Λέγαμε από την αρχή ότι η παρουσία του Παναθηναϊκού στο τοπ-16 ήταν, για το ευρωπαϊκό κομμάτι, το πρώτο όριο επιτυχίας-αποτυχίας. Η ομάδα βρίσκεται εδώ και σε γενικές γραμμές πηγαίνει καλά. Απλώς ήταν εκείνο το δεύτερο μισό στον πρώτο γύρο που μας γέμισε ελπίδες για κάτι σπουδαίο. Τέτοιο νεύρο, τέτοια δύναμη! Η αλήθεια είναι ότι αυτά τα στοιχεία, πέντε βδομάδες τώρα, δεν τα έχουμε δει και η ανησυχία παραμένει σε μια περίοδο που κρίνονται πολλά.
Αυτή η τελευταία διατάραξη της «χημείας» το Δεκέμβριο ακόμα δεν έχει βρει τη δικαίωσή της. Προσωπικά, δεν χάνω την πίστη μου στην ομάδα και στο πλάνο του Πεδουλάκη, όμως η εικόνα στο γήπεδο είναι αρκετά προβληματική και δεν παύω να αναρωτιέμαι αν η προσθήκη Καπόνο/Γκιστ στη θέση των Κίτσεν/Πάνκο ήταν τελικά για το καλύτερο ή για το χειρότερο. Σε ματς (όπως με Ζαλγκίρις) που ο Καπόνο βάζει 5/6 τρίποντα, τα ξεχνάμε όλα. Ή όταν ο Γκιστ έρχεται και κερδίζει αγώνες με μεγάλα σουτ, αυτά που τα αμερικανάκια μαθαίνουν να βάζουν στα ζόρικα playgrounds της εφηβείας τους. Από την άλλη, είναι εμφανές ότι μας λείπουν «χέρια» στην περιφέρεια. Και είναι ακόμα πιο εμφανές ότι η frontline «μπάζει» αγρίως.
Δεν είναι ότι ο Πάνκο ήταν αμυντικάρα, αλλά δεν έπαιρνε ρίσκα και συνήθως τοποθετούνταν σωστά. Ο Γκιστ έχει πολύ περισσότερα προσόντα, αλλά ψιλοξεχνιέται στις περιστροφές και αυτό θέλει καιρό για να γιατρευτεί. Δίνει άμυνες ψηλά, αλλά χαρίζει και διαδρόμους στο έδαφος, χώρια που ο «αέρας» ήταν για τον Νοέμβρη-Δεκέμβρη αποκλειστική επικράτεια του Λασμ που τελευταία έχει χάσει τη σειρά του. Η επίθεση επίσης έχει μπερδευτεί πολύ: λείπει η σωστή πάσα του Πάνκο και πλέον ο Τσαρτσαρής έχει γίνει αναγκαία συνθήκη για να προκύψει λειτουργικό lineup. Είναι τρομερό: κάθε άλλος συνδυασμός ψηλών προκαλεί επιθετικό μπλοκάρισμα! Αυτό το έχουμε δει σε όλα σχεδόν τα ματς του Γενάρη με τις λύσεις να έρχονται κυρίως από την περιφέρεια, (αν και) όταν μπαίνουν τα τρίποντα.
Με τη Ρεάλ τα πράγματα δεν ήταν πολύ διαφορετικά, αφού στα κρίσιμα σημεία του παιχνιδιού η ομάδα δεν έβγαλε τις συνεργασίες που θα μπορούσαν να εξαρθρώσουν την ψυχωμένη άμυνα των φιλοξενούμενων. Η ανάπτυξή μας ήταν ανορθόδοξη (πάλι πολύ τρίποντο) και η ήττα ήρθε φυσιολογικά, αφού δεν υπήρχαν οι «ανάσες» σκορ που θα μας βοηθούσαν να κρατήσουμε το προβάδισμα ως το τέλος. Οι «πράσινοι» είχαν 32 προσπάθειες από τα δύο μέτρα και πίσω με ποσοστό 19%. Επίσης, παρά την μεγάλη βελτίωση στο ριμπάουντ, έχασαν και πάλι (έστω κι οριακά) τη μάχη των κατοχών. Σε ένα παιχνίδι με εντυπωσιακή στατιστική ισορροπία των δύο ομάδων, οι Μαδριλένοι παίρνουν κεφάλι χάρη στο λίγο καλύτερο ποσοστό στις βολές. Αυτή είναι η «στεγνή» ανάγνωση της ιστορίας που πάντως έχει τη σημασία της.
Ήταν ένα ιδιαίτερα πικρό παιχνίδι για τον Παναθηναϊκό που κατέβηκε στο γήπεδο με ένα πλάνο συγκροτημένο ορθολογικά, κατάφερε να πάει το παιχνίδι εκεί που ήθελε και τελικά είδε τους Μαδριλένους να τον κερδίζουν παίζοντας το δικό του μπάσκετ (αργός ρυθμός, physical άμυνες). Επιπλέον, στο πρώτο μισό όλα πήγαιναν ρολόι, όμως η συνέχεια έδειχνε καθαρά ότι οι «πράσινοι» δεν είχαν τις απαιτούμενες δυνάμεις για να κλείσουν το ματσάκι με το σωστό τρόπο. Η εικόνα που έβγαζαν στο παρκέ δεν ενέπνεε ασφάλεια σε κανέναν και ο βασικός προφανής λόγος είναι ότι δεν υπήρχε ούτε ένας παίκτης που να βρίσκεται σε καλή βραδιά ώστε να μπορεί να σταθεί ισάξια στο πλευρό του συγκινητικού Διαμαντίδη.
Ενός αθλητή που δεν προλαβαίνει καλά καλά να αναρρώσει από τραυματισμό και καλείται – στην εκάστοτε βραδιά επιστροφής του – να βγάζει 30-35 λεπτά βαριάς χρήσης και να είναι οπωσδήποτε ο καλύτερος παίκτης της ομάδας. Ναι, καταλαβαίνω, είναι αρχηγός και είναι με απόσταση ο πιο ποιοτικός/έμπειρος/αποδεδειγμένα ικανός παίκτης του ρόστερ. Όμως αυτό δεν σημαίνει πως πρέπει όλα να αρχίζουν και να τελειώνουν σε αυτόν. Και δεν είναι δικό του το πρόβλημα – άλλωστε (σε αντίθεση με τον άλλο μεγάλο ηγέτη του ελληνικού μπάσκετ) ο Μήτσος, ακόμα κι όταν χρειάζεται να κουβαλάει την μπάλα όλο το βράδυ, δεν γίνεται ποτέ κουραστικός ή επιζήμιος. Το πρόβλημα είναι της ομάδας και του προπονητικού τιμ που αντί να ρισκάρει λίγο περισσότερο με τη χρήση των άλλων δημιουργών/γκαρντ (ας χάσουμε και ένα ματς στο τέλος τέλος), επιλέγει να ρισκάρει με την υγεία του υπερπολύτιμου αρχηγού. Δεν νομίζω πως υπάρχει κανείς που αμφιβάλει ότι το στραβοπάτημα στο ματς με τη Μάλαγα (ίσον 10 μέρες έξω) ήταν κατά μεγάλο μέρος αποτέλεσμα υπερβολικής καταπόνησης ενός παίκτη που (δεν μπορεί παρά να) ήταν ανέτοιμος.
Υπάρχει ένα πρόβλημα ταυτότητας στην ομάδα και αυτό έχει να κάνει με το πώς… επιχειρείται η κατάκτηση της κορυφής. Στην παρούσα κατάσταση, ο ΠΑΟ δεν είναι ομάδα που θα πάει «τρένο» στο τοπ-16, θα τερματίσει στην κορυφή του ομίλου και θα πάει στα πλέι-οφ με αβαντάζ και ως πρώτο φαβορί. Αν είναι να πάει ψηλά, θα κληθεί να το κάνει με εκπλήξεις και υπερβάσεις. Θα πρέπει να χτίσει το σωστό χαρακτήρα και να φτάσει να είναι ικανός να κερδίσει τον οποιονδήποτε αντίπαλο μέσα-έξω, να σπάσει έδρες κ.λπ. Δεν λέω ότι αυτό είναι κάτι εύκολο. Ίσα ίσα, είναι μια συνταγή που συνήθως καταλήγει σε αποτυχίες. Όμως για το συγκεκριμένο σύνολο είναι ο μόνος τρόπος: χτίζουμε χαρακτήρα και παίρνουμε περισσότερα από περισσότερους, όχι ξεζουμίζουμε τον Διαμαντίδη. Που όσο κι αν είναι ανώτερος από τα γκαρντ του Λάσο, όσο κι αν τα έδωσε όλα, φάνηκε (0/5 τρίποντα) πόσο δεν είχε ρυθμό και τελικά πνίγηκε, έχοντας να αντιμετωπίσει όλη την πίεση του αντιπάλου.
Λέω δηλαδή ότι το πρόβλημα του Παναθηναϊκού απέναντι στη Ρεάλ ήταν ότι δεν είχε κερδίσει αρκετά στο δεκαήμερο που προηγήθηκε. Η έλλειψη του αρχηγού ήταν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για να σχηματιστούν περισσότεροι «πόλοι» παιχνιδιού, όμως αυτό δεν έγινε ή δεν έγινε σε ικανό βαθμό. Στο Βερολίνο το επιθετικό μας παιχνίδι ήταν πολύ ικανοποιητικό, βοήθησε όμως και η σούπερ ευστοχία στα τρίποντα. Είδαμε τον Ούκιτς να αποφεύγει τα λάθη και να σκοράρει κρίσιμους πόντους με καλές επιλογές, τον Μπανκς να δίνει νεύρο και ανάσες και κυρίως τον Μπράμος να αναλαμβάνει μεγάλο βάρος στη δημιουργία. Κόντρα στη Ρεάλ όλοι αυτοί κρύφτηκαν (ή τους έκρυψε ο κόουτς;) και πέσαμε πάνω στον Διαμαντίδη. Που μπορεί να έφτασε (με τόση αστοχία!) το 18 στο ranking (όπως στα νιάτα του!), αλλά δεν είχε τον τρόπο να δώσει και τη νίκη. Χρειαζόταν βοήθεια.
Ο Λάσο πήρε το ματς χάρη σε δύο παίκτες που δεν ανήκουν στην πρώτη γραμμή, τον πιο κοντό του και τον πιο ψηλό του. Ο μεν Ντρέιπερ ήρθε στο 27’ να αναλάβει την τελική επίθεση στον Μήτσο και πραγματικά του έβγαλε τα συκώτια στην πίεση (on και off the ball). Ο δε Μπέγκιτς, πάνω που ο Σόφο είχε πάρει τα πάνω του σαρώνοντας τον αβοήθητο Σλότερ, ήρθε και έγινε σκιάχτρο κάτω από το καλάθι. Το (έτσι κι αλλιώς προβληματικό) inside game του «τριφυλλιού» ξηλώθηκε και μείναμε ως το τέλος να σουτάρουμε τρίποντα που ήταν μεν ανοικτά, βρήκαν όμως στο σίδερο κυρίως λόγω άγχους. Όσο πέρναγε η ώρα, αυξανόταν ο εκνευρισμός, στέρευαν οι δυνάμεις την ίδια ώρα που οι Μαδριλένοι έβγαζαν φτερά: στο τέλος δεν έχασαν ούτε ένα ριμπάουντ, ενώ ο Μπέγκιτς κατάφερε να παίξει και χαμηλή άμυνα στον Διαμαντίδη! Το αποτέλεσμα γνωστό: ένα εφιαλτικό επτάλεπτο χωρίς πόντο, μια «δύσπεπτη» ήττα και… καλά ξεμπερδέματα.
Φυσικά, μπαίνουμε σε μια κρίσιμη φάση καθώς στις επόμενες εβδομάδες κρίνονται πολλά, εντός και εκτός συνόρων. Πριν το ντέρμπι στο ΣΕΦ, υπάρχει το εντός έδρας ματσάκι με την Μπάμπεργκ που έτσι κι αλλιώς ήταν must win, τώρα όμως η ήττα απλώς απαγορεύεται. Στο ξεκίνημα του τοπ-16 θεωρούσα ότι πρόκειται για τη χειρότερη ομάδα των δύο ομίλων και στις μέρες που ακολούθησαν οι πρωταθλητές Γερμανίας δεν κατάφεραν να μου αλλάξουν γνώμη. Αλήθεια, τι απέγινε η περσινή ομαδάρα (που πάντως δεν είχε προκριθεί);
Στη φετινή βερσιόν ο κόουτς Φλεμινγκ δεν έχει τον undersized σέντερ-δυναμίτη (όπως Χάινς ή Σλότερ), ούτε τριάρι-πίτμπουλ, ούτε φονικούς σκόρερ στο ασόδυο. Ελλείψει Αμερικανού killer, τον ρόλο έχει επωμιστεί ο φορμαρισμένος Άντον Γκάβελ, στη δημιουργία βοηθάει από το πλάι ο (ασταθής φέτος) Τζέικομπσεν και στη ρακέτα κυκλοφορεί το νέο γερμανικό αίμα, κυρίως στη μορφή του δυναμικού Μάικ Τσίρμπες. Φυσικά, τα φώτα συγκεντρώνει ο αναγεννημένος Μπόστιαν Νάχμπαρ που κάνει παπάδες, αλλά δεν τον έχω ικανό να μας κλείσει το σπίτι, τουλάχιστον όχι εκτός έδρας. Νομίζω ότι οι πλαϊνοί μας θα έχουν την ευκαιρία να κάνουν το κομμάτι τους και ανησυχώ μόνο για το πώς θα «ματσάρουμε» τα μεγάλα κορμιά που θα συναντήσουμε στο «5». Συνολικά, υπάρχει σημαντική διαφορά κλάσης και η νίκη θα έρθει, ίσως και ψιλοεύκολα.
Ελπίζω μόνο να μη δούμε πάλι 30+ λεπτά από τον αρχηγό. Ακολουθεί και ντέρμπι…
Γ. Σκιάς