Για τη χρονιά του Ολυμπιακού τα είχαμε πει και μετά τον αποκλεισμό των «ερυθρολεύκων» από τη Σιένα. Ουσιαστικά δεν άλλαξε κάτι από τότε. Ο Ολυμπιακός πήρε το Κύπελλο, αλλά έχασε το πρωτάθλημα, δείχνοντας αδύναμος στα σημεία τα οποία «φώναζαν» από την αρχή της χρονιάς.
Οι προγραμματικές δηλώσεις του καλοκαιριού, οι σπασμωδικές κινήσεις και το στήσιμο της ομάδας, όλα εκτέθηκαν στο τέλος της σεζόν. Η χρονιά ήταν ξεκάθαρα πολύ χειρότερη από την περσινή. Φτάνει το Κύπελλο; Έκανε ο Ολυμπιακός πισωγύρισμα φέτος; Ας δούμε την «ερυθρόλευκη» ακτινογραφία, προσπαθώντας να μην επαναλάβουμε τα όσα έχουμε ήδη πει.
Το μεγάλο λάθος
Ξεκάθαρα το μεγαλύτερο λάθος στον φετινό Ολυμπιακό ήταν η αλλαγή προπονητή και ο λόγος που έγινε αυτή. Δεν είναι θέμα προσώπων, δεν είναι θέμα προπονητικής φιλοσοφίας, είναι θέμα διοικητικής φιλοσοφίας, οράματος και προεδρικής σοβαρότητας. Ο Αγγελόπουλοι έχουν ήδη προσφέρει πολλά στον Ολυμπιακό. Όμως, δείχνουν ολοένα και περισσότερο ότι παρασύρονται από τον χείμαρρο οπαδικών συναισθημάτων που κατακλύζει μια ομάδα που έχει να πάρει τίτλο πρωταθλήματος 14 χρόνια.
Ξεκάθαρα πάρα πολλά για έναν σύλλογο όπως ο Ολυμπιακός, αλλά σε τέτοιες στιγμές είναι που επιβάλλεται να γίνονται σωστές, μετρημένες, με όραμα και σοβαρότητα επιλογές από τη διοίκηση. Όταν όλα πάνε καλά δεν υπάρχει πρόβλημα να παρασυρθεί ο διοικητικός παράγοντας από οπαδικά συναισθήματα. Στη χειρότερη να… πετάξει χρήματα σε διαιτητή λέγοντάς τον πουλημένο, ή να φέρει έναν παίκτη που γουστάρει εκείνος στην ομάδα.
Όμως, οι συνεχείς αλλαγές στο ρόστερ και στον πάγκο του Ολυμπιακού δείχνουν ξεκάθαρα τη σύγχυση των Αγγελόπουλων. Ο Ολυμπιακός με τον προηγούμενο προπονητή του στον πάγκο είχε μπει ξανά στον ευρωπαϊκό μπασκετικό χάρτη.
Δύο συνεχόμενες χρονιές στο φάιναλ φορ, μία χρονιά στον τελικό της Ευρωλίγκα, κατάκτηση τίτλου μετά από 8 χρόνια (Κύπελλο), μια ομάδα την οποία ξανά όλοι σέβονταν και φοβούνταν. Πάνω σε αυτό χτίζεις, δεν το γκρεμίζεις για να ξαναχτίσεις από την αρχή.
Ο Γιαννάκης ήταν σε ηλικία που θα μπορούσε να αναλάβει μια μεγάλη ομάδα για 5-10 χρόνια και να αφήσει έργο. Όμως, οι Αγγελόπουλοι θεώρησαν τον τελικό της Ευρωλίγκας δεδομένο, ότι η ομάδα έφτασε εκεί… με τις φανέλες και απλώς χρέωσαν στον προπονητή το χαμένο 40λεπτο με την Μπαρτσελόνα και έναν χαμένο τελικό με τον Παναθηναϊκό που στοίχισε το πρωτάθλημα.
Το κατά πόσο ίσχυε αυτό το είδαμε φέτος. Ο Ολυμπιακός ήταν σαφώς χειρότερος, από ομάδα που έπαιζε το πιο θεαματικό μπάσκετ στην Ευρώπη έγινε ομάδα που αν κολλούσε ο Σπανούλης με βία ξεπερνούσε τους 70 πόντους σε κάθε αγώνα. Ασταθής, μέτριος και με πολλά πολλά προβλήματα στο ρόστερ.
Οι «κόκκινες» φυλλάδες πήραν αυτό που ήθελαν πέρσι το καλοκαίρι, καθώς απαιτούσαν τίτλο «εδώ και τώρα» και χάιδευαν τα αυτιά των φανατικών της εξέδρας ότι το μόνο πρόβλημα της ομάδας ήταν ο κακός της προπονητής. Και οι Αγγελόπουλοι έπραξαν ως οργανωμένοι οπαδοί και όχι ως σοβαροί διοικητικοί παράγοντες που θα σκέφτονταν το μέλλον της ομάδας. Έφευγε ο Γιαννάκης,, λύνονταν όλα. Ε;
Το φάουλ του Ίβκοβιτς
Πράγματι, ο Γιαννάκης έφυγε με συνοπτικές διαδικασίες και χωρίς κανέναν αγωνιστικό λόγο και επιχείρημα. Στη θέση του ήρθε ο προπονητής που συνδύασε το όνομά του με τη μεγαλύτερη επιτυχία στη σύγχρονη ιστορία του Ολυμπιακού: ο Ντούσαν Ίβκοβιτς.
Όμως, ο Ίβκοβιτς το 1997 ήταν 54 χρονών και το 2010 ήταν 67. Ο ίδιος είχε δηλώσει ότι το 2012 σταματά από την προπονητική. Δηλαδή, ο Ολυμπιακός πήρε προπονητή για 2 χρόνια. Ξανά κανένα όραμα, καμία προοπτική για την ομάδα. Απέναντι σε έναν σύλλογο που έχει τον ίδιο άνθρωπο στον πάγκο εδώ και 13 χρόνια, ο Ολυμπιακός θέλησε να αντιπαρατάξει τον πιο έμπειρο Ευρωπαίο προπονητή, αλλά όχι κάποιον που θα μπορέσει να χτίσει μια ομάδα που θα έχει μέλλον και διάρκεια. Σε δυο χρόνια… ξανά από την αρχή.
Το φάουλ του Ίβκοβιτς ήταν ότι μπήκε στη διαδικασία να παίξει το παιχνίδι των φυλλάδων και εξαρχής έθεσε εαυτόν σε σύγκριση με τον προκάτοχό του. Δηλώσεις όπως το «φέτος είμαι εγώ εδώ», ή το «φέτος ο Ολυμπιακός δεν θα υστερεί στον πάγκο έναντι του Παναθηναϊκού», ήταν δηλώσεις που ουσιαστικά ήθελαν να πικάρουν τον Γιαννάκη και να του ρίξουν το φταίξιμο για την «αποτυχία» της περασμένης σεζόν (η αποτυχία σε εισαγωγικά γιατί για μένα ομάδα που φτάνει στον τελικό Ευρωλίγκας δεν είναι αποτυχημένη). Λανθασμένες από όποια πλευρά κι αν τις δει κανεις: συναδελφικότητας, fair play, σοβαρότητας, ακόμα και ωριμότητας.
Ο κόσμος ήθελε εγχώριο τίτλο, οι Αγγελόπουλοι το ίδιο, ο Ίβκοβιτς ήταν ο μεσσίας που θα τον έφερνε στην ομάδα. Και, όπως πάντα, ο Ίβκοβιτς έκανε ιδιαίτερες επιλογές στο ρόστερ του.
Ρίχνοντας τον πήχη
Παρότι είχε απόλυτη ελευθερία επέλεξε να κατεβάσει πολύ το επίπεδο των ξένων της ομάδας, σε μια χρονιά μάλιστα που η σύγκριση θα ήταν αδυσώπητη, καθώς πέρσι τη φανέλα της ομάδας φορούσαν ο Τσίλντρες και ο Κλέιζα. Έτσι, ο Ολυμπιακός από την ομάδα με το καλύτερο 3-4 στην Ευρώπη, αποφάσισε να ρίξει το βάρος στο 1-2.
Ο Τεόντοσιτς έμεινε, ο Νεστέροβιτς ήταν η μόνη υψηλού επιπέδου μετεγγραφή ξένου. Κέσελι, Νίλσεν, Γκόρντον, Έρτσεγκ, Χαλπερίν οι υπόλοιποι. Και τα λάθη του Ίβκοβιτς απανωτά.
Λάθος πρώτο: Αρχικά για 3 μήνες ξεκαθάριζε ότι δεν του κάνουν οι Έρτσεγκ και Χαλπερίν. Τελικά, έψαξε σε όλη την Ευρώπη για δύο παίκτες στο «2» και το «4» και… δεν βρήκε κανέναν που να του κάνει. Προφανώς και παίκτες υπήρχαν, αλλά ο Ίβκοβιτς ξεκάθαρα δεν ήθελε κάποιον που θα κλέψει το φως των προβολέων. Είπαμε: το φετινό πρωτάθλημα ο Ολυμπιακός έπρεπε να το πάρει λόγω Ίβκοβιτς. Έτσι, ξαφνικά τον Νοέμβριο Έρτσεγκ και Χαλπερίν από… άσχετοι έγιναν μέλη της ομάδας και τους δόθηκε ρόλος.
Λάθος δεύτερο: Μετά την επικοινωνιακή ήττα από την Κάχα Λαμποράλ στο θέμα του Μπιέλιτσα ο Ολυμπιακός κινήθηκε για παίκτη που έπαιζε 1,5 θέση πιο κάτω, απλώς και μόνο γιατί ήταν και αυτός φέρελπις Σέρβος. Αν ο Μπιέλιτσα αποδείχτηκε 1 φορά άγουρος και ανέτοιμος για το υψηλότερο επίπεδο ο Μάρκο Κέσελι ήταν… 10.
Με ελάχιστες εκλάμψεις μέσα στη σεζόν, ο νεαρός Σέρβος μετά από ένα σημείο φαινόταν ότι ξεκάθαρα ήθελε πολύ περισσότερο ψήσιμο για να σταθεί σε ομάδα τέτοιου επιπέδου. Δεν μπορούσε να μπει στη λογική του αγώνα όταν έπρεπε να μπει για 5 λεπτά και να προσφέρει, δεν μπορούσε να βρει αυτοπεποίθηση για το σουτ του που όλο και έπεφτε, ενώ από το Φλεβάρη και μετά δεν πρόσφερε απολύτως τίποτα. Λίγο ο τραυματισμός του, λίγο το γεγονός ότι είχε χάσει κάθε ίχνος πίστης στις δυνάμεις του, στα κρίσιμα ήταν αόρατος. Δεν στηρίζει το σουτ μιας ομάδας που θέλει να χτυπήσει Ευρωλίγκα σε ένα 22χρονο παιδί. Ξεκάθαρα. Εδώ η Μπαρτσελόνα έχασε Μάικλ και Μπαζίλε και πήρε Άντερσον και Ινγκλς και πάλι απέτυχε στην Ευρώπη. Ο Ολυμπιακός έφτιαξε ρόστερ στο οποίο ο καλύτερος σουτέρ που θα ξεκολλούσε την ομάδα στα δύσκολα με το μακρινό του σουτ ήταν ένας 22χρονος που δεν είχε ξαναπαίξει σε τόσο υψηλό επίπεδο και με τέτοιες απαιτήσεις ως τώρα.
Λάθος τρίτο: Η απόκτηση του Νίλσεν δεν είναι ακριβώς λάθος. Ο Αυστραλός προερχόταν από την καλύτερη χρονιά της καριέρας του και όσο κι αν η σύγκριση με τον προκάτοχό του στο «4» θα τον αδικούσε, ήταν ο παίκτης που θέλει κάθε προπονητής. Σοβαρός, ώριμος, με καλό σουτ και σωστές κινήσεις, καλός ριμπάουντερ και αμυντικός.
Αυτός ήταν ο Νίλσεν που ξέραμε. Το αν ο τραυματισμός του ήταν ο λόγος… που δεν ήρθε αυτός στην Ελλάδα ή αν απλώς δεν έδεσε με την ομάδα μικρή σημασία έχει. Ότι ο Νίλσεν δεν μπορούσε να βοηθήσει φάνηκε από τον Νοέμβρη-Δεκέμβρη. Από τότε το είχε καταλάβει και ο Ίβκοβιτς αφού είχε αρχίσει να τον περιθωριοποιεί. Κι όμως, καμία κίνηση να έρθει άλλος παίκτης σε μια περίοδο που θα μπορούσε να δέσει με την ομάδα χωρίς κανένα αγωνιστικό κόστος. Η γνωστή επιμονή του Ίβκοβιτς στις επιλογές του, όσο λάθος κι αν είναι. Τελικά, ο Ολυμπιακός αναγκάστηκε να βγάλει τη χρονιά χωρίς ουσιαστικά να έχει τον παίκτη που προοριζόταν για βασικός στο «4».
Λάθος τέταρτο: Τον Τζαμόν Γκόρντον τον ξέραμε από το Μαρούσι. Καλός αμυντικός, με καλές κινήσεις στην επίθεση, πολύ μέτριος σουτέρ. Η επιλογή του έβγαζε νόημα, καθώς κάθε ομάδα χρειάζεται έναν τέτοιο παίκτη στην περιφέρεια, ιδίως αν όλοι οι υπόλοιποι είναι προσανατολισμένοι επιθετικά (Σπανούλης, Τεόντοσιτς, Κέσελι). Όμως, ο Γκόρντον ήταν γνωστό ότι δεν θα έλυνε το επιθετικό πρόβλημα του Ολυμπιακού. Δεν μπορεί να σκοράρει από μακριά με συνέπεια, δεν μπορεί να τραβήξει το κουπί στο σκοράρισμα.
Οπότε θα είχε επικουρικό ρόλο. Τελικά, στο τέλος της σεζόν αποδείχτηκε ότι ήταν ο πιο σταθερός παίκτης της ομάδας και είχε με το σπαθί του κερδίσει το σεβασμό όλων. Αυτό, όμως, παράλληλα είναι μομφή για τους υπόλοιπους και δείχνει τα κενά του ρόστερ. Αλήθεια, τι από αυτά που έκανε ο Γκόρντον φέτος δεν θα μπορούσε να κάνει ο Πελεκάνος αν είχε τον ίδιο χρόνο συμμετοχής;
Ουσιαστικά, δηλαδή, ο Ολυμπιακός έκανε μια μόνο σωστή επιλογή στους ξένους το καλοκαίρι και δεν έδειξε καμία διάθεση να διορθώσει τις λάθος, παρότι από τον Νοέμβρη ήταν εμφανείς. Ήταν θέμα χρημάτων; Προφανώς και όχι. Παίκτες όπως ο Στίβεν Σμιθ (ας πούμε) που είναι ξεκάθαρα επιπέδου Ευρωλίγκας (και που ο Ολυμπιακός δεν είχε τέτοιο παίκτη), υπέγραψαν πολύ χαμηλά συμβόλαια. Ήταν μόνο θέμα διάθεσης του προπονητή.
Ποιο «3»;
Από πολλούς η θέση του σμολ φόργουορντ θεωρείται η πιο σημαντική στο σύγχρονο μπάσκετ. Είναι η σύνδεση της περιφέρειας με τη ρακέτα, είναι ο παίκτης που αν ξεχωρίζει είναι σχεδόν σίγουρο ότι η ομάδα του θα επιτύχει. Ο ΠΑΟΚ το έκανε στη φετινή Α1, η Μακάμπι στη φετινή Ευρωλίγκα, η Μπαρτσελόνα και ο Ολυμπιακός στην περσινή Ευρωλίγκα. Βέβαια αυτό δεν είναι απόλυτο και φάνηκε πως ο Ίβκοβιτς… δεν το συμμερίζεται.
Έτσι, αποφάσισε να αφήσει τον Ολυμπιακό «γυμνό» στο «3». Και μάλιστα ενώ την προηγούμενη σεζόν εκεί έπαιζε ο Τσίλντρες, πρώτος σκόρερ της Α1. Τότε ο Γιαννάκης είχε κατηγορηθεί ότι… δεν έβαζε πολύ τον Παπανικολάου, οπότε προφανώς σε συνέχεια των αρχικών του δηλώσεων ο Ίβκοβιτς θέλησε «να πάρει ένα και με τον Παπανικολάου» για να παραφράσουμε γνωστή ατυχή ατάκα.
Ο Ολυμπιακός είχε τον Παπανικολάου, τον Βασιλόπουλο, τον Πελεκάνο και τον Κέσελι στο «3», ενώ φαινόταν ότι εκεί θα παίζει και ένας από την τριάδα Σπανούλη-Τεόντοσιτς-Παπαλουκά, ίσως και ο Γκόρντον. Δηλαδή, με τον Πελεκάνο να μην υπολογίζεται, δεν είχε ούτε ένα έμπειρο τριάρι. Και μπορεί η χρονιά να βοήθησε σίγουρα πολύ τον Παπανικολάου, αλλά τον Ολυμπιακό καθόλου.
Ξεκάθαρα το πρώτο λάθος ήταν ότι το προπονητικό επιτελείο υπολόγιζε στον Βασιλόπουλο (η δήλωση ήταν: «δεν χρειαζόμαστε τριάρι, έχουμε τον Βασιλόπουλο»). Μπορεί ο Έλληνας φόργουορντ να έπαιρνε πολλά λεφτά, μπορεί να θέλαμε όλοι να ξαναπαίξει μπάσκετ, αλλά δεν μπορείς να υπολογίζεις σε έναν παίκτη που έχει ενάμισι χρόνο να πατήσει παρκέ. Αν με το καλό επιστρέψει και δείξει ότι μπορεί να επανέλθει, τότε τον εντάσεις. Από πριν δεν μπορείς να το κάνεις. Ιδίως με τραυματισμός τη μέση.
Ο Κέσελι δεν ήταν τριάρι (για δυάρι… πλασαριζόταν τόσα χρόνια), αλλά και να ήταν, έδειξε ότι δεν μπορεί να προσφέρει. Η τριάδα δεν έδεσε ποτέ καθώς ήθελε περίπου 3 μπάλες για να παίζει μαζί στο παρκέ, μιας και Τεόντοσιτς και Σπανούλης δεν κατάφεραν να συνεργαστούν όπως φαντάζονταν όλοι, ενώ ο Πελεκάνος έκανε παρέα… στον Βασιλόπουλο μέχρι το τέλος της άνοιξης. Δηλαδή, επιστρέψαμε και πάλι στον Γκόρντον, που ούτε αυτός είναι τριάρι.
Ο Παπανικολάου προσπάθησε, αλλά το θέμα είναι ότι δεν ήταν έτοιμος και με τον τρόπο που χρησιμοποιήθηκε ουσιαστικά εκτέθηκε. Και ο Ίβκοβιτς έδειξε ότι ουσιαστικά δεν τον πίστευε. Τι εννοώ; Δείτε τον πίνακα στο πλάι (κάντε κλικ πάνω του για να τον δείτε σε μεγάλο μέγεθος) με τα ματς και τους χρόνους συμμετοχής του Παπανικολάου.
Από τον πίνακα φαίνεται ότι ο Ίβκοβιτς όλη τη χρονιά ήταν σε σύγχυση ως προς το ρόλο του Παπανικολάου στην ομάδα. Ενώ ήταν το βασικό του τριάρι ουσιαστικά (ξεκίνησε πεντάδα 13 από ντους 22 αγώνες κανονικής περιόδου που έπαιξε, 7 από τους 8 πλέι οφς και 14 από τους 16 στην Ευρωλίγκα, δηλαδή 35 από τους 47 με τον τελικό Κυπέλλου), έπαιξε πάνω από 25 λεπτά μόνο 6 φορές όλο το χρόνο (σημειώνεται με μπλε χρώμα στον πίνακα), ενώ έπαιξε 15-20 λεπτά 21 φορές και λιγότερα από 15 λεπτά 20 φορές, ενώ 9 φορές έμεινε εκτός δωδεκάδας ή ήταν στη δωδεκάδα και δεν αγωνίστηκε.
Επίσης, βλέπουμε ότι παίζει πάνω από 15 λεπτά στα 9 από τα πρώτα 14 παιχνίδια, δηλαδή στο 64% των αγώνων στην αρχή της χρονιάς, ενώ το ποσοστό αυτό στη συνέχεια πέφτει στο 43% από τότε και ως το τέλος της σεζόν.
Κοιτώντας και τα δύσκολα παιχνίδια (ήττες και νίκες με λιγότερους από 10 πόντους) έχει παίξει πάνω από 15 λεπτά μόνο σε 5 από τα 23 τέτοια ματς μέσα στη σεζόν, δηλαδή στο 22% των αγώνων αυτών. Στην ουσία ο Ίβκοβιτς με τη χρησιμοποίηση του Παπανικολάου έδειχνε ότι πίστευε πως δεν μπορεί να στηριχτεί στο βασικό του τριάρι (ούτε και σε κάποιο άλλο βεβαίως).
Ο… άλλος Τεόντοσιτς
Για τον Μίλος Τεόντοσιτς τα είχαμε πει και στο άρθρο μετά τον αποκλεισμό από τη Σιένα. Η κατάσταση δεν άλλαξε ως το τέλος της χρονιάς, με τον Τεόντοσιτς να δείχνει ότι δεν μπορούσε να παίξει φέτος όπως ήθελε. Ξεκάθαρα αποδείχτηκε πια ότι με τον Γιαννάκη έπαιζε καλύτερα γιατί το στιλ μπάσκετ του ταίριαζε περισσότερο και ήταν πιο ικανοποιημένος με το ρόλο του στην ομάδα.
Αντιθέτως, όταν άλλαξε ο προπονητής ακούγαμε ότι ο Τεόντοσιτς έπαιζε έτσι πέρσι λόγω… Ίβκοβιτς, επειδή του είχε… μάθει μπάσκετ στο πλαίσιο της εθνικής. Προφανώς αστείο επιχείρημα, που καταρρίφθηκε φέτος, με τον Σέρβο να κάνει κακή χρονιά, ενώ πέρσι ήταν MVP της Ευρωλίγκας.
Μετά το 3ο ματς του Top-16 ο Τεόντοσιτς εξαφανίστηκε, ενώ δεν εμφανίστηκε ούτε στους τελικούς, όπου, βέβαια, ο Ίβκοβιτς είχε αρχίσει τα πειράματα, αφήνοντάς τον εκτός πεντάδας σε δύο από τα 4 ματς, δύο από τα χειρότερα παιχνίδια του στην καριέρα του στον Ολυμπιακό. Προφανώς καθόλου τυχαίο.
Αλλά και ο χρόνος του Σέρβου άσου έπεφτε όσο προχωρούσε η σεζόν και σίγουρα τον έκανε να νιώθει άσχημα με το ρόλο του στην ομάδα. Έπεσε από τα 29 λεπτά ανά αγώνα στην κανονική περίοδο της Ευρωλίγκας στα 23 στο Top-16 και στα 16 στα προημιτελικά, ενώ στους 4 τελικούς έπαιξε 27 λεπτά στον 1ο, 22 στον 2ο, 20 στον 3ο και 19 στον 4ο.
Η περίφημη τριάδα
Όμως, και το μεγαλύτερο στοίχημα του Ίβκοβιτς χάθηκε. Δεν ήταν άλλο από την περίφημη τριάδα αστέρων στην περιφέρεια: Σπανούλης, Τεόντοσιτς, Παπαλουκάς θα… το έπαιρναν μόνοι τους με την κλάση και την εμπειρία τους, ο Ολυμπιακός θα είχε… 40 ασίστ σε κάθε ματς και διάφορα άλλα που ακούγαμε από πέρσι το καλοκαίρι.
Τελικά, οι τρεις απέδειξαν ότι δυσκολεύονταν πολύ να συνυπάρξουν, καθώς και οι τρεις θέλουν την μπάλα για να δημιουργήσουν και κανείς δεν έχει μάθει να κινείται χωρίς αυτή. Αποτέλεσμα, η επίθεση του Ολυμπιακού να γίνει περισσότερο στατική απ’ όσο θα περίμενε κανείς με τρεις από τους καλύτερους Ευρωπαίους πασέρ στο ρόστερ.
Ο Νεστέροβιτς ήταν ο μόνος που μπορούσε να παίξει το pick ‘n’ roll από όλους τους ψηλούς του ρόστερ, δείγμα του πόσο λάθος ήταν στημένος ο Ολυμπιακός, με τρεις περιφερειακούς πασέρ και έναν σε όλο το ρόστερ για να… παίρνει τις πάσες.
Πόσες φορές είδαμε στη σεζόν Σπανούλη και Τεόντοσιτς να κάνουν «σκοτωμένα» σουτ στο τέλος της επίθεσης επειδή δεν βγήκε σουτ από το σύστημα; Πόσες φορές ο Ίβκοβιτς αναγκάστηκε να κρατήσει τον έναν ή και τους δύο από την τριάδα στον πάγκο για να λειτουργήσει η περιφέρεια της ομάδας; Πόσες φορές είδαμε τους τρεις να παίζουν μαζί και να μην μπορούν να συνεννοηθούν στην επίθεση; Το ονειρεμένο σενάριο του να παίζουν οι τρεις τους μαζί σε κάθε δύσκολο ματς μετά το 34ο λεπτό και να το καθαρίζουν εύκολα, έγινε ελάχιστες φορές μέσα στη χρονιά, έως ποτέ.
Ο Σπανούλης και το πρωτάθλημα του… Ιουλίου!
Σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη της χρονιάς έπαιξε και η απόκτηση του Σπανούλη. Το ασόδυο υπερφορτώθηκε με 3 αστέρες που, όπως είδαμε και πιο πάνω, δεν μπόρεσαν να συνεργαστούν όπως και οι ίδιοι θα ήθελαν. Απ’ την άλλη, η κίνηση αυτή έκανε τον Ολυμπιακό πρωταθλητή μετεγγραφών το καλοκαίρι στην Ελλάδα. Το βάρος που έπεσε στον Σπανούλη ήταν τεράστιο και αυτό φάνηκε στα ματς εναντίον του Παναθηναϊκού που το κάθε πόδι του Σπανούλη φαινόταν να ζυγίζει 200 κιλά και η μπάλα άλλα 500.
Βέβαια, ο Σπανούλης έχασε «μεγάλη ευκαιρία» φέτος. Αν είχε πάρει το πρωτάθλημα θα μπορούσε να στηρίξει την άποψη ότι αυτός ήταν ο βασικός λόγος τίτλων του Παναθηναϊκού τόσα χρόνια, λόγος άλλωστε που αποτέλεσε και την αιτία διαζυγίου των δύο πλευρών όταν ο Σπανούλης ένιωσε ότι στον Παναθηναϊκό δεν τον σεβάστηκαν. Ίσως ήταν αυτό το βάρος που ένιωθε ο Σπανούλης, ίσως ήταν καθαρά αγωνιστικό το θέμα, πάντως, σε πολλά κρίσιμα ματς δεν απέδωσε τα αναμενόμενα.
Βέβαια και οι προσδοκίες είχαν ξεπεράσει το λογικό, αφού από ένα σημείο και μετά το περσινό καλοκαίρι ο Σπανούλης ήταν κάτι σαν το Διγενή Ακρίτα, που μόνο με τον… Χάροντα θα έβρισκε ισάξιο αντίπαλο. Τι έμεινε από τη χρονιά τελικά; Η απομυθοποίηση του Σπανούλη που τελικά δεν… έβγαζε κεραυνούς από τον πισινό του για να “σκοτώνει” τους αντιπάλους όπως αποδείχτηκε και η κριτική ακόμα και σε αυτόν που «απογοήτευσε τους ‘ερυθρόλευκους’ οπαδούς καθώς δεν στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων και των λεφτών που παίρνει». Όμως, έτσι (σοβαρή) δουλειά δεν γίνεται.
Και τώρα τι;
Ο Ολυμπιακός είναι σε σταυροδρόμι ξανά. Με τις αποφάσεις του περασμένου καλοκαιριού θα πρέπει να διαλύσει την ομάδα και να τη ξαναχτίσει κάποιος άλλος είτε φέτος είτε του χρόνου. Ήδη υπάρχουν φήμες που μιλούν για απόλυση Ίβκοβιτς φέτος, για τους λόγους που είπαμε πιο πάνω. Μα όλα αυτά ήταν γνωστά εξαρχής.
Δεν είχε πει ψέματα για την ηλικία του ο Ίβκοβιτς, ούτε είχε δείξει ποτέ στην καριέρα του δείγματα που θα μας έκαναν να πιστέψουμε ότι φέτος θα προτιμούσε άλλο ρόστερ ή ότι θα ήταν λιγότερο «εγωιστής» (η επιλογή του Κέσελι αντί του Παπανικολάου στον 4ο τελικό δείχνει αυτό ακριβώς. Ο Ίβκοβιτς θέλησε έστω και την τελευταία στιγμή να αποδείξει σε όλους ότι είχε δίκιο που επέλεξε τον Κέσελι στην ομάδα και ότι αυτός θα του έπαιρνε το ματς στο ΟΑΚΑ). Ποιος ξεχνά τι αλλαγές είχε κάνει στο ρόστερ το καλοκαίρι του 1997 μετά την κατάκτηση της Ευρωλίγκας και το πόσο είχε αφελληνοποιήσει τότε τον Ολυμπιακό; Στα 65 του θα άλλαζε; Αυτά δεν είναι μομφή για τον Ίβκοβιτς, απλώς μου κάνει εντύπωση που πολλοί μοιάζουν σα να ανακάλυψαν την Αμερική τώρα που τα συνειδητοποίησαν. Αυτός ήταν πάντα ο Ίβκοβιτς.
Η απόλυσή του τώρα θα ήταν άλλη μία σπασμωδική κίνηση. Βέβαια, και να μην έρθει φέτος, θα γίνει του χρόνου. Οπότε και πάλι ο Ολυμπιακός έχει ημερομηνία λήξης. Ο Σπανούλης είπε μετά τη σεζόν ότι ο Ολυμπιακός «πρέπει να επενδύσει σε αυτή την ομάδα». Όμως πώς θα γίνει αυτό όταν είτε φέτος είτε του χρόνου θα έρθει άλλος προπονητής με άλλη φιλοσοφία, άλλους παίκτες στο μπλοκάκι του, άλλο τρόπο παιχνιδιού και… επίσης κοντινή ημερομηνία λήξης;
Οι Αγγελόπουλοι μετά τη σεζόν εμφανίστηκαν απογοητευμένοι με τον κόσμο της ομάδας. Η αλήθεια είναι ότι ο κόσμος δεν αγκάλιασε την ομάδα ούτε φέτος. Όμως, δεν το είχε κάνει πέρσι που ο Ολυμπιακός πήγαινε τρένο στην Ευρώπη, φέτος θα το έκανε;
Και εκτός αυτού, πώς προστάτευσαν οι Αγγελόπουλοι τους υγιώς σκεπτόμενους φιλάθλους ή οπαδούς του Ολυμπιακούς από τους χούλιγκαν ώστε οι πρώτοι να πάνε στο γήπεδο; Αφήνοντας τους κάφρους να καταστρέψουν την ομάδα στους περσινούς τελικούς και να έχει φέτος ο Ολυμπιακός 9 από τα 13 ματς στην Α1 κεκλεισμένων των θυρών;
Ποια οικογένεια θα πήγαινε στο γήπεδο μετά από αυτά; Τουλάχιστον, πόσοι θα αποφάσιζαν να πάρουν διαρκείας το περασμένο καλοκαίρι; Οι επενδύσεις είναι καλές, το να δίνεις λεφτά για παίκτες είναι πολύ σημαντικό και σίγουρα οι Αγγελόπουλοι έβγαλαν τον Ολυμπιακό από την αφάνεια της περασμένης δεκαετίας. Όμως, πρέπει να σέβεσαι και τον ιδρώτα σου, και τα λεφτά σου, και την προσπάθειά σου, και τον κόσμο της ομάδας.
Το ρόστερ
Το πιο πιθανό, είτε μείνει ο Ίβκοβιτς είτε όχι, είναι ο Ολυμπιακός να αλλάξει εξ ολοκλήρου πρόσωπο του χρόνου ξανά. Παπανικολάου, Μαυροκεφαλίδης και Σπανούλης είναι ουσιαστικά οι μόνοι σίγουροι για το ρόστερ της επόμενης περιόδου.
Ο Μπουρούσης (αν δεν γίνει λοκ άουτ) ίσως σκεφτεί το NBA, αν και το πιθανότερο είναι να μείνει στην ομάδα. Ο Παπαλουκάς έχει ήδη πει ότι θέλει να παίξει αλλού (εξάλλου στον Ολυμπιακό δεν υπάρχει περίπτωση να πάρει κοντά στα 3,5 εκατομμύρια ευρώ που έβγαζε τώρα). Ο Πρίντεζης είναι ουσιαστικά μετέωρος και οι πιθανότητες παραμονής του είναι 50-50.
Ο Νεστέροβιτς θα ξεκινά την ερχόμενη σεζόν με 35 χρόνια στην πλάτη, γι’ αυτό και έχει ήδη πει ότι σκέφτεται σοβαρά να αποχωρήσει από το μπάσκετ. Ο Τεόντοσιτς δεν έχει ουσιαστικό λόγο να φύγει, αν και οι Ισπανοί τον γλυκοκοιτάζουν και μια τρελή πρόταση από την Μπάρτσελόνα (που θέλει να αντικαταστήσει τον Ρούμπιο) δεν είναι σίγουρο ότι θα ισοφαριστεί από τον Ολυμπιακό (αυτή τη στιγμή είναι πολύ δύσκολο η ομάδα να δώσει 2-3 εκατομμύρια ευρώ για έναν παίκτη, ακόμη και τον Τεόντοσιτς).
Οι Νίλσεν, Έρτσεγκ, Χαλπερίν λογικά θα φύγουν, ο Βασιλόπουλος δεν μπορεί να υπολογίζεται, ο Κέσελι στην καλύτερη θα δοθεί δανεικός, ο Γκόρντον ίσως παραμείνει, ιδίως αν μείνει ο Ίβκοβιτς. Ο Πελεκάνος μάλλον θα φύγει, το ίδιο και ο Γλυνιαδάκης.
Δηλαδή, ο Ολυμπιακός ίσως χρειαστεί μέχρι και… 10 μετεγγραφές το καλοκαίρι! Ακόμα και στο καλύτερο δυνατό σενάριο που του χρόνου θα υπάρχουν στην ομάδα οι Σπανούλης, Μπουρούσης, Μαυροκεφαλίδης, Τεόντοσιτς, Γκόρντον, Νεστέροβιτς, ο Ολυμπιακός θέλει 6 παίκτες δωδεκάδας, ανάμεσά τους 3 ξένοι. Με τα μέχρι στιγμής δεδομένα η επιστροφή του Σλούκα είναι μάλλον σίγουρη, αλλά δεν είναι εξίσου σίγουρο ότι θα κάνει καλό και στον ίδιο τον παίκτη.
Ξανά σε σταυροδρόμι, ξανά χτίσιμο από την αρχή, ξανά πίστωση χρόνου. Κι αν μείνει ο Ίβκοβιτς όλα αυτά θα τα ξαναζήσουμε του χρόνου το καλοκαίρι με άλλο προπονητή στον «ερυθρόλευκο» πάγκο. Η μόνη σίγουρη συνταγή για την επιτυχία και την κορυφή είναι η σταθερότητα στον πάγκο. Ένας προπονητής, να κάνει τη δουλειά του, να τον στηρίζει η διοίκηση, να αφήσει έργο, να χτίσει μια ομάδα η οποία (κακά τα ψέματα) πρέπει να γκρεμίσει την ευρωπαϊκή αυτοκρατορία του 21ου αιώνα πράγμα πάρα πολύ δύσκολο που θέλει υπομονή.
Και ο Ολυμπιακός μέχρι στιγμής αρνείται να ακολουθήσει αυτή τη συνταγή ή να δείξει οποιοδήποτε ίχνος υπομονής. Και κάθε χρόνο το πληρώνει. Λάθη διοικητικά, λάθη εγκληματικά, λάθη που δείχνουν ότι οι αποφάσεις δεν παίρνονται με ωριμότητα και καθαρό μυαλό. Έφτασε κοντά στο να το αλλάξει αυτό με τον Γιαννάκη, αλλά δεν είχε την υπομονή και διέλυσε όσα είχε χτίσει. Πιο πριν… έφταιγε ο Γκέρσον. Πέρσι… έφταιγε ο Γιαννάκης. Φέτος ποιος;
Νίκος Κουσούλης