Παράλληλα με τις γιορτές του μπάσκετ που πραγματοποιούνται τέτοιες μέρες στον προοδευμένο κόσμο, έχουμε κι εμείς τον δικό μας τελικό με το γνωστό κακομοίρικο ελληνικό χρώμα. Πάμε σε ντέρμπι νο.2, μήπως και δούμε κάτι καλύτερο σε μπάσκετ, αλλά και κάτι καλύτερο από τον Παναθηναϊκό που τα βρήκε σκούρα στο παρκέ του ΣΕΦ. Φήμες λένε ότι ο Πεδουλάκης παίζει αύριο το κεφάλι του και δεν είναι λίγοι οι «καλόψυχοι» συνάδελφοι που έχουν προ πολλού γυαλίσει τις γκιλοτίνες. Δεν ανήκομεν στους αιμοδιψείς…
Καταρχάς, θεωρώ βλακωδέστατη την εμμονή του παναθηναϊκού μπλοκ με τους διαιτητές και τις συνομωσίες. Αυτά είναι οπισθοδρομικά πράγματα και τα είχε κάνει κατά κόρον η άλλη πλευρά παλαιότερα, με αμφίβολα αποτελέσματα. Η συνεχής ανακύκλωση του θέματος μόνο σε όξυνση των παθών μπορεί να οδηγήσει (και φάνηκε ήδη με τα γνωστά γεγονότα. Έτσι, κι αλλιώς βρίσκω ατυχέστατη την επιλογή του Δημήτρη Γιαννακόπουλου να καθίσει στον πάγκο (σαν τον συγχωρεμένο Κανελλάκη του Ιωνικού). Το μόνο που κατάφερε ήταν να μεταδώσει άγχος σε παίκτες και προπονητές, αλλά και έξτρα νευρικότητα για τα διαιτητικά κόλπα.
Ως γνωστόν, το χειρότερο που μπορεί να κάνει ένας παράγοντας είναι να δώσει άλλοθι στους παίκτες και η διαιτησία είναι το κατεξοχήν τέτοιο. Μη γελιόμαστε, η ήττα στο ΣΕΦ δεν ήταν θέμα σφυριγμάτων. Κάτι ψιλοπράγματα πήρε ο Ολυμπιακός, σίγουρα όχι ικανά να φέρουν τη νίκη. Μοναδικός κερδισμένος ήταν ο Σπανούλης που κέρδισε αρκετά φάουλ, ώστε κάπως να καμουφλάρει μια κάκιστη εμφάνιση. Από την άλλη, δεν είναι παράλογο να αντιμετωπίζεται ευνοϊκά ένας μπασκετικός σουπερστάρ και μάλιστα όταν παίζει στην έδρα του. Κάτι αντίστοιχο έχει συμβεί και στα δικά μας λημέρια, δεν είναι να απορεί κανείς. Μακριά, λοιπόν, από κακομοιριές και μικροπρέπειες.
Κοιτάξτε μπροστά
Θέμα δεύτερον. Μπορώ να έχω άπειρη κατανόηση για τους φίλους της ομάδας που έχουν πάθει κρίση νοσταλγίας για την εποχή Ομπράντοβιτς, αλλά δεν πρέπει να καταλήγουμε σε υπερβολές. Προφανώς και ο Σέρβος είναι προπονηταράς απαράμιλλος, προφανώς και στις μέρες του το υλικό μας ήταν πολύ πολύ ανώτερο, όμως αυτό δεν σημαίνει ότι το παρόν πρότζεκτ είναι για τα σκουπίδια. Για να το πάρω αλλιώς, μπορεί στην ιδιόρρυθμη ελλαδική πραγματικότητα οι προπονητές να είναι συνηθισμένοι στο να στήνουν ομάδες από το τίποτα, όμως αυτό ούτε είναι κάτι απλό, ούτε αποτελεί σίγουρη συνταγή επιτυχίας.
Επιπλέον, στην περίπτωση του «τριφυλλιού» υπάρχει μια ειδοποιός διαφορά: ο «άθλος» που κλήθηκαν να κάνουν το καλοκαίρι διοίκηση και προπονητής, δεν είχε ως πρώτιστο στόχο μια απλή επιβίωση, αλλά τη διατήρηση του κλαμπ στο κορυφαίο επίπεδο και, ταυτόχρονα, τη διεκδίκηση τίτλων. Είναι πολύ πιο δύσκολο να βρεις αυτές τις «μαγικές λύσεις», όταν στοχεύεις αποκλειστικά στην κορυφή. Με δεδομένη την πικρή κατάληξη της προηγούμενης σεζόν (απώλεια πρωτείων, φυγή Ζοτς, διαδοχή στα διοικητικά) και την ψυχρή έως «συγκρουσιακή» σχέση μεγάλης μερίδας του Τύπου με τη νέα διοίκηση, φανταστείτε τι κράξιμο είχε να πέσει, αν στην αρχή της χρονιάς η ομάδα διεμήνυε ότι έχει ως στόχο «να σωθεί η χρονιά και για τίτλους… έχει ο θεός». Προφανώς και έγιναν λάθη στη συγκρότηση του ρόστερ, αλλά όσο ευθύνεται η απειρία διοίκησης και προπονητή, άλλο τόσο ευθύνεται και η δυσκολία του εγχειρήματος. Ας κρατήσουμε λοιπόν χαμηλά τους τόνους και ας επικεντρωθούμε στο παιχνίδι.
Δεν υπάρχει «μέταλλο»
Στο Φάληρο χάθηκε μια ανέλπιστη ευκαιρία για την πρώτη θέση της Α1. Οι οιωνοί (μέτρια φόρμα Ολυμπιακού, τραυματισμός Μάντζαρη) ήταν υπέρ μας αλλά αποδείχτηκε πως η πίεση μιας εμφάνισης στο ΣΕΦ ήταν για τους «πράσινους» μεγαλύτερη από το όποιο κίνητρο. Το σύνολο του Πεδουλάκη δεν κουβαλάει ως βίωμα την ατμόσφαιρα του συγκεκριμένου ντέρμπι και δεν με εξέπληξε το γεγονός ότι καλή εμφάνιση πραγματοποίησαν κυρίως οι πιο «μπαρουτοκαπνισμένοι» από τους παίκτες μας.
Παρενθετικά, στέκομαι στον επίσης διακριθέντα Λασμ που σίγουρα δεν εμπίπτει στην πιο πάνω κατηγορία, αλλά έχει αποδείξει καιρό τώρα ότι είναι από άλλο ανέκδοτο. Στο κάτω κάτω το στυλ παιχνιδιού του είναι τέτοιο που δεν πολυεπηρεάζεται από… λεπτές ψυχολογικές διακυμάνσεις. Πρόκειται για την επιτομή του hard nosed παίκτη, που θα κάνει πάντα ό,τι καλύτερο μπορεί και ό,τι καλύτερο του επιτρέψουν οι συνθήκες. Το κλειδί για αυτόν είναι να βρίσκεται σε καλή σωματική κατάσταση (συνήθως είναι) και να μην μπει νωρίς σε foul trouble. Επίσης, επειδή επιθετικά είναι 100% ετερόφωτος, του δίνει φτερά η καλή παρουσία των δημιουργών παιχνιδιού. Και τη Δευτέρα ο Διαμαντίδης κένταγε…
Δικό του
Μπορεί ο αρχηγός να μην έχει βρει την τέλεια φόρμα, μπορεί όλος ο Ολυμπιακός να ήταν στραμμένος πάνω του, μπορεί να μοιάζει απελπιστικά μόνος στο φετινό back court και ώρες ώρες να εκνευρίζεται (χωρίς πάντως να αποκτά όψη χρώματος Ομπράντοβιτς), αλλά η αλήθεια είναι πως τέτοιου είδους παιχνίδια είναι 100% δική του επικράτεια. Οι Πειραιώτες τον πίεσαν με όσα όπλα διέθεταν, ελλείψει και του Μάντζαρη. Προσπάθησαν να του κόψουν το δημιουργικό στοιχείο, προκαλώντας τον να πάει στο καλάθι, αφού οι άλλες (και πιο βολικές για τον ίδιο) εκδοχές είχαν απαγορευτεί. Ο παίκτης που τον μάρκαρε έσπαγε πάση θυσία το σκριν με τον ψηλό να μην παίζει πάνω του, αλλά να γυρίζει γρήγορα πίσω για να καλύψει τη ρακέτα και να περιορίσει τη δυνατότητα πάσας στον σκρίνερ. Ταυτόχρονα, οι υπόλοιποι έμεναν πιστοί στα μαρκαρίσματά τους για να μη επιτρέπεται η εύκολη πάσα στα πλάγια. Τελικά, ο Διαμαντίδης κατάφερε και να σκοράρει όσες φορές πήγε μέσα (3/4 2π) και να δημιουργήσει για τους άλλους (6 ασίστ που θα ήταν περισσότερες αν οι πλάγιοι είχαν λίγο καλύτερα ποσοστά), δείχνοντας πόσο μεγάλος παίκτης είναι.
Άλλες μέρες
Φυσικά, μια τέτοια αμυντική τακτική θα ήταν αυτοκτονία αν υπήρχε π.χ. ο Σάρας που θα εκτελούσε από τα 5 μέτρα, αλλά αυτή την κίνηση ο Μήτσος δε τη συνηθίζει. Το κακό είναι ότι δεν την συνηθίζει και κανείς από τους άλλους γκαρντ του «τριφυλλιού». Για άλλη μια φορά σε κλειστό ματς, η ομάδα έχει πληγωθεί από την ανυπαρξία καλής εναλλακτικής λύσης στη δημιουργία. Οι κ.κ. Μπανκς και Ούκιτς δεν είναι καθόλου αξιόπιστοι για να αναλάβουν το κουμάντο σε τέτοιες συνθήκες και η παρουσία τους στο παρκέ μάλλον εκθέτει παρά βοηθάει την ομάδα. Ούτε δαγκώνουν στην άμυνα, ούτε διαβάζουν τις πολύπλοκες αμυντικές διατάξεις, ούτε πυροβολούν από μακριά. Χρειάζονται οπωσδήποτε διαδρόμους προς το καλάθι και αυτοί βρίσκονται είτε με γρήγορο παιχνίδι, είτε με βροχή εύστοχων τριπόντων από τους συμπαίκτες. Στο ΣΕΦ δεν είχαμε τίποτα από τα δύο και ο Διαμαντίδης έμεινε πάλι μόνος. Η χρήση του Ξανθόπουλου είχε κάποια λογική βάση, όμως δεν είναι δυνατόν να περιμένεις θαύματα όταν ξαφνικά μετατρέπεις έναν towel-waver σε νο.2 της περιφέρειας. Ευθύνη Πεδουλάκη 100%.
Θέμα… δομικό
Το πιο καραμπινάτο πρόβλημα του πράσινου ρόστερ είναι η (απολύτως πρωτοφανής) αδυναμία των χειριστών του να απειλήσουν από μακριά. Στην Ευρώπη και δη στην Ελλάδα δεν βγάζεις ντέρμπι χωρίς να βασιστείς σε πεντάδες με δύο άσους. Η πίεση είναι τέτοια που δεν μπορεί ένας μόνος να τη βγάλει καθαρή και χρειάζεται εναλλαγή των δύο γκαρντ σε on-off ρόλο. Αυτό, για να λειτουργήσει, προϋποθέτει καλό περιφερειακό σουτ και από τους δύο – σενάριο επιστημονικής φαντασίας. Έτσι τα χέρια του κόουτς είναι δεμένα: και ο Διαμαντίδης δεν βρίσκει χρόνο ξεκούρασης και αναγκαστικά παίζουμε πολύ χρόνο με τον Μπράμος στο «2», μπας και καταφέρουμε να απειλήσουμε απέξω. Έτσι όμως δυσχεραίνουμε την κίνηση της μπάλας και τελικά γινόμαστε εξαρτημένοι από το τρίποντο – το έχουμε δει πολλές φορές το έργο φέτος.
Το χειρότερο από όλα είναι ότι φθείρουμε ανελέητα τον φιλότιμο Διαμαντίδη που δεν μπορεί να βρει καμία διευκόλυνση από τους γκαρντ-συντρόφους του. Είναι κωμικοτραγικό, αλλά είναι γεγονός και το έχουμε σημειώσει από το φθινόπωρο: για να παίξουμε σωστά με δύο ασόδυα πρέπει ο Μήτσος να γίνει βοηθητικός του Ούκιτς ή του Μπανκς, τη στιγμή που αυτός είναι ο καλύτερος παίκτης μας – είναι και 30κάτι ετών πια, δεν έχει δυνάμεις – και θα έπρεπε να ισχύει το ακριβώς αντίθετο. Υπάρχει καραμπινάτο λάθος «αρχιτεκτονικής» σε αυτή την ομάδα και το κακό ξεκίνησε με την διάψευση του στοιχήματος Κίτσεν που θεωρητικά είχε τις δυνατότητες να κάνει αυτό που λέμε. Ο Μπανκς που τον αντικατέστησε δεν τις έχει ούτε θεωρητικά.
Πλέον, την αδυναμία μας να δουλέψουμε σωστά με τους γκαρντ στο μισό γήπεδο θα πρέπει να τη θεωρήσουμε δεδομένη και, δυστυχώς, μη διορθώσιμη. Κανείς από τους Ούκιτς-Μπανκς δεν μπορεί να λειτουργήσει ως υπο-Διαμαντίδης, ώστε να βοηθήσει στο να βγάλουμε εύκολα καλάθια μέσω συστήματος. Το ξεχνάμε λοιπόν και κάνουμε προσευχές για να δούμε τους δύο παίκτες σε καλύτερη εκτελεστική μέρα (συμβαίνει μία στις τόσες να βάλουν π.χ. +50% στο τρίποντο). Αλλά, εκείνο που εκτέθηκε περισσότερο στο ματς του ΣΕΦ ήταν το κακό ματσάρισμα με τα εξαιρετικά φόργουορντ του Ολυμπιακού.
Ναυάγιο
Θεωρώ δεδομένο ότι η ανταλλαγή Πάνκο-Γκιστ είχε ως στόχο το match-up με τον Πρίντεζη, όταν θα ερχόταν η ώρα (τελικοί κλπ). Ο ταχύτατος Συριανός αφήνει πίσω τον κουρασμένο Τσαρτσαρή, αλλά και τον τεχνίτη Πάνκο – ο πιο αθλητικός Γκιστ έχει καλύτερες πιθανότητες να τον προλάβει. Κι όμως το σενάριο για την ώρα δεν «κάθεται» με τίποτα, καθώς ο Αμερικανός έχει πολλά ψωμιά να φάει μέχρι να γίνει αξιόπιστος αμυντικός, τουλάχιστον με την έννοια που το λέμε εδώ στην Ελλάδα. Μπορεί σε ένα ξερό «ένας με έναν» να τα καταφέρνει καλούτσικα, αλλά αυτό συνήθως είναι μόλις το 10% των καταστάσεων που καλείται να αντιμετωπίσει. Για το υπόλοιπο 90% (περιστροφές, βοήθειες, μποξ-άουτ…) έχει μετριότατη επίδοση και πάνε χαμένα τα γερά του πόδια που τόσο χρειαζόμαστε.
Ανάλογη «επιτυχία» είχε και ο Τζέισον Καπόνο που έγινε ρόμπα στα ποσταρίσματα του Περπέρογλου. Σε αυτό το κομμάτι θεραπεία δεν υπάρχει και απορώ πώς είναι δυνατόν να έδωσε ΟΚ ο Άρτζι για την απόκτηση ενός τόσο «λίγου» αμυντικού. Αν οι Γκιστ και Καπόνο πρέπει να σουτάρουν με 60% και να βάζουν μαζί μίνιμουμ 25 πόντους, μπας και ισοφαρίσουμε αυτά που τρώμε πίσω, δεν βλέπω να γίνεται προκοπή. Και είναι κρίμα. Στα παιχνίδια του Δεκεμβρίου βλέπαμε έναν Παναθηναϊκό που δάγκωνε στην άμυνα, κρατούσε το ρυθμό ενός αγώνα, δεν έχανε αμυντικό ριμπάουντ και έβρισκε τρόπους να σκοράρει παίζοντας έξυπνα. Λίγο-πολύ, το τελευταίο διάστημα δεν βλέπουμε τίποτε από αυτά και ειδικά το ριμπάουντ έχει γίνει μαύρη τρύπα.
Με τον Ολυμπιακό η κατάσταση ήταν υπό έλεγχο στο πρώτο μισό που η ρακέτα μας προστατευόταν σωστά. Η συνέχεια όμως ήταν καταιγιστική με τους γηπεδούχους να βγάζουν ενέργεια και να παίρνουν μαζί τους την ψυχολογία του αγώνα. Με μερικά μεγάλα σουτ κατάφεραν να συντηρήσουν το προβάδισμά τους και το τελικό σκορ μάλλον μας κολακεύει. Το δικό μας επιθετικό παιχνίδι είχε ισορροπία μόνο όσο δούλευε ο Σόφο (που όμως έχει «κόφτη» από τους γιατρούς, όπως γράφει και ο Κουσούλης). Έναν αστερίσκο βάζω μόνο για τα χαμένα ελεύθερα τρίποντα: σε μια άλλη αναμέτρηση μπορεί το ποσοστό να είναι λίγο καλύτερο, πράγμα που θα ξεκλειδώσει το γενικότερο επιθετικό μας παιχνίδι. Περιμένουμε να το δούμε αύριο στον τελικό.
Αναθεώρηση
Για εμάς το τρίποντο αποδεικνύεται κλειδί, αλλά αυτό που μας καίει περισσότερο είναι το μοίρασμα ρόλων στα γκαρντ. Θεωρώ ότι το τόσο φόρτωμα του Διαμαντίδη δύσκολα θα μας βγει σε καλό. Είναι μεν θεμιτό να πάρεις όσο περισσότερα γίνεται από τον κορυφαίο σου παίκτη, είναι όμως και άλλο τόσο χαζό να καις τα υπόλοιπα χαρτιά της περιφέρειας. Νομίζω ότι θα πρέπει να ποντάρουμε σε σχήματα με δύο γκαρντ και να αφεθεί ο Ούκιτς να κάνει και 1-2 ενέργειες παραπάνω. Δεν ξέρω αν αυτή είναι συνταγή νίκης, αλλά είναι εντελώς μάταιο με το υπάρχον ρόστερ να προσπαθούμε να παίξουμε μπάσκετ σαν αυτό της Δευτέρας. Για να μην διαλυθεί το σύστημα, αναγκαστικά, θα χρειαστεί ο Διαμαντίδης να περάσει σε δεύτερο ρόλο για σημαντικό κομμάτι του αγώνα και να κρατήσει δυνάμεις για το τελικό δεκάλεπτο. Από τους τρεις κοντούς που έχουμε (δεν θεωρώ τον Ξανθόπουλο ικανό να στεφθεί νο. 2) ο Μήτσος είναι ο μόνος που μπορεί κάπως να ανταποκριθεί σε off ρόλο. Μόνο έτσι θα εμπλουτιστεί το παιχνίδι μας και θα γίνουμε πιο πολυσύνθετοι και πιο δύσκολοι στην ανάγνωση από τον αντίπαλο.
Μπάλες
Το άλλο αγκάθι μας είναι το ριμπάουντ και εκεί θα χρειαστεί μια μικρή υπέρβαση. Ξέρετε, εδώ και ένα μήνα δεν υπήρξε ούτε ένα ματς που να μην ηττηθούμε ως προς τις κατοχές. Το φθινόπωρο υποφέραμε από τα πολλά λάθη και αυτό όντως διορθώθηκε, αποδεικνύεται όμως ότι το αμυντικό ριμπάουντ είναι κρισιμότερος τομέας. Είναι καθαρά θέμα διάθεσης και συντονισμού της ομάδας, αφού παίκτες με καλά πόδια υπάρχουν σε όλες τις θέσεις. Όταν ο αντίπαλος ανανεώνει επιθέσεις, ουσιαστικά σου αχρηστεύει την καλύ αμυντική προσπάθεια και αυτό έχει τεράστιο αντίκτυπο στην ψυχολογία των παικτών. Να, δηλαδή, τι μπορεί ενδεχομένως να ανεβάσει το ποσοστό μας στα τρίποντα.
Πάντως, μην τα περιμένουμε όλα από τον Καπόνο – ο Μπαρτζώκας τον είχε στο στόχαστρο και ο Αμερικανός δεν βρήκε χώρο ΠΟΤΕ. Όπως λέγαμε το Δεκέμβρη, ο Καπόνο θα γίνει το focal point της αντίπαλης περιφερειακής άμυνας και αυτό θα δώσει ευκαιρίες στους υπόλοιπους σουτέρ μας, κυρίως δε στα 4άρια. Και, δυστυχώς, κανείς από τους δύο (Γκιστ-Τσαρτσαρή) δεν έχει χαρακτήρα sniper. Ειδικά για τον πρώτο είναι κρίμα να τον ψάχνουμε σε καταστάσεις pick and pop – ο Φώτσης δεν μένει πια εδώ.
Ντέρμπι μέρος δεύτερον, λοιπόν, στο γνωστό μίζερο σκηνικό του Ελληνικού που μας κάνει να καταριόμαστε την τύχη μας που δεν γεννηθήκαμε Ισπανοί/Ιταλοί/Γερμανοί etc. Ενδεχόμενη κατάκτηση τίτλου μπορεί να μας ανεβάσει το ηθικό, όμως πιο σημαντικό είναι να πετύχουμε μια καθαρή νίκη επί του Ολυμπιακού. Όσο κι αν με θλίβει αυτή η κατάσταση, πρέπει να συμφωνήσω ότι αυτός είναι ο κύριος αντίπαλός μας και η φετινή ομάδα σε δύο αναμετρήσεις δεν έχει ακόμα καταφέρει να πάρει ροζ φύλλο. Είναι καιρός να γίνει μια αρχή, μπας και έρθει το ποθούμενο υπερβατικό τέλος.
Γ. Σκιάς