Ολοκληρώνουμε σήμερα το τεράστιο και απολαυστικό αφιέρωμα στον Ντένις Ρόντμαν με το δεύτερο κομμάτι με τις ατάκες του. Σκέψεις και απόψεις για τον Ντέιβιντ Ρόμπινσον, τον Χακίμ Ολάζουον, τον Σκότι Πίπεν, τον Μάικλ Τζόρνταν, τον Γκρεγκ Πόποβιτς, τον Φιλ Τζάκσον, τον Λάρι Μπερντ, τον Μάτζικ Τζόνσον, τον Ουίλτ Τσάμπερλεν, τους ομοφυλόφιλους, τη Μαντόνα.
Προσδεθείτε για το τελευταίο πολύχρωμο ταξίδι του αφιερώματος, το πιο «γαργαλιστικό», αφού το «Σκουλήκι» δεν χαρίζει κάστανα σε κανέναν.
Για τα όσα είχε πει για τον Λάρι Μπερντ, όταν είχε ανοίξει ρατσιστική συζήτηση με ένα σχόλιό του, αλλά μετά ξεκαθάρισε τα πράγματα: «Χάσαμε στους τελικούς της Ανατολής από τους Σέλτικς στο 7ο παιχνίδι με 117-114 στη Βοστόνη. Μετά την ήττα, υπήρχε τόσος πόνος σ’ εκείνα τα αποδυτήρια… Θεωρούσαμε την ομάδα μας καλύτερη και ήμασταν απίστευτα τσαντισμένοι με τη συμπεριφορά των φιλάθλων στο Μπόστον Γκάρντεν. Μας γιουχάιζαν άγρια σ’ όλους τους αγώνες κι έλεγαν ό,τι τους κατέβαινε. Έβριζαν τις μάνες των παικτών, τις φιλενάδες τους, τις γυναίκες τους – ακόμα και το μπάσκετ. Ήταν οι πιο άγριοι οπαδοί που είχαν αντιμετωπίσει ποτέ… […] Μάρκαρα τον Μπερντ σ’ εκείνους τους αγώνες κι αυτό είχε γίνει το μόνο θέμα συζήτησης. Δεν είχα καμιά όρεξη να πω τις σωστές κουβέντες κι έτσι άρχισαν να λέω τα δικά μου. Έλεγα ό,τι μου κατέβαινε, οτιδήποτε θα μου έφτιαχνε λίγο το κέφι κι ίσως θα με βοηθούσε να εκδικηθώ εκείνους τους οπαδούς. Όταν με ρώτησαν για τον Μπερντ απάντησα ‘Ο Λάρι Μπερντ έχει υπερτιμηθεί από πολλές απόψεις. Εγώ δεν νομίζω πως είναι ο καλύτερος παίκτης. Είναι φοβερά υπερτιμημένος. Προς τι η τόση δημοσιότητα; Επειδή είναι λευκός. Ποτέ δεν λένε για ένα μαύρο παίκτη ότι είναι ο καλύτερος’. […] εκνευρισμένος, ξαναμμένος, τσαντισμένος μίλαγα χωρίς να σκέφτομαι. Ήθελα να φορτώσω ένα μέρος του πόνου μου σε κάποιον άλλον κι ο Λάρι έτυχε να είναι η εύκολη επιλογή. Ήταν ο καλύτερης στόχος για να εκδικηθείς τους οπαδούς επειδή τον έχουν σαν θεό. Αυτά όμως δεν βγήκαν στις εφημερίδες: έτσι που το ‘πα φάνηκα σαν ρατσιστής και σαν τύπος που δεν ξέρει να χάνει. Οφείλω να αναγνωρίσω στον Λάρι Μπερντ ότι ήταν σπουδαίος παίκτης. Ήξερε καλά το παιχνίδι κι ήταν έξυπνος. Αυτά είναι που μετράνε. Το χρώμα δεν έχει σχέση. Το θέμα είναι πώς παίζεις μπάσκετ, κι αυτός ο μάγκας ήξερε να παίζει. Αν είχα σκεφτεί πριν μιλήσω θα το είχα πει διαφορετικά. Δεν θα είχα ανακατέψει το φυλετικό. Αυτό που έπρεπε να είχα πει είναι ότι ‘ο Λάρι Μπερντ είναι μεγάλος παίκτης αλλά τραβάει πολλά βλέμματα επειδή παίζει στη Βοστόνη, δηλαδή σε μια πόλη που είχε πολύ καιρό να δει έναν ξεχωριστό παίκτη. Η τόση δημοσιότητα του Μπερντ οφείλεται στην πόλη για την οποία παίζει’. Μετά από αυτό έλαβα εχθρικά γράμματα. Τόνους ολόκληρους. Πολύς κόσμος ούτε που με είχε ακουστά, αφού δεν έπαιξα πολύ την πρώτη μου χρονιά ως ρούκι. Υπέροχος τρόπος για να κάνεις το όνομά σου γνωστό».
Για το trash-talking του Μπερντ, αλλά και το μεγαλείο του ως παίκτη: «Ο Μπερντ ήταν από τους μεγαλύτερους φαφλατάδες που έχω συναντήσει ποτέ. Μόλις έβαζε ένα καλάθι έλεγε ‘Μα ποιος με μαρκάρει; Κανείς δεν με μαρκάρει’. Μετά με κοίταζε κι έλεγε ‘εσύ υποτίθεται ότι με μαρκάρεις;’. Καμιά φορά δεν σταμάταγε να λέει τέτοια σ’ όλο τον αγώνα. […] Έπρεπε να είμαι πιο γρήγορος από εκείνον όταν τον μάρκαρα – ήταν άλλωστε ίσως ο πιο αργός παίκτης του πρωταθλήματος. Στη σκέψη, όμως, δεν ήμουν πιο γρήγορος επειδή εκείνος είχε ήδη ολόκληρο τον αγώνα στο μυαλό του πριν καν γίνει. Είχε ετοιμάσει τον αγώνα όπως ακριβώς τον ήθελε».
Σημαντικό κομμάτι της ζωής του έπαιζε πάντα ο ρατσισμός, που ήταν «παρών» σε κάθε βήμα του. Τα παρακάτω περιστατικά είναι χαρακτηριστικά: «Υπήρξαν πολλές φορές, αν και όχι πρόσφατα, που καθόμουν κι ευχόμουν να ήμουνα λευκός. Έπεσα θύμα κακομεταχείρισης μέσα στα πλαίσια της μαύρης κουλτούρας. Ήμουν υπερβολικά αδύνατος, υπερβολικά άσχημος, υπερβολικά κάτι. Υποτίθεται ότι ήμουν ανάμεσα σε ‘δικούς μου ανθρώπους’, όμως δεν μου φέρονταν σα να ήμουν ένας από αυτούς. Καθώς μεγάλωνα με πείραζαν στο σχολείο και παντού. Ήταν σκληρό και δεν ήξερα τι να κάνω. Το έλυσα ορθώνοντας το ανάστημά μου…[…] δεν είχα το σωστό χρώμα σε όποια θέση κι αν βρισκόμουν. Όταν πήγα στην Οκλαχόμα αποφάσισα να γυρίσω την πλάτη μου σε όλα όσα είχα αφήσει πίσω μου. Η μόνη μου πιθανότητα για επιτυχία ήταν να κοιτάζω μπροστά και να ξεχάσω αυτά που έζησα στους δρόμους. Τότε ήταν που γνώρισα τον Μπράιν και την οικογένειά του και το μόνο που ήθελα ήταν να γίνω αποδεκτός ως φίλος του. Ήθελα να ‘μουν λευκός, επειδή γύρευα αποδοχή. Ήθελα να μπορεί η μαμά του Μπράιν να γυρίζει σπίτι απ’ το συντομότερο δρόμο (σ.σ. όταν η μητέρα του Μπράιν έπαιρνε τον Ρόντμαν από το πανεπιστήμιο να τον γυρίσει στο αγρόκτημα, έκανε τη διπλάσια διαδρομή για να μην τη δουν σε αμάξι με έναν μαύρο, μιας και η τοπική κοινωνία δεν δεχόταν τέτοιες καταστάσεις). Ήθελα οι άνθρωποι μέσα στα αμάξια και όλοι οι πατεράδες των λευκών κοριτσιών, να πάψουν να με βλέπουν μόνο ως μαύρο (σ.σ. ένα πατέρας μιας κοπέλας που έβγαιναν, τον κυνήγησε και τον πυροβόλησε για να μην ξαναδεί την κόρη του). Αν ήμουνα λευκός, πίστευα ότι θα μπορούσα να ήμουν λίγο πιο ευτυχισμένος, Ήθελα να ‘μουν λευκός επειδή ήμουνα μαύρος κι επειδή το μαύρο χρώμα δεν ήταν ποτέ το σωστό χρώμα».
«Το καλοκαίρι που έμενα στην υπερ-συντηρητική Κομητεία Όραντζ, περνούσα απ’ την πόλη Λα Χάμπρα με τη μαύρη Φεράρι μου. Πηγαίναμε να φάμε (σ.σ. με τον φίλο του Ντουάιτ Μάνλι) και ξαφνικά βλέπω πίσω μου έναν μπάτσο να μου ανάβει τα φώτα, νεύοντάς μου να σταματήσω στην άκρη. Ήρθε στο πλάι του αυτοκινήτου κι εγώ του λέω ‘Τι έκανα, ρε φίλε; Δεν έτρεχα’. Με κοίταξε με ένα πολύ καριόλικο ύφος και μου λέει ‘Βγες απ’ τ’ αμάξι και θα σου δείξω’. Πήγαμε στο πίσω μέρος του αυτοκινήτου κι εκείνος πήγε να μου πει ότι είχε λήξει ο αριθμός κυκλοφορίας. Του λέω ‘αδερφέ, αυτές είναι πινακίδες του Τέξας. Ο αριθμός κυκλοφορίας είναι στο παρμπρίζ’. Με κοίταξε κάπως παράξενα και στη συνέχεια μου ζήτησε ταυτότητα. Του έδωσα την άδεια οδήγησης, εκείνος είδε τ’ όνομά μου κι όλα άλλαξαν. Άρχισε να λέει μαλακίες του τύπου ‘πω ρε φίλε, ωραίο αμάξι έχεις. Πολύ μ’ αρέσει το στιλ σου. Συγγνώμη για την ταλαιπωρία’. Φαντάζομαι πως αναγνώρισε το όνομά μου αλλά όχι εμένα τον ίδιο, πράγμα που μου φαίνεται απίστευτο. Τα μαλλιά μου ήταν φούξια. Αυτός ο τύπος είναι το χαρακτηριστικό παράδειγμα της μαλακίας που δέρνει την κοινωνία. Βλέπει ένα μαύρο τύπο με ωραίο αυτοκίνητο κι αμέσως συμπεραίνει ότι κάτι δεν πάει καλά. Μάλλον έμπορος ναρκωτικών, σωστά;».
Για τον… ψεύτη Ουίλτ Τσάμπερλεν και τα μεγάλα λόγια που έλεγε στις γυναίκες: «Ποτέ δε θ’ απαριθμούσα τις γυναίκες με τις οποίες έχω πάει. Το βρίσκω φτηνό. Και δεν μπορώ να πω ψέματα σαν τον Ουίλτ Τσάμπερλεν. Ο Ουίλτ Τσάμπερλεν μας φλόμωσε στο ψέμα κι έβγαλε λεφτά. Εγώ δε θέλω να κάτσω να μετρήσω ή να πω πόσες γυναίκες, κατά μέσο όρο, παίρνω την εβδομάδα κι όλα αυτά. Δεν είναι παιχνίδι. Δεν κρατάω σκορ στην κρεβατοκάμαρά μου. Ο Ουίλτ Τσάμπερλεν είπε ότι έχει πάει με είκοσι χιλιάδες γυναίκες. Σκεφτείτε το. Σημαίνει τρεις με τέσσερις γυναίκες την ημέρα επί δεκαπέντε ως είκοσι χρόνια. Προκαλώ οποιονδήποτε μπορεί να ακολουθήσει αυτόν το ρυθμό. Ο Ουίλτ θα ‘πρεπε ν’ ανοίξει δική του τράπεζα σπέρματος για να γίνει ο πλουσιότερος άνθρωπος στον κόσμο. Δε γίνεται να μη σκεφτώ ότι μας τάραξε στο παραμύθι».
Για τον Μάτζικ Τζόνσον, το AIDS και το πώς αντιμετωπίστηκε: «Ως μπασκετμπολίστες ή αθλητές δεν είμαστε πιο αθώοι ή πιο ένοχοι απ’ όσο κάθε άλλος άνθρωπος. Ο Μάτζικ δεν θα ‘πρεπε να αναγκάζεται να ζητάει συγγνώμη που κόλλησε τον ιό, λες κι απογοήτευσε τον κόσμο επειδή αρρώστησε. Εμένα αυτό δε μου φαίνεται λογικό. Πολλοί παίκτες προσπάθησαν να εξορκίσουν τον «τρόμο» του AIDS λέγοντας ότι ο Μάτζικ πρέπει να είχε μια ομοφυλοφιλική σχέση. Ο κόσμος πίστεψε ότι πρέπει να ‘ναι αμφιφυλόφιλος, πράγμα που δεν πιστεύει κανείς απ’ αυτούς που τον ξέρουν. Όμως, αν ο Μάτζικ είχε μια ομοφυλοφιλική σχέση, αυτό είναι δική του δουλειά. Αν είναι αμφιφυλόφιλος, είναι δική του δουλειά. Καλά κάνει ο Μάτζικ Τζόνσον κι είναι γκέι ή αμφισεξουαλικός, αν είναι. Θα τον είχε εμποδίσει αυτό να είναι ένας απ’ τους σπουδαιότερους παίκτες στην ιστορία του αθλήματος; Όχι βέβαια. […] Όταν μαθεύτηκε το 1992 ότι ήθελε να επανέλθει στη μεγάλη κατηγορία, ο Καρλ Μαλόουν ήταν ο πιο απόλυτος από αυτούς που είχαν αντιρρήσεις […] Δε νομίζω ότι ο Καρλ Μαλόουν φέρθηκε σωστά στον Μάτζικ. […] Εμένα δε με νοιάζει ποσώς αν ο τύπος που μαρκάρω έχει HIV. Αν ξέρεις αρκετά πράγματα για την ασθένεια, δεν ανησυχείς. Παίξαμε με τους Λέικερς στο δεύτερο παιχνίδι επιστροφής του Μάτζικ και τον μάρκαρα εγώ σ’ ολόκληρο τον αγώνα. Σκέφτηκα να τον καλωσορίσω στη μεγάλη κατηγορία με το μόνο τρόπο που ήξερα: κοντράροντάς τον και σπρώχνοντάς τον και αντιμετωπίζοντάς τον όπως οποιονδήποτε άλλον παίκτη στην κατηγορία. Όπως είπα σ’ έναν δημοσιογράφο, δε με νοιάζει αν έχει τον ιό του AIDS, ιλαρά, καρκίνο, οτιδήποτε. Θα τον περιορίσω όπως και να ‘χει κι όποιος έχει αρχ*δια θα κάνει το ίδιο. Μετά τον αγώνα […] ο Μάτζικ είπε ότι εκτίμησε τον τρόπο που τον ζόριζα και τον μάρκαρα χωρίς σταματημό και πρόσθεσε ‘Πιστεύω ότι ο Ντένις προσπάθησε να στείλει ένα μήνυμα στη χώρα μας. Με αγκάλιασε, με πίεσε, χτυπηθήκαμε σώμα με σώμα και δεν έπαθε τίποτα. Άρα δε χρειάζεται ν’ ανησυχούμε μην πάθει τίποτα κανείς άλλος’ Έπεσε διάνα όταν είπε ‘πιστεύω ότι διδάξαμε πολύ κόσμο απόψε’. Ελπίζω να διδάξαμε κάποιους ανθρώπους – εκείνους που μπορεί να φοβούνται την αρρώστια για λάθος λόγους. Αν είχαν όλοι σωστότερη ενημέρωση σχετικά με το HIV και το AIDS, ίσως ο Μάτζικ να μπορούσε να επανέλθει νωρίτερα. Ή ίσως να μην είχε καν αναγκαστεί να φύγει τότε που έφυγε».
Για το πώς στήριξε τους ασθενείς του AIDS δημόσια: «Όταν έβαψα την κορδέλα υποστήριξης θυμάτων του AIDS στα μαλλιά μου στα πλέι οφς του 1995, έγινα ο πρώτος επαγγελματίας αθλητής που δέχτηκα ανοιχτά τους ανθρώπους που πάσχουν από AIDS. Ήμουν, αναμφίβολα, ο πρώτος που έκανε μια τόσο φανερή δήλωση. Το έκανα επειδή το ήθελα. Αισθανόμουν τη διάθεση να στρέψω την προσοχή όλων στους ανθρώπους με AIDS. Σκέφτηκα: ας το προβάλλουμε στην τηλεόραση κι ας το αναγνωρίσουμε. Ας μάθουν όλα τα θύματα του AIDS ότι ο Ντένις Ρόντμαν τούς δέχεται και τους σέβεται. […] Υπάρχει μεγάλη ομοφυλοφοβία στα αθλήματα κι αυτό πρέπει να ξεπεραστεί. Αυτοί οι άνθρωποι που κόλλησαν την αρρώστια δεν έκαναν κανένα έγκλημα. Δεν προσπάθησαν να κολλήσουν. Ακούγεται χαζό που το λέω, αλλά οι άνθρωποι που έχουν AIDS δεν είναι κακοί άνθρωποι».
Για την ομοφυλοφιλία στο μπάσκετ και τον αθλητισμό: «Υπάρχει τόση υποκρισία στον αθλητικό χώρο, αδερφέ μου! Όλοι το παίζουν σκληροί άντρες. Όλοι είναι άντρακλες, ζόρικοι κι αιμοβόροι. Αν κοιτάξεις πιο προσεκτικά, όμως, υπάρχουν πολλές ομοφυλοφιλικές πλευρές στα αθλήματα. Μόνο που το κρύβουν καλά, επειδή κανείς δεν θέλει να παραδεχτεί την πραγματικότητα. Όλοι λένε ‘αποκλείεται, απλώς είναι ομαδική δουλειά’. Ναι, βέβαια, όλοι σε μια ομάδα ανήκουμε. Ό,τι κάνουμε είναι στα πλαίσια της ομάδας, στα πλαίσια της οικογένειας – άντρας με άντρα. Μόνο ένας τυφλός δεν θα το ‘βλεπε. Παρακολουθήστε έναν οποιονδήποτε αγώνα μπάσκετ. Ποιο είναι το πρώτο πράγμα που κάνουν οι παίκτες όταν κερδίζουν ένα σημαντικό αγώνα; Αγκαλιάζονται. Τι κ κάνει ένας προπονητής του μπέιζμπολ όταν βγάζει τον πίτσερ του απ’ τον αγώνα; Παίρνει την μπάλα και του ρίχνει μια στον κώλο. Άντρας αγκαλιάζει άντρα. Άντρας ρίχνει ξυλιές στον κώλο άλλου άντρα. Άντρας ψιθυρίζει στο αυτί άλλου άντρα και τον φιλάει στο μάγουλο. Πρόκειται για κλασσική ομοφυλοφιλική ή αμφισεξουαλική συμπεριφορά. Το γράφει η βίβλος των γκέι. Το λες στον κόσμο και σου λένε ‘μα όχι, δεν είναι έτσι. Είναι αντρική συμπεριφορά’, Κι εγώ λέω: ‘Μέσα είσαι. Είναι αντρική συμπεριφορά!’. Δε λέω ότι πρέπει να ‘σαι γκέι για να κάνεις αυτά τα πράγματα, αλλά πρέπει να παραδεχτεί κανείς ότι πέφτει στην ευρύτερη περιοχή της ομοφυλοφιλικής συμπεριφοράς».
«Υπάρχει κάτι τρελό σχετικά με τον αθλητικό χώρο που δεν το καταλαβαίνω: όποτε μια μορφή του αθλητισμού κάνει κάτι που δεν είναι ανδροπρεπές ή κάνει κάτι με τρόπο που δεν θεωρείται ανδροπρεπής, όλοι ταράζονται. Κι αρχίζουν ‘ω θεέ μου, δεν μπορεί, όχι αυτός’. […] Οι ομάδες το σηκώνουν όταν ένας παίκτης είναι ναρκομανής ή αλκοολικός, αλλά όχι όταν μαθαίνουν ότι κάποιος κάνει κάτι που δεν τους αρέσει στον ιδιωτικό χώρο της κρεβατοκάμαράς του! Δε βγάζω άκρη.»
Ένα περιστατικό με τη Μαντόνα στα αποδυτήρια των Σπερς, που εκμεταλλεύτηκαν τη σχέση του με την τραγουδίστρια: «Το βρίσκω γελοίο που όλοι όσοι είχαν σχέση με τους Σπερς με θεωρούσαν μεγάλο περισπασμό εξαιτίας της Μαντόνα. Εγώ ήμουν αυτός που προσπαθούσα να μην το κάνω θέμα. Εγώ ήμουν αυτός που προσπαθούσε να κρατήσει εκτός γηπέδου την εξωγηπεδική ζωή του. Δεν ήμουν εγώ αυτός που την έσυρε στ’ αποδυτήρια μετά τον αγώνα (σ.σ. εναντίον των Κλίπερς στο Λος Άντζελες, τότε που ο Ρόμπινσον έβαλε 71 πόντους). Ο Τζον Λούκας το έκανε. Δεν ήμουν εγώ αυτός που στεκόταν έξω απ’ την πόρτα των αποδυτηρίων για να φωτογραφηθεί μαζί της. Οι άλλοι παίκτες το έκαναν. Εγώ δεν την ήθελα στα αποδυτήρια. Δεν το θεωρούσα σωστό να τη βάλω να παρελάσει στ’ αποδυτήρια μόνο και μόνο επειδή έβγαινε μαζί μου. Ο Τζον Λούκας την πλησίασε μετά τον αγώνα με τους Κλίπερς και τη βούτηξε – κι όταν λέμε τη βούτηξε, εννοούμε τη βούτηξε – και την έφερε ως τ’ αποδυτήρια μαζί του. Όμως, όχι, εγώ ήμουν ο μεγάλος περισπασμός. […] Ήθελαν να έρχεται επειδή ήξεραν ότι θα προσέλκυε τα πλήθη. Ας μαζέψουμε τα πλήθη. Ας έρθουν όλοι να δουν τη Μαντόνα. […] Το μετέτρεψαν σε τσίρκο. Το NBA το μετέτρεψε σε τσίρκο, οι Σπερς το μετέτρεψαν σε τσίρκο, οι συμπαίκτες μου το μετέτρεψαν σε τσίρκο».
Για τη σχέση του με τη Μαντόνα: «Σε κάποια στιγμή της ήρθε η ιδέα (σ.σ. της Μαντόνα) να τα παρατήσει όλα και να μετακομίσει στο Σαν Αντόνιο. Θα ερχόταν να ζήσει μαζί μου στο σπίτι μου. Το έβλεπε σαν λύση για όλα τα προβλήματα, σαν τον μόνο τρόπο για να ξεπεραστούν όλα και να αντέξει η σχέση. ‘Ήμουν έτοιμη να σε διευκολύνω’, μου είπε ‘Ήμουν έτοιμη να σου προσφέρω τη ζωή μου κι όμως δεν δέχτηκες’. Όλο αυτό μου έλεγε. Έκλαιγε για μένα κι ήξερα ότι το εννοούσε. Μόνο που δεν μπορούσα να ανταποκριθώ. Δεν ένιωθα αυτό που έπρεπε, αδερφέ! Δεν μπορούσα να είμαι το αγοράκι της Μαντόνα. Στο τέλος, όταν έπρεπε να αποφασίσω, είδα ότι δεν μπορούσα να τα παρατήσω όλα και να κυνηγήσω αυτό το όνειρο».
Για τον Ντέιβιντ Ρόμπινσον, τον οποίο θεωρούσε ανύπαρκτο ηγέτη: «Μετά το δεύτερο παιχνίδι των Τελικών Δύσης με το Χιούστον – αφού είχαμε δυο ήττες στο παθητικό μας στην έδρα μας – ο Έιβερι Τζόνσον σηκώθηκε στα αποδυτήρια, μπροστά σε όλη την ομάδα και στα περισσότερα διοικητικά στελέχη και είπε: ‘Δεν μπορούμε να περιμένομε απ’ τον Ντέιβιντ Ρόμπινσον να μας σώσει, επειδή δεν πρόκειται να κάνει τίποτα’. Ο Ντέιβιντ Ρόμπινσον ήταν εκεί. Καθόταν μες στη μέση. Όταν τελείωσε ο Έιβερι, ο Ντέιβιντ ήταν ακόμα εκεί. Κάθισε και το ανέχτηκε. […] Πού ήταν ο Ντέιβιντ στους αγώνες με το Χιούστον; Τον διέλυσε ο Χακίμ Ολάζουον σε όλους τους αγώνες. Μου ζήτησαν να τον μαρκάρω εγώ τον Ολάζουον και αρνήθηκα. […] Θα δεχόμουν να τον αναλάβω στο δεύτερο ημίχρονο, αλλά όχι στο πρώτο. Κάθε προπονητής ξέρει ότι δεν κάνει να βάζεις τον καλύτερό σου αμυντικό παίκτη να μαρκάρει τον καλύτερο επιθετικό της αντίπαλης ομάδας στο πρώτο ημίχρονο. Στο δεύτερο ημίχρονο – τότε τα δίνεις όλα. […] Ο Ντέιβιντ μου ζήτησε να τον βοηθήσω κι εγώ του είπα κατάμουτρα: ‘δεν πρόκειται να κάνω τίποτα’. Δεν είχα καμία διάθεση να τον βοηθήσω. Δεν μου είπε τίποτα, γιατί δεν μπορούσε να μου πει τίποτα. Πριν απ’ αυτούς τους αγώνες, έδειχνε τόσο φοβισμένος στα αποδυτήρια, γαμώτο, που έτρεμε σαν το φύλλο. […] Κάθε μέρα στην προπόνηση ο προπονητής Χιλ έλεγε ‘Ντέιβιντ πιστεύεις ότι μπορείς να κλείσεις τον Ολάζουον;’. Ο Ντέιβιντ σήκωνε τους ώμους και έλεγε: ‘Όλοι μπορείτε να με βοηθήσετε αν θέλετε’. Ούτε μια φορά δεν είπε ότι μπορούσε να τον αναλάβει μόνος του. Κι ήταν ο MVP της κατηγορίας, του έδιναν 8 εκατομμύρια δολάρια το χρόνο. Έπρεπε, αν μη τι άλλο, να σηκωθεί και να πει ότι μπορούσε να το αναλάβει μόνος του. Υποτίθεται ότι ήταν ο ηγέτης της ομάδας. […] Πού ήταν ο Ντέιβιντ; Όταν δεν τα κατάφερνε μου ζητούσαν να τον βοηθήσω. Δεν πρόκειται να τον βοηθήσω. Χέστε το αυτό. Τον Σον Έλιοτ ποιος θα τον βοηθήσει (σ.σ. ο Έλιοτ μάρκαρε τον Ντρέξλερ και ο Ρόντμαν λέει ότι δεν τον έκοψε ούτε μια φορά σε όλη τη σειρά, αλλά δεν τον κατηγορεί γιατί μόνο ο ίδιος ο Ρόντμαν θα μπορούσε να αφοπλίσει τον Ντρέξλερ); Κανείς. Θέλουν λοιπόν να κλείσω τον Χακίμ. Και τον Κλάιντ ποιος θα τον σταματήσει; Κανείς. Αν είσαι ο MVP της μεγάλης κατηγορίας, πρέπει να πας και να κάνεις τη δουλειά σου».
Για τον Ρόμπινσον, όταν πια ο Ρόντμαν ήταν στους Μπουλς και ο Ρόμπινσον πήγε να… κάνει τον έξυπνο: «Ο Ντέιβιντ Ρόμπινσον είπε: ‘πέρσι γινόταν χαμός. Καμιά φορά ένιωθα λες και βρισκόμασταν στο Χόλιγουντ. Τώρα είμαστε και πάλι μια ομάδα μπάσκετ’. Τι στο διάολο σημαίνει αυτό; Δεν ήμασταν ομάδα μπάσκετ όταν ήμουν εγώ εκεί; Δεν ήμασταν ομάδα μπάσκετ όταν είχαμε την καλύτερη επίδοση στο NBA και προχωρήσαμε στους Τελικούς Δύσης; Και τώρα νομίζει ο Ντέιβιντ Ρόμπινσον ότι έχουν ομάδα μπάσκετ επειδή πήραν τον Ουίλ Περντιού; Είναι τόσο ηλίθιο που δεν είναι καν αστείο. Θα μπορούσε να ήταν σοβαρότερη ομάδα μπάσκετ αν ο Ντέιβιντ Ρόμπινσον δε γινόταν στήλη άλατος κάθε φορά που παίζουν ένα σημαντικό αγώνα. Μπορεί ν’ αρχίσει από εκεί αν θέλει να έχει ομάδα μπάσκετ».
Για το μεγαλείο του Χακίμ Ολάζουον: «Ο Χακίμ ήταν απίθανος (σ.σ. στη σειρά τελικών Δύσης του 1995). Αφού κέρδισε το πρωτάθλημα με αυτή την ομάδα, για δεύτερο χρόνο στη σειρά, ανέβηκε στο επίπεδο του Μάικλ Τζόρνταν, του Μάτζικ Τζόνσον, του Λάρι Μπερντ. Τον Ρόμπινσον τον έκανε ό,τι ήθελε. Ξεκινούσε απ’ τη baseline και σούταρε ή έκανε μπάσιμο ή έκανε προσποιήσεις με το κεφάλι, ο Ντέιβιντ σηκωνόταν κι ο Χακίμ έκανε ένα μικρό τζαμπ χουκ. Έχει τόσες εναλλακτικές κινήσεις κι είναι τόσο δυνατός που είναι δύσκολο να σκεφτείς πώς να τον μαρκάρεις».
Το ξέσπασμα μετά το τέλος των πλέι οφς το 1995 στα αποδυτήρια των Σπερς: «Δημοσίως φόρτωσαν τα πάντα πάνω μου. Δημοσίως δεν επρόκειτο να πουν τίποτα κακό για τον Ντέβιντ γιατί ήταν όλοι τους φίλοι. […] Μετά το 5ο ματς με το Χιούστον που χάσαμε 111-90 και με κράτησαν στον πάγκο για το μεγαλύτερο μέρος του αγώνα, δεν άντεχα πια. Πήγα στ’ αποδυτήρια και έβρισα τον προπονητή και το σύλλογο. Ήμουνα τόσο τσαντισμένος με τον όλο χειρισμό, που δεν άντεχα άλλο. Τους είπα τη γνώμη μου για την τεχνική καθοδήγηση (είχε τα χάλια της) και για τη διοίκησή του (είχε τα χάλια της) κι ό,τι άλλο μου κατέβαινε. Ξέσπασα σε όλους. Ξέσπασα στον Μπομπ Χιλ. Του είπα ότι ήταν ένας χαμένος. Του είπα ότι δεν ήξερε πώς να αντιδρά στην πίεση των πλέι οφς. Του είπα ότι ήταν μεγάλο κρίμα που έβγαιναν κι έλεγαν ότι ήθελαν να κερδίσουν αυτούς τους αγώνες και μετά πήγαιναν κι έκαναν όλες τις μαλακίες μαζεμένες. Ήταν τελείως ηλίθιο. Ακόμα και τώρα γίνομαι έξαλλος όταν το σκέφτομαι».
Η γνώμη του για τον Γκρεγκ Πόποβιτς: «Το μεγαλύτερο πρόβλημα στο Σαν Αντόνιο ήταν ο Γκρεγκ Πόποβιτς, ο γενικός διευθυντής. Ήθελε να ‘ναι και τεχνικός και γενικός διευθυντής. Καθόταν και κρατούσε τον Μπομπ Χιλ απ’ το χέρι κάθε μέρα κι έλεγε ‘άκου τι πρέπει να κάνεις τώρα. Πρέπει να μ’ ακούσεις προσεκτικά’. Αν δεν το έκανε αυτό ο Χιλ, ο Πόποβιτς θα του τη έπεφτε άγρια κι έτσι ο Χιλ γύρναγε και την έπεφτε σε όλους τους άλλους. Τα σκατά κατρακυλάνε στην κατηφόρα κι εγώ έδειχνε πάντα να βρίσκομαι κάτω κάτω».
Μετεγγραφή στους Μπουλς αντί του Περντιού: «Οι Σπερς με έδωσαν στους Σικάγο Μπουλς για να πάρουν τον Ουίλ Περντιού, έναν άσχετο. Με αντάλλαξαν με τον Ουίλ Περντιού, αδερφέ! Τόσο πολύ ήθελαν να με ξεφορτωθούν. Με ρωτάνε αν προσβλήθηκα που με παράτησαν για ψίχουλα κι απάντησή μου είναι η εξής: αυτό δεν με προσβάλλει καθόλου. Αυτοί που θα έπρεπε να προσβάλλονται είναι οι Σπερς. Θα ‘πρεπε να προσβάλλονται και να ντρέπονται. Και με τον Μπέιμπ το ζωηρό γουρουνάκι να με αντάλλασσαν δε θα μ’ ένοιαζε ποσώς. Δε με νοιάζει τι πήραν οι Σπερς για να με δώσουν. Εγώ το μόνο που ήθελα ήταν να φύγω απ’ το Σαν Αντόνιο».
Πόποβιτς και Περντιού ξανά: «Αυτοί οι τύποι στο Σαν Αντόνιο μπορούν να μου φιλήσουν τον κώλο, ιδίως ο Πόποβιτς. Όλο μαλακίες μου ‘κανε. Ήθελε να με δαμάσει κι όταν κατάλαβε ότι δεν ήμουνα το κουτάβι του, έκανε ό,τι περνούσε απ’ το χέρι του για να με λασπολογήσει στο NBA. Και τι κατάφερε; Βρέθηκε με τον Ουίλ Περντιού, αυτό κατάφερε! Αν ήταν λίγο πιο έξυπνος και το βούλωνε, ίσως να κατάφερνε κάτι καλύτερο. Το λυπηρό είναι ότι ίσως και να πίστεψαν πραγματικά ότι θα ‘βγαιναν κερδισμένοι παίρνοντας τον Ουίλ Περντιού. Είπαν ότι ταίριαζε καλύτερα στην ομάδα – στο μυαλό τους – επειδή είναι περισσότερο οικογενειάρχης. Δεν κάνει αυτά που κάνω εγώ. Κάνει ό,τι του πουν, όταν του το πουν κι αυτό θέλουν εκεί κάτω, σ’ αυτή την κωλολευκή, κωλοσυντηρητική πόλη».
Η κατάσταση στο Σικάγο με τα πρόστιμα: «Οι κανονισμοί των Μπουλς δε διέφεραν από των άλλων. Ήταν τα ίδια πράγματα – να είσαι στην ώρα σου, να ντύνεσαι ‘κάπως’, να εκπροσωπείς την ομάδα μ’ ένα συγκεκριμένο τρόπο. Δεν είχα κανένα πρόβλημα με τίποτε απ’ όλα αυτά. Ήταν όμως διαφορετικοί από το Σαν Αντόνιο: στο Σαν Αντόνιο, αν αργούσα έστω και μισό λεπτό, μου έβαζαν πρόστιμο 500 δολάρια και το έκαναν θέμα. Έβγαινε στις εφημερίδες, στις ειδήσεις, παντού αδερφέ! Ενώ αν αργήσεις στους Μπουλς, ο Τζάκσον σου βάζει πρόστιμο 5 δολάρια και σου δίνει την ευκαιρία να παραγραφεί το παράπτωμα με ασκήσεις ελεύθερων βολών. Διαλέγεις δύο ακόμα παίκτες και μαζί τους σουτάρεις ενάντια σε τρεις άλλους. Εγώ πάντα διαλέγω τον Μάικλ και τον Στιβ Κερ, οπότε όσο άσχημα κι αν σουτάρω, έχω πιθανότητες να κερδίσω».
Για τον Τζόρνταν όσο ακόμα ήταν στους Πίστονς: «Το Σικάγο ήταν εγκεφαλική υπόθεση. Αρκούσε η προσπάθεια να νικήσεις τον Τζόρνταν, η σκέψη και μόνο της προσπάθειας, για να εξαντληθείς».
Για τον Τζόρνταν μετά που τον γνώρισε και ως συμπαίκτη: «Όλοι ξέρουν ότι ο Μάικλ Τζόρνταν μπορεί να βγει και να πετύχει 50 πόντους. Αν πάρει φωτιά, τελείωσε. Είναι εκπληκτικό να βλέπεις τον τρόπο που κάποιοι παίκτες βρίσκουν το δρόμο και τρυπώνουν στην μπασκέτα κι αυτό είναι που με μαγεύει στον Μάικλ. Εσείς μπορείτε να μιλάτε όσο θέλετε για το πώς πηδάει και καρφώνει, αλλά αυτοί που ξέρουν από μπάσκετ εντυπωσιάζονται πιο πολύ απ’ τον τρόπο που βρίσκεται κάτω απ’ τη ρακέτα – τον τρόπο που τα κάνει όλα να φαίνονται εύκολα».
Για τον Σκότι Πίπεν: «Έτσι είναι κι ο Σκότι Πίπεν. Με είχε αφήσει άφωνο όταν πρωτοπήγα στο Σικάγο και πιστεύω ότι είναι πιο εντυπωσιακός όταν παίζεις μαζί του, παρά εναντίον του. Όταν ο Σκότι Πίπεν μπήκε στη μεγάλη κατηγορία είπα σε όσους έδιναν βάση στα λόγια μου ότι θα γινόταν ένας απ’ τους καλύτερους φόργουορντ που έχει φανεί ποτέ. Το καταλάβαινα απ’ την αθλητική του ικανότητα κι από την ποικιλία που διέθετε – είναι εκπληκτικός αμυντικός, είναι φοβερός στα ριμπάουντ και μπορεί να σουτάρει από παντού, ό,τι ώρα θέλει».
Ο λόγος που πήρε το «91» στους Μπουλς: «Διάλεξα το νούμερο 91 όταν πήγα στο Σικάγο, για να διαφέρω. Έπρεπε να το εγκρίνει η ομοσπονδία – έπρεπε να δώσει έγκριση για κάθε νούμερο πάνω απ’ το 55 – και το έκαναν. Τι έκπληξη! Ίσως σκέφτηκαν να μου πετάξουν κι εμένα ένα κόκαλο. Διάλεξα το 91 γιατί δεν μπορούσα να έχω το παλιό μου νούμερο, το 10 – το φορούσε ο Μπομπ Λοβ κι έτσι δε γινόταν. Εννιά συν ένα μας κάνουν 10, οπότε γιατί όχι; Άλλωστε ποια είναι τα δυο πρώτα νούμερα που παίρνεις σε περίπτωση ανάγκης (σ.σ. 911); Το πιάνετε; Ποιον καλείς για να σβήσει τη φωτιά;».
Πρώτη τεχνική ποινή στους Μπουλς και υπόκλιση στον Φιλ Τζάκσον: «Κατά τη διάρκεια του πρώτου αγώνα πήρα ανάποδες. Οι αναπληρωματικοί διαιτητές το παράκαναν και μου χρέωσαν ένα φάουλ που δε μου άρεσε. Πήρα την μπάλα και την πέταξα στο ρολόι που βρίσκεται στο ηλεκτρονικό ταμπλό. Φυσικά μου ρίξανε τεχνική ποινή. Ένα χρόνο κοντά στον Μπομπ Χιλ είχα μάθει να κοιτάζω προς τη μεριά του προπονητή κάθε φορά που έκανα κάτι. Θα σηκωνόταν ουρλιάζοντας σε κάποιον να μπει μέσα και θα μ’ έβγαζε απ’ το παιχνίδι. Θα έπαιρνε αυτή την απαίσια έκφραση, λες κι ήρθε το τέλος του κόσμου επειδή έκανα μια βλακεία. Σ’ αυτή την περίπτωση ο Μπομπ Χιλ θα έβαζε κάποιον να ενημερώσει τη γραμματεία ότι βγαίνω πριν η μπάλα προσγειωθεί στο πάτωμα. Μετά θα μ’ έπαιρνε στην άκρη για να μου πει τι δεν έπρεπε να κάνω μέσα στο γήπεδο. Έτσι, κοίταξα προς τη μεριά του Φιλ Τζάκσον και δεν μπορούσα να το πιστέψω. Ο άνθρωπος γελούσε. Έκανε πίσω την καρέκλα του και γελούσε. Το βρήκα καταπληκτικό. Ο Φιλ Τζάκσον ξέρει το παιχνίδι […] Το κατάλαβα απ’ την αρχή ότι θα μ’ άφηνε ελεύθερο. Δεν ανησυχεί για τους περισπασμούς, γιατί κοιτάξτε ποιους προπονεί όλα αυτά τα χρόνια. Οι Μπουλς ξέρουν από περισπασμούς και ξέρουν πώς να μη δίνουν σημασία. […] Έχασα 12 αγώνες στην αρχή της περιόδου όταν έπαθα ένα τράβηγμα. […] Οι Μπουλς δεν με πίεσαν να επιστρέψω στον αγωνιστικό χώρο. Μια μέρα πριν την επιστροφή μου, προπονήθηκα πολύ σκληρά – τα ‘δωσα όλα – για δυο περίπου ώρες. Έτσι, όπως ήταν φυσικό όλοι οι δημοσιογράφοι ρωτούσαν τον Τζάκσον αν θα έπαιζα το επόμενο βράδυ. Να τι απάντησε ο Τζάκσον: ‘Για τον Ντένις μιλάμε. Αυτή τη στιγμή δεν είμαι σίγουρος αν ξέρει πότε θα είναι έτοιμος. Αν πει ΄δεν είμαι σε φόρμα να παίξω με την ενέργεια που χρειάζεται να έχω στο γήπεδο΄ είναι κατανοητό’. Όταν, λοιπόν, κοίταξα προς την πλευρά του σ’ εκείνο τον πρώτο φιλικό αγώνα και τον είδα να γελάει την ώρα που ο διαιτητής μου ‘ριχνε τεχνική ποινή κι όταν διάβασα τι είπε σχετικά με την επιστροφή μου μετά τον τραυματισμό, δεν μπορούσα να το πιστέψω. Δεν το περίμενα. Δεν ήμουν έτοιμος για κάτι τέτοιο. Κάποιος που καταλαβαίνει; Ένας τεχνικός που καταλαβαίνει; Μια σκέψη πέρασε απ’ το μυαλό μου: Επιτέλους…».
Νίκος Κουσούλης