάσει κάτω από το -8.
Ο Τεόντοσιτς πάλεψε, αλλά δεν έφτανε μόνος του, όλη η άμυνα της Ρεάλ είχε προσαρμοστεί πάνω στον Σπανούλη, που είχε 1/9, κερδίζοντας 9 φάουλ, αλλά ήταν ανθρωπίνως αδύνατο να κάνει κάτι παραπάνω. Ο Ίβκοβιτς κρίνεται για το γεγονός ότι η ομάδα του έχασε το ματς στο πρώτο 8λεπτο και δεν μπόρεσε στα επόμενα 32 λεπτά να σταθεί στο ύψος της, αλλά και για τη διαχείριση του υλικού που έκανε.
Ο Ολυμπιακός μοιάζει χτισμένος λάθος, μοιάζει να έχει χτυπητά κενά και να είναι πολύ εύκολο να μην του βγει το ματς και να κολλήσει τελείως χωρίς να έχει αντιστάσεις και αντιδράσεις. Ακριβώς ό,τι έγινε στη Μαδρίτη. Η διαφορά στο «3» και το «4» σε σχέση με πέρσι είναι χαώδης και όσο κι αν θέλει η ομάδα να μας πείσει ότι καλύπτεται η πτώση αυτή στην ποιότητα, στο παρκέ δεν φαίνεται κάτι τέτοιο. Τουλάχιστον όχι στα ματς που μετράει.
Τα παιχνίδια της Πέμπτης έδειξαν ότι οι δύο «αιώνιοι» θέλουν ακόμη πολλή δουλειά. Έδειξαν, επίσης, ότι και οι δύο πιθανότατα θα πρέπει να σκεφτούν το ενδεχόμενο ενίσχυσης για τη συνέχεια της χρονιάς.
Νίκος Κουσούλης