Δημοσιεύτηκε στις 2 Νοεμβρίου 2007
Λίγο μπερδεμένος μοιάζει ο Παναθηναϊκός στο ξεκίνημά του και το ντέρμπι με τον Ολυμπιακό δεν τον βρίσκει στην καλύτερή του κατάσταση. Μια πρόχειρη μόνο ανάλυση των αγώνων που έχει δώσει ως τώρα είναι αρκετή για να πείσει ότι οι «πράσινοι» απέχουν από την καλή κατάσταση που τους έχουμε συνηθίσει.
Τέσσερα παιχνίδια έχει δώσει ο Παναθηναϊκός, δύο εντός και δύο εκτός συνόρων. Και τα τέσσερα συγκαταλέγονταν στα «εύκολα» στο πρόγραμμα της ομάδας, υπεράνω κάθε υποψίας για απώλεια βαθμών. Κι όμως, και τα τέσσερα ματς κατέληξαν να είναι ντέρμπι, με τους «πράσινους» λόγω διαφοράς κλάσης παικτών (ατομικής, δηλαδή, και όχι ομαδικής όπως τα προηγούμενα χρόνια) να τα κερδίζουν στο τέλος. 9 πόντους διαφορά το Ρέθυμνο, 6 τον ΠΑΟΚ, οριακές νίκες στην Ευρωλίγκα, με 3 πόντους διαφορά τη Ρόμα και 5 την Μπαμπέργκ, εντός έδρας.
Εκτός από τις διαφορές, ενδεικτικές της κατάστασης είναι και οι παραλλαγές στον τρόπο παιχνιδιού, καθώς σε ένα ματς η ομάδα δέχεται πολλούς πόντους (και κερδίζει με περισσότερους φυσικά), ενώ σε άλλο το σκορ μένει σε χαμηλά επίπεδα, δείγμα του ότι ακόμη δεν έχει διαμορφώσει το πλήρες αγωνιστικό της προφίλ.
Φυσικά, ακόμη είναι υπερβολικά νωρίς για να κρίνουμε την απόδοση και τις διακυμάνσεις σε αυτήν που παρουσιάζει ο Παναθηναϊκός, άλλωστε, μόλις τώρα μπήκε ο Νοέμβρης και λογικό είναι οι παίκτες να είναι ακόμη ανέτοιμοι σωματικά και ψυχολογικά. Ωστόσο, η αλήθεια είναι ότι μέχρι πέρυσι οι «πράσινοι» δεν απαιτούσαν πίστωση χρόνου και εμφάνιζαν καλύτερο πρόσωπο στις αρχές της σεζόν. Άρα, καλό θα ήταν να αναζητήσουμε την πιθανή αιτία στα πρόσωπα, μιας και το τζετ-λανγκ καλό ήταν για αστείο, αλλά όχι σε τέτοιο επίπεδο.
Οι παίκτες που ήρθαν φέτος στο ΟΑΚΑ είναι εγνωσμένης αξίας και οι περισσότεροι είναι δύσκολο να διαταράξουν τη χημεία του συνόλου: ο Σπανούλης έχει ξαναπαίξει με τους περισσότερους συμπαίκτες του, ο Ζίζιτς είναι παίκτης ομάδας, ο Ουίνστον ρολίστας, ο Περπέρογλου δεν έχει ακόμη ρόλο. Συνεπώς, είναι εύκολο να συνειδητοποιήσουμε ότι το «μούδιασμα» στο rotation προκαλεί το μεγάλο όνομα, ο Σαρούνας Γιασικεβίτσιους.
Βέβαια, δεν κριτικάρουμε τη μετεγγραφή του, είναι σπουδαία. Ο Λιθουανός είναι μεγάλος παίκτης και θα προσφέρει πολλά. Απλώς, παρατηρούμε ότι ακόμη υπάρχει δυσκολία στον καθορισμό των ρόλων και στη διαμόρφωση της καταλληλότερης χημείας μεταξύ των 3 καθοριστικών παικτών για το «τριφύλλι»: Διαμαντίδη, Σάρας, Σπανούλη.
Σημαντικό άγχος δεν πρέπει να υπάρχει. Τότε γιατί γράφουμε το άρθρο; Για τον απλό λόγο ότι σε μερικές ημέρες έχουμε σύγκρουση «αιωνίων». Τα προηγούμενα χρόνια, στα ντέρμπι «πράσινων» – «κόκκινων» που γίνονταν στις αρχές της χρονιάς, οι πράσινοι πάντα επικρατούσαν και φυσικά ο θεατής αντιλαμβανόταν τη διαφορά ετοιμότητας των δύο ομάδων, μιας και ο Ολυμπιακός έκανε πολλές αλλαγές στο ρόστερ του. Φέτος, με τον Ολυμπιακό να βρίσκεται στην ίδια κατάσταση, να ψάχνεται αλλά να έχει σαφώς καλύτερο ρόστερ απ’ ό,τι προηγούμενα χρόνια, το ντέρμπι μοιάζει πιο αμφίρροπο.
Η σεζόν έχει πολύ δρόμο, αλλά με τους «ερυθρόλευκους» να έχουν ήδη ξεπεράσει το σκόπελο του Αλεξανδρείου, ένα ενδεχόμενο διπλό στο ΟΑΚΑ, θα φέρει σε δύσκολη θέση τους «πράσινους» σε ό,τι έχει να κάνει με το πλεονέκτημα έδρας. Αυτές οι ομάδες, άλλωστε, δεν αναμένεται να μετρήσουν και πολλές ήττες στην Α1.
Ας δούμε λοιπόν, τι παραπάνω μπορεί να αφομοιώσει ο Σάρας σε σύντομο χρονικό διάστημα και πόσο μπορεί να επηρεάσει τις δύο ομάδες ένα αρνητικό αποτέλεσμα τέτοια εποχή…