Παίκτης των Μάβερικς είναι κι επίσημα ο Πέτζα Στογιάκοβιτς, γράφοντας μια ειδική σελίδα στην ιστορία του παγκόσμιου μπάσκετ. Η μετεγγραφή του στο Ντάλας θα τον φέρει δίπλα στον Ντιρκ Νοβίτσκι 13 σεζόν από τη στιγμή που αμφότεροι έκαναν τα πρώτα τους βήματα στο NBA, το 1998-99.
Γράψαμε πριν λίγες ημέρες ότι οι δυο αυτοί παίκτες ήταν που έκαναν «μόδα» τους Ευρωπαίους, και γενικότερα τους μη Αμερικανούς παίκτες, στο NBA. Και έτσι είναι. Μέχρι τη στιγμή που ο Νοβίτσκι και ο Στογιάκοβιτς πάτησαν το πόδι τους στο NBA, η λίγκα ήταν πολύ πιο «πριβέ» από τα τελευταία 13 χρόνια. Τα νούμερα μιλούν από μόνα τους: σχεδόν το 70% των μη Αμερικανών παικτών που έχουν αγωνιστεί ποτέ στο NBA, πάτησε τα παρκέ του καλύτερου πρωταθλήματος του κόσμου μετά τη σεζόν 1998-99 που μπήκαν τα δύο καλύτερα ευρωπαϊκά «προϊόντα» της τελευταίας δεκαπενταετίας.
Οι λόγοι σίγουρα είναι πολλοί, όπως η παγκοσμιοποίηση του μπάσκετ, η εξέλιξή του, το γεγονός ότι παλιότερα ήταν πολύ πιο δύσκολες οι υπερατλαντικές μετακινήσεις παικτών, καθώς το μπάσκετ ήταν τελείως διαφορετικό ως επαγγελματική ενασχόληση, αλλά δεν παύει να ισχύει ότι Ντιρκ και Πέτζα έφεραν επανάσταση. Στα 65 χρόνια της λίγκας, το 70% των ξένων έπαιξε σε αυτή μετά τους Νοβίτσκι και Στογιάκοβιτς, δηλαδή στο τελευταίο 20% της χρονικής ύπαρξης του NBA.
Κι ας μην μπορεί να γίνει ποτέ αληθινά μετρήσιμη η σημασία των Νοβίτσκι και Στογιάκοβιτς για τις μπασκετικές καριέρες περισσότερων από 200 μη Αμερικανών παικτών που έπαιξαν στο NBA μετά από αυτούς λόγω των πάρα πολλών μεταβλητών, κάποιες εκ των οποίων αναφέραμε και παραπάνω, σίγουρα είναι τεράστια στο πώς αντιλαμβάνονται οι Αμερικάνοι την αξία των Ευρωπαίων παικτών.
Και προς αυτή την κατεύθυνση βοήθησε η καριέρα των δύο απίστευτων αυτών παικτών, που ελπίζουν, μαζί πια, στο Ντάλας, να διεκδικήσουν το πρωτάθλημα που λείπει από τις πλούσιες συλλογές τους.
Ο Στογιάκοβιτς έγινε ντραφτ από τους Σακραμέντο Κινγκς στο νούμερο 14 του 1996, όντας ο πρώτος παίκτης εκτός αμερικανικών κολεγίων που μπήκε στον πρώτο γύρο του ντραφτ από το 1990! Ο πρώην MVP του ελληνικού πρωταθλήματος έχει αναδειχτεί 3 φορές all-star, ενώ έχει κατακτήσει 1 χρυσό μετάλλιο σε Ευρωμπάσκετ με τη Σερβία το 2001, ένα χάλκινο το 1999 και ένα χρυσό σε Μουντομπάσκετ το 2002 στην Ιντιανάπολις.
Παρότι έχει χτυπηθεί από τραυματισμούς τα τελευταία χρόνια (από το 2006-07 και μετά) ο Στογιάκοβιτς θεωρείται ένας από τους πιο δολοφονικούς σουτέρ που έχουν περάσει ποτέ από το NBA. Και όχι άδικα, βεβαίως. Έχοντας σηκωθεί πίσω από τα 7.25μ. περισσότερες από 4.200 φορές στην καριέρα του έχει ποσοστό πάνω από 40% (40.1%) με τα 1.718 τρίποντα που έχει βάλει ως τώρα να τον κατατάσσουν 5ο στην ιστορία του NBA σε σύνολο τριπόντων (ενώ η λογική λέει ότι μέχρι το τέλος της σεζόν θα έχει περάσει 3ος) και εννοείται 1ο ανάμεσα σε όλους τους μη Αμερικανούς.
Ο Νοβίτσκι δεν ήταν τόσο τυχερός ώστε να έχει γεννηθεί… Σέρβος, όμως είναι ξεκάθαρα ο καλύτερος παίκτης της εποχής μας. Οδήγησε μια «φτωχή» εθνική Γερμανίας σε δύο απίστευτες επιτυχίες, το χάλκινο μετάλλιο του Μουντομπάσκετ του 2002 και το ασημένιο μετάλλιο στο Ευρωμπάσκετ του 2005 κάνοντας πράγματα εκτός λογικής, με συμπαίκτες που, χωρίς αυτόν δεν καταφέρνουν να περνούν από τους 16-20 σε κάθε διεθνή διοργάνωση!
Είναι 9 φορές all-star ως τώρα, κάθε χρόνο μέσα στους 3-4 στην κούρσα για το MVP, ενώ το 2007 έγινε ο πρώτος Ευρωπαίος που πήρε ποτέ βραβείο MVP κανονικής περιόδου στο NBA. MVP έχει πάρει και στο Ευρωμπάσκετ του 2005, αλλά και στο Μουντομπάσκετ του 2002.
Ο Γερμανός είναι 24ος στη λίστα με τους πρώτους σκόρερ όλων των εποχών στο NBA, εννοείται πιο ψηλά από κάθε άλλον μη Αμερικανό παίκτη στην ιστορία (δεν μετρώ τον Ολάζουον αφού έχει παίξει εθνική Η.Π.Α.). Και είναι σίγουρο ότι μέχρι να σταματήσει την καριέρα του θα ανέβει αρκετές ακόμα θέσεις.
Κάτι που ενώνει τους δύο παίκτες είναι ότι αμφότεροι έχουν αναδειχτεί νικητές στο διαγωνισμό τριπόντων του NBA. Ο Στογιάκοβιτς 2 φορές (πριν… αποχωρήσει από το διαγωνισμό) το 2002 και το 2003 και ο Νοβίτσκι το 2006 (ο ψηλότερος παίκτης που έχει κερδίσει ποτέ το διαγωνισμό).
Ο Στογιάκοβιτς έχει 17.2 πόντους και 4.8 ριμπάουντ μέσο όρο καριέρας, ενώ στην πιο παραγωγική του χρονιά έβαζε 24.2 πόντους ανά αγώνα. Ο Νοβίτσκι έχει 23.0 πόντους και 8.4 ριμπάουντ μέσο όρο καριέρας, ενώ στην πιο παραγωγική του χρονιά ως τώρα έβαζε 26.6 πόντους, διανύοντας φέτος την 9η σεζόν με πάνω από 23.0 πόντους μέσο όρο στην καριέρα του.
Και οι δύο είναι στις συζητήσεις για την καλύτερη δεκάδα Ευρωπαίων παικτών όλων των εποχών, με τον Νοβίτσκι να θεωρείται από πολλούς, και όχι άδικα, ως ο καλύτερος Ευρωπαίος μπασκετμπολίστας όλων των εποχών. Ακόμη κι αν κάποιος διαφωνεί, δύσκολα θα μπορεί να επιχειρηματολογήσει για το αντίθετο, σε συζητήσεις, πάντως, που μπαίνει πολύ η προσωπική κρίση.
Οι «δύσκολοι» Αμερικάνοι, μάλιστα, από το 2006 και μετά τον αναφέρουν ως τον πιο «συνεπή» αστέρα στο παγκόσμιο μπάσκετ, όσον αφορά την παρουσία σε κάθε ματς της ομάδας του και τον θεωρούν τον βασικότερο λόγο που τόσοι Ευρωπαίοι παίζουν στο NBA, καθώς όλοι οι Αμερικανοί σκάουτερς αναζητούν κάθε χρόνο τον… επόμενο Νοβίτσκι. Ίσως για να μη χρειαστεί αυτή τη φορά το «κόλπο του αιώνα» με μετεγγραφή ανάλογη της τράμπας Νοβίτσκι-Τρέιλορ του 1998.
Πιθανότατα, δε, είναι ο μόνος ψηλός στην ιστορία του παγκόσμιου μπάσκετ που κανείς δεν μπορεί να μαρκάρει, καθώς σκοράρει με την ίδια ευχέρεια κοντά στο καλάθι και από το τρίποντο. Το πλέον τρομερό με τον Νοβίτσκι είναι ότι σε πάρα πολλές λίστες των καλύτερων μη Αμερικανών όλων των εποχών, βρίσκεται στην κορυφή (ή υπάρχει πρόβλεψη ότι θα πάει στην κορυφή στο τέλος της καριέρας του), παρότι στις λίστες αυτές βρίσκεται το όνομα του Χακίμ Ολάζουον. Μόνο και μόνο αυτό δείχνει την απίστευτη αξία του παίκτη, είτε είναι δόκιμη η σύγκριση είτε όχι.
Οι συζητήσεις για τους καλύτερους μπορούν να κρατήσουν ώρες, με ονόματα όπως αυτά των Πέτροβιτς, Ντίβατς, Ράτζα, Μαρτσουλιόνις, Κούκοτς, Σαμπόνις, Σρεμπφ να κάνουν τον ανταγωνισμό για την κορυφή απίστευτο, αλλά η αλήθεια είναι μία: δύο από τους καλύτερους της ιστορίας έχουν την ευκαιρία να παίξουν μαζί.
Κι αν νομίζατε ότι φέτος θα είναι η πρώτη φορά που Νοβίτσκι και Στογιάκοβιτς θα «παίξουν» στην ίδια πεντάδα, κάνετε λάθος: το 2002 βρέθηκαν αμφότεροι στην καλύτερη πεντάδα του Μουντομπάσκετ της Ιντιανάπολις! Μόνο που τώρα θα είναι για πολύ περισσότερα από… μερικές φωτογραφίες κι ένα βραβείο.
Νίκος Κουσούλης