Κατά την διάρκεια περασμένων ετών, παράλληλα με την πρόοδο της ιατρικής υπήρξαν πολλές αλλαγές όσον αφορά και την εξέλιξη της φυσικοθεραπείας. Δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στην διάγνωση, την θεραπεία και την προσέγγιση του ασθενή χρησιμοποιώντας νέο τεχνολογικό εξοπλισμό που σαφώς μεν υποβόηθησε αλλά δεν αντικατέστησε τον ρολό του ειδικού φυσικοθεραπευτή. Η αποκατάσταση ενός μυοσκελετικού προβλήματος απαιτεί έγκαιρους και επιδέξιους χειρισμούς με κύριο μέλημα όλων την φροντίδα του ασθενή και την άμεση αποκατάσταση του. Τα προβλήματα που περικλείει αυτή η προσπάθεια συχνά είναι τόσο εμφανή και ανυπέρβλητα, ώστε συν τω χρόνω η αντιμετώπιση τους από τον ειδικό να έχει καταγράφει πολλές φορές ως αναποτελεσματική. Σκοπός του αφιερώματός μας είναι να προσφέρει γνώση στους αναγνώστες και να εμπεδώσει την έννοια του παγωμένου ώμου καθώς και τις εξελίξεις της φυσικοθεραπείας όσον αφορά το θέμα μας μέσα από παλαιότερες και νέες έρευνες, όπου η μια συμπληρώνει η αντικαθιστά την άλλη.
Ο παγωμένος ώμος μέχρι και σήμερα αποτελεί μια αινιγματική πάθηση, με δυσκολία στην διάγνωση όπως και στην αποκατάσταση. Σύμφωνα με την δομή της εργασίας μας καθορίζονται τα ιδιαίτερα ανατομικά και κινησιολογικά στοιχεία της περιοχής του ώμου, που θα πρέπει να ληφθούν υπόψη για την κατανόηση της πάθησης καθώς επίσης και τα αιτιολογικά-παθολογικά στοιχεία που αφορούν τον παγωμένο ώμο. Ώστε στο τέλος της μελέτης μας, ο αναγνώστης να μπορεί να σχεδιάσει ένα πλάνο θεραπείας που συμβαδίζει με την χειρουργική και μη αντιμετώπιση που αναλύουμε στο τέλος.
ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ
Ο παγωμένος ώμος αποτελεί μία από τις παθήσεις αίνιγμα. Όσο προχωράμε πίσω στο χρόνο τόσο πιο σπάνιες είναι οι μελέτες πάνω στην πάθηση αυτή. Σήμερα, στον 21ο αιώνα, ο παγωμένος ώμος ίσως είναι η πιο αινιγματική από όλες τις παθήσεις.
Ο Dupley29, το 1872, χρησιμοποίησε τον όρο ‘‘περιαρθρίτιδα γληνοβραχιόνιας άρθρωσης’’, για να περιγράψει την κατάσταση. Ο Godman23, το 1934, εισήγαγε τον όρο παγωμένος ώμος και έθεσε κάποια κριτήρια: ‘‘μια αργή αρχή του πόνου, εντοπισμένου κοντά στην κατάφυση του δελτοειδή, επώδυνη και περιορισμένη κάμψη και έξω στροφή, ανικανότητα του ασθενούς να κοιμηθεί στη πάσχουσα πλευρά, με φυσιολογικά τα ακτινολογικά ευρήματα’’. Ο Codman ανέφερε επίσης, σχετικά με τον παγωμένο ώμο, ότι είναι δύσκολο να καθοριστεί, δύσκολο να αντιμετωπισθεί και δύσκολο να εξηγηθεί, πάντα από την πλευρά της παθολογίας.
Το 194568, ο Neviαser, ονόμασε την κατάσταση “συμφυτική θυλακίτιδα”, στηριζόμενος στην ακτινογραφική εμφάνιση της άρθρωσης μετά από αρθρογραφία η οποία καταδεικνύει “συμφύσεις” του αρθρικού θυλάκου της γληνοβραχιόνιας άρθρωσης, περιορίζοντας το συνολικό όγκο του αρθρικού διαστήματος. Είναι μια κατάσταση που χαρακτηρίζεται από την ανάπτυξη πυκνών συμφύσεων και θυλακικών περιορισμών, ιδιαίτερα στη θυλακική πτυχή, παρά από αρθρικές αλλαγές στο χόνδρο και στο οστό, όπως συμβαίνει στη ρευματοειδή αρθρίτιδα ή την οστεοαρθρίτιδα. Οι ασθενείς με συμφυτική θυλακίτιδα έχουν έναν επώδυνο περιορισμό, τόσο της ενεργητικής όσο και της παθητικής κίνησης της γληνοβραχιόνιας άρθρωσης σε όλα τα επίπεδα.
Οι Zuckerman και Cuomo109 καθόρισαν την κατάσταση ως άγνωστης αιτιολογίας, που χαρακτηρίζεται από σημαντικό περιορισμό τόσο της ενεργητικής, όσο και της παθητικής κίνησης της άρθρωσης του ώμου.
Αργότερα, ο Lundberg62, κατηγοριοποίησε την πάθηση σε πρωτοπαθή ή ιδιοπαθή και δευτεροπαθή ανάλογα την αιτία, όπου κάθε μία από αυτές έχει μοναδικό ιστορικό και φυσικά χαρακτηριστικά, κάτι το οποίο είναι χρήσιμο για τη επιλογή της σωστής θεραπείας.
Όλη αυτή η προσπάθεια απόδοσης ενός τίτλου κρύβει το αρχικό στάδιο στο οποίο βρισκόμαστε όσο αναφορά την αιτιολογία της πάθησης.
ΟΡΙΣΜΟΣ ΠΑΓΩΜΕΝΟΥ ΩΜΟΥ
Ο όρος παγωμένος ώμος χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια επώδυνη κατάσταση που προκαλεί δυσκολία στην κίνηση, η οποία προσβάλει την άρθρωση του ώμου. Aυτή η κατάσταση ονομάζεται επίσης συμφυτική θυλακίτιδα, περιαρθρίτιδα και περιθυλακίτιδα. Πολλές αναφορές που έχουν εκδοθεί πάνω στον παγωμένο ώμο, έχουν αποφύγει να δώσουν ένα ξεκάθαρο ορισμό και δεν έχουν επιχειρήσει να διαχωρίσουν την κατάσταση αυτή από άλλες επώδυνες διαταραχές του ώμου3. Παρόλο που ο ορισμός “συμφυτική θυλακίτιδα” είναι ένα καλά αναγνωρισμένο συνώνυμο για τον παγωμένο ώμο, παραπλανεί, καθώς δεν υπάρχει σαφής ένδειξη για φλεγμονώδης αντίδραση σε έναν παγωμένο ώμο και δεν συμβαίνουν συμφύσεις19.
O Duplay29 ήταν ο πρώτος που το 1872 περιέγραψε τον παγωμένο ώμο. Υπέθεσε ότι η παθολογία αυτού του επώδυνου και δύσκαμπτου ώμου συνδεόταν με τα περιαρθρικά μαλακά μόρια παρά με αρθρίτιδα της γληνοβραχιόνιας άρθρωσης. Ωστόσο, στον πραγματικό παγωμένο ώμο δεν εμφανίζονται ευρήματα κάκωσης λόγω συστολής, εκτός και αν η κάκωση είναι ταυτόχρονη με μη-συσταλτή κάκωση του θύλακα39. Από τότε πολλοί συγγραφείς απέκτησαν σημαντική γνώση πάνω σε αυτό το αντικείμενο68. Ο παγωμένος ώμος ορίζεται σαν μια ιδιοπαθής κατάσταση του ώμου η οποία χαρακτηρίζεται από άμεσο εντοπισμένο πόνο στην άρθρωση ακολοθούμενος από αυξημένο περιορισμό των κινήσεων της γληνοβραχιόνιας άρθρωσης προς όλες τις κατευθύνσεις με τουλάχιστον 50% μείωση στην έξω στροφή3 τόσο των ενεργητικών όσο και των παθητικών κινήσεων, χωρίς παθολογικά ευρήματα στις ακτινογραφίες113. Αυτός ο ορισμός αποκλείει: υπακρωμιακή θυλακίτιδα, οξεία ασβεστοποίηση του πετάλου των στροφέων, τενοντίτιδα του υπερακανθίου και τενοντίτιδα του δικεφάλου. Ο μετατραυματικός επώδυνος δύσκαμπτος ώμος πρέπει να εξαιρεθεί εξαιτίας διαφορετικών αρθρογραφικών μεταβολών και διαφορετικού φυσικού ιστορικού3.
Μυλωγιαννάκης Παναγιώτης
Πολιτίδου Γεωργία