Κάποτε ήταν ένας από τους καλύτερους και πιο σκληρούς παίκτες του NBA. Μέλος της καλύτερης αμυντικής πεντάδας, MVP κανονικής περιόδου, MVP τελικών, καλύτερος 6ος παίκτης (ο μοναδικός στην ιστορία του NBA που έχει τους 3 αυτούς τίτλους) ο Μπιλ Ουόλτον είναι ένας από τους μεγαλύτερους θρύλους του NBA.
Οι τραυματισμοί τον χτύπησαν άσχημα ήδη από τα κολεγιακά του χρόνια, αλλά η ιδιοσυγκρασία του του επέβαλλε όσο άντεχε να τους αγνοεί και να παίζει. Ο Μπιλ Ουόλτον κατέχει κι άλλο ένα ρεκόρ στην ιστορία του NBA, λιγότερο τιμητικό και λιγότερο μπασκετικό. Με βάση τα χρόνια που ήταν μέλος ομάδων, κατέχει το ρεκόρ του παίκτη που έχει χάσει τα περισσότερα παιχνίδια κατά τη διάρκεια της καριέρας του.
Από τα 19 του βασανισμένος από πολλαπλούς τραυματισμούς, που ένας εξ αυτών θα έφτανε για να διαλύσει την καριέρα ενός παίκτη, ο Ουόλτον έδειχνε πολύ σκληρός για να υποταχθεί. Το καλοκαίρι του 1985 (κι ενώ ήδη είχε προβλήματα στη μέση, στην πλάτη, εγχειρήσεις στα πόδια και πολλά χαμένα ματς) βρέθηκε ανάμεσα σε Σέλτικς και Λέικερς, με τις δύο ομάδες να ερίζουν για την απόκτησή του.
Τότε, ο θρύλος λέει ότι, ο Τζέι Ουέστ ζήτησε από γιατρό να εκτιμήσει την κατάσταση του Ουόλτον πριν τον υπογράψει, ενώ κατά τη διάρκεια του τηλεφωνήματος του Ουόλτον στον Ρεντ Άουερμπαχ, ο Λάρι Μπερντ έτυχε να βρίσκεται στο γραφείο. Ο Μπερντ είπε «αν ο Ουόλτον θεωρεί ότι είναι αρκετά υγιής για να παίξει, εμένα μου φτάνει αυτό, περισσότερο από κάθε γιατρό». Ο Ουόλτον το εκτίμησε, υπέγραψε στους Σέλτικς και το τέλος της επόμενης σεζόν τον βρήκε με 80 ματς (περισσότερα από κάθε άλλη χρονιά της καριέρας του) και το βραβείο του καλύτερου 6ου παίκτη.
Πρώτος σοβαρός τραυματισμός στο κολέγιο, όταν με τους Μπρούινς (UCLA) του Τζον Γούντεν έκανε το αδιανόητο ρεκόρ των 88 συνεχόμενων νικών. Τότε, ήταν η πρώτη φορά που χτύπησε στη σπονδυλική στήλη. Όμως, παρά τις αντιρρήσεις των γιατρών, 11 ημέρες μετά βγήκε από το νοσοκομείο και πήγε κατευθείαν για αγώνα (!). Αστέρι του UCLA, επιλέχθηκε στο νούμερο 1 του ντραφτ το 1974, αλλά σε καμία από τις πρώτες 5 του σεζόν δεν έπαιξε πάνω από 65 αγώνες (το 1979-80 έπαιξε 14). Στις πρώτες τέσσερις του σεζόν συνολικά έσπασε τη μύτη του, το πόδι του, τον καρπό του και τον αστράγαλό του!
Το 1980-81 και το 1981-82 έχασε όλα τα παιχνίδια κανονικής περιόδου λόγω νέω εγχειρήσεων στο αριστερό του πόδι. Το 1986-87 έπαιξε μόλις 10 αγώνες, ενώ το 1987-88 έχασε όλη τη σεζόν με τραυματισμούς, όπως και το 1988-89. Δοκίμασε να επιστρέψει το 1990, αλλά νέοι τραυματισμοί τον ανάγκασαν να αποχωρήσει οριστικά από το μπάσκετ. Πολλά έχουν ακουστεί για τον γιατρό που τον κούραρε, ότι έχει τεράστιο μερίδιο ευθύνης στα προβλήματα του Ουόλτον, ενώ τα χάπια που του συνταγογραφούσε για να αντιμετωπίσει τον πόνο λέγεται ότι κατέστρεψαν τα πόδια του και το δικό του πρόβλημα αποτελεί πλέον για όλους τους επαγγελματίες αθλητές και το πώς πρέπει να αντιμετωπίζουν τους γιατρούς τους.
Όμως, δυστυχώς, τα προβλήματα δεν τον άφησαν ούτε όταν σταμάτησε το μπάσκετ. Αποκορύφωμα το 2007, όταν κατέρρευσε σε αεροδρόμιο επειδή «η σπονδυλική μου στήλη δεν άντεξε μετά από μια ολόκληρη ζωή γεμάτη από προβλήματα. Η ζωή μου τελείωσε. Πέρασα τα επόμενα 3 χρόνια στο πάτωμα».
Τα επόμενα χρόνια ήταν εφιαλτικά, ο Ουόλτον δεν μπορούσε καν να κουνηθεί τις περισσότερες ημέρες, ενώ έκανε 36 ορθοπεδικές εγχειρήσεις. Πλέον έχει σπονδυλοσυνδέσεις στη σπονδυλική στήλη και τεχνητές συμφύσεις στους αστραγάλους. «Επίσης, τα γόνατά μου, τα χέρια μου και οι καρποί μου δεν δουλεύουν. Πέρα από αυτά, είμαι μια χαρά, όλα είναι καλά. Πηγαίνω καταπληκτικά. Αρχίζω από την αρχή. Είμαι πάρα πολύ ενθουσιασμένος. Είμαι ο πιο τυχερός άνθρωπος του κόσμου».
Προς τι η τόση χαρά του 60χρονου πλέον Ουόλτον; Από τις αρχές του 21ου αιώνια ήταν αυτοκτονικός, ενώ από το 2007 και μετά παραδέχεται και ο ίδιος ότι ήταν στα όριά του και ήθελε να θέσει τέρμα στη ζωή του. Πέρασε πολύ άσχημες στιγμές, χωρίς να μπορεί να αυτοεξυπηρετηθεί, ουσιαστικά παράλυτος και σιχαινόταν αυτό που είχε καταντήσει. Παραδέχεται ότι ήθελε να βάλει τέλος στη ζωή του, αλλά παράλληλα χαίρεται που δεν τα κατάφερε.
«Η ζωή μου είχε τελειώσει. Τώρα τη χτίζω από την αρχή. Πώς μπορώ καν να ευχαριστήσω τους ανθρώπους που μου έσωσαν τη ζωή;», λέει τώρα που βλέπει ότι μπορεί να ζήσει έχοντας μια υψηλή ποιότητα και όχι καθηλωμένος σε ένα κρεβάτι.
Όταν του θυμίζουν την πρώτη φορά που είχε πρόβλημα με την σπονδυλική του στήλη σε εκείνο το παιχνίδι του 1974, που έμεινε στο νοσοκομείο για 11 ημέρες, και τον ρωτούν αν έχει μετανιώσει που σηκώθηκε κι έφυγε για να πάει να παίξει, απαντά χωρίς να διστάσει: «Τι λες; Είχαμε αγώνα. Και απογοητεύσαμε τον κόουτς Γούντεν πάρα πολύ. Το στίγμα στην ψυχή μου από εκείνο το ματς δεν θα μπορέσει να καθαρίσει ποτέ». Σε εκείνο το ματς το Notre Dame έσπασε το σερί 88 νικών του UCLA.
Όλη η ζωή του Ουόλτον είναι γεμάτη από συνεχείς νίκες πάνω στον εαυτό του: ως τα 25-26 του μιλούσε από το τηλέφωνο ουσιαστικά μόνο στους γονείς του, στον Γούντεν, στον Γκρεγκ Λι από το UCLA και στον Τζέρι Γκαρσία (των Grateful Dead), λόγω του τραυλίσματος που είχε. Όμως, όταν σταμάτησε το μπάσκετ πάλεψε και το ξεπέρασε και έφτασε στο σημείο να γίνει σχολιαστής αγώνων στο ESPN. «Μεγάλωσα πιστεύοντας ότι μόνο οι τυχεροί άνθρωποι μπορούν να μιλάνε», λέει θυμούμενος το πρόβλημά του.
Τη δουλειά αυτή ανακοινώνεται πάλι τώρα ότι ξαναπαίρνει, του χρόνου να σχολιάζει με το δικό του μοναδικό τρόπο (από τους μεγαλύτερους θρύλους με άπειρες ατάκες που έχουν μείνει) αγώνες NBA για το ESPN/ABC.
Πλέον, «περνάω κάθε ελεύθερο νανοδευτερόλεπτο» στο ποδήλατό του, το οποίο είναι γι’ αυτόν «η αναπηρική μου καρέκλα, το γυμναστήριό μου, η εκκλησία μου». Δεν βλέπει την φυσικοθεραπεία του ως τέτοια, αλλά «δεν μπορείς να τη δεις ως φυσικοθεραπεία, είναι η ζωή μου».
Κλείνοντας χαμογελά και αναφέρεται σε εκείνη την εγχείρηση του 2009, που ήταν το σημείο πάνω στο οποίο άρχισε να αλλάζει η ζωή του προς το καλύτερο. Θυμάται τη στιγμή που η αναισθησία είχε αρχίσει να γεμίζει το σώμα του και άρπαξε το χέρι του χειρουργού του πριν κλείσει τα μάτια λέγοντας: «Σε παρακαλώ βοήθησέ με. Σε παρακαλώ δώσε μου την ευκαιρία να ξανακάνω ποδήλατο».
Τώρα «την έχω την ευκαιρία μου, και δεν μπορώ να σταματήσω να χαμογελώ!».
Νίκος Κουσούλης