Η νέα σεζόν στο NBA αρχίζει όπου να ‘ναι και όλοι προσπαθούν να προετοιμαστούν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Κάνοντας ατομικές προπονήσεις, εξοπλίζοντας την κουζίνα τους, βάζοντας σοφιστικέ γυαλί και λέγοντας ότι το μόνο που ήθελαν στη ζωή τους ήταν να τους αγαπάνε όλοι. Ναι, καλά καταλάβατε. Το τελευταίο το έκανε ο Ντουάιτ Χάουαρντ.
Ο Χάουαρντ μίλησε για τη νέα του ομάδα, την απόφασή του να φύγει από το Ορλάντο, μια απόφαση δύσκολη όπως τη χαρακτήρισε, και για το πώς θα ήθελε να τον θυμούνται: «Είναι ένα από τα μαθήματα που έμαθα, ξέρεις. Δεν μπορείς να τους κάνεις όλους χαρούμενους. Ήταν ένας πόλεμος ανάμεσα στα συναισθήματά μου και τους οπαδούς και όλους τους άλλους και τα δικά τους συναισθήματα και τα όσα έγιναν στον ΛεΜπρον. Και κατάλαβα πώς ένιωσε εκείνος, όλοι τον μίσησαν επειδή έφυγε από το Κλίβελαντ κι έκανε αυτό που έκανε».
«Ποτέ δεν ήθελα να με μισήσει κανείς, ξέρεις. Ήθελα να με αγαπάνε όλοι, ξέρεις, γι’ αυτό που είμαι, που έμεινα εκεί και έκανα αυτό που ήθελαν να κάνω. Και που έκανα όλους τους άλλους χαρούμενους. Και αυτό είναι πολύτιμο μάθημα για μένα. Δεν μπορώ να τους κάνω όλους χαρούμενους». Το παιδί τραβάει ζόρια, αλλά τουλάχιστον παίρνει μαθήματα ζωής.
Και συνεχίζει ο Χάουαρντ: «Όχι, δεν μετανιώνω, ξέρεις. Νομίζω ότι όλα όσα έγιναν έγιναν με τον τρόπο που έπρεπε να γίνουν. Απλώς εύχομαι κάποια από τα ψέματα και κάποια από τα πράγματα που ειπώθηκαν να μην είχαν βγει προς τα έξω με τον τρόπο που βγήκαν, ξέρεις. Αλλά έχω την ευκαιρία να κάνω κάτι υπέροχο εδώ στο Λ.Α. και δεν μπορώ να κοιτάζω πίσω και να σκέφτομαι όσα έχω αφήσει εκεί». Εν ολίγοις είπε… στενοχωριέμαι για το Ορλάντο, αλλά όχι και τόσο, γιατί παίζω στους Λέικερς.
Ο Χάουαρντ θα χάσει το ξεκίνημα της προετοιμασίας, καθώς ακόμα κάνει φυσικοθεραπείες για να ξεπεράσει το πρόβλημα στη μέση του, από την εγχείρηση που έκανε τον περασμένο Απρίλη.
Πάντως, αν και το υπονοεί με κάθε τρόπο, ο Χάουαρντ δεν έχει πει ακόμα ότι θέλει να υπογράψει πολυετές συμβόλαιο με τους Λέικερς. Ο τζένεραλ μάνατζερ της ομάδας, Μιτς Κούπτσακ δεν ανησυχεί και τόσο: «Εμείς από την αρχή νιώθαμε, ό,τι κι αν λένε όλοι, ας τον φέρουμε στο Λος Άντζελες και μετά βλέπουμε. Είναι η ομάδα, η ιδιοκτησία, η πόλη του Λος Άντζελες, η ικανότητά μας να κερδίζουμε παιχνίδια, το γεγονός ότι δίπλα του θα έχει παίκτες που θα του κάνουν τη ζωή πολύ πιο εύκολη στο να παίζει και όχι να κουβαλά όλο το βάρος που δεν είναι δίκαιο, όλα αυτά μας κάνουν αισιόδοξους».
Κι όχι άδικα. Απ’ την άλλη, σε κάποια μακρινή γωνιά των Η.Π.Α. ο Νίκολα Πέκοβιτς προετοιμάζεται πυρετωδώς για τη νέα σεζόν, προσπαθώντας να δείξει σε όλους ότι θα βελτιώσει και το μοναδικό στοιχείο του παιχνιδιού του που δεν είχε ως τώρα εξελίξει. Το μοναδικό που θα κάνει τα ματσαρίσματα στα οποία θα εμπλέκεται τη νέα χρονιά πολύ πιο ενδιαφέροντα. Και όχι, δεν μιλάω για τα ριμπάουντ του ή κάτι παρεμφερές που λένε οι Αμερικανοί…
Βέβαια, δεν προετοιμάζονται όλοι όπως ο Πέκοβιτς. Ο ΝτεΣον Στίβενσον μπορεί να έχει ξεφύγει καιρό τώρα από τις φτωχογειτονιές, μπορεί να έχει δαχτυλίδι πρωταθλητή, μπορεί να έχει βγάλει επικά μπλουζάκια (ε, ΛεΜπρον;), αλλά μάλλον ποτέ δεν ξεπέρασε το σύνδρομο του γκέτο (πώς λέμε το κατοχικό σύνδρομο εδώ στην Ελλάδα για τις γιαγιάδες μας που βάζουν 2 κιλά λάδι στο φαγητό; Κάτι τέτοιο…).
Ο άνθρωπος θέλει, πρώτον, να διευκολύνει τη ζωή του και, δεύτερον, να ακούει το χαρακτηριστικό «κα-τσινγκ» (το «τσινγκ» με λεπτή τσιριχτή φωνή) στην κουζίνα του. Ήχος γλυκός σαν μελωδία. Τον αδικεί κανείς; Αναφέρομαι προφανώς στο ATM που έχει στην κουζίνα του σπιτιού του…
Νίκος Κουσούλης