Στην αρχική φάση της θεραπείας, συστήνεται η χρήση μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών. Με την προϋπόθεση πώς με μειωμένη φλεγμονή και πόνο, ο ασθενής μπορεί καλύτερα να αντιμετωπίσει μια εντατική φυσικοθεραπεία.
Στατιστικά αναφέρεται ότι βελτιώνουν τον πόνο στον ύπνο, αλλά όχι τον πόνο κατά τις κινήσεις ή κατά τη διάρκεια της ανάπαυσης, ούτε σαφώς συνεισφέρουν στην αποκατάσταση της κινητικότητας44.
Η έγχυση των κορτικοστεροειδών γίνεται για την μείωση του πόνου και της ίνωσης που σχετίζονται με το σύνδρομο του παγωμένου ώμου. Οι φυσικοθεραπείες μαζί με την χορήγηση κορτικοστεροειδών φαίνεται να αυξάνουν την αποτελεσματικότητα της θεραπείας. Θα πρέπει όμως η έγχυση να γίνεται όσο το δυνατόν νωρίτερα, γιατί καθυστέρηση μεγαλύτερη των 3 μηνών οδηγεί συνήθως σε απώλεια του καλού αποτελέσματος12. Από μόνα τους, όμως, τα στεροειδή δεν φαίνεται να βοηθούν στην αποκατάσταση της κίνησης. Ο Nicholson72 υποστηρίζει ότι σε ασθενείς με ήπια δυσκαμψία, ο πόνος δυσκολεύει πολύ τις ασκήσεις, οπότε μια-δύο ενδοαρθρικές εγχύσεις μπορεί να χρειάζονται. Εάν δεν έχουν αποτελέσματα, δεν θα πρέπει να επαναληφθούν και θα πρέπει να γίνει μια πιο προσεχτική αξιολόγηση της παθολογίας και της θεραπείας που θα ακολουθήσουμε39.
Σε έρευνα που πραγματοποιήθηκε με αντικείμενο την σύγκριση της αποτελεσματικότητας είτε των ενδοαρθρικών εγχύσεων με κορτικοστεροειδή είτε ή ενός προγράμματος φυσικοθεραπείας, ή συνδυασμό και των δύο, βρέθηκε πως μια απλή ενδοαρθρική έκχυση κορτικοστεροειδών μέσω φθοροσκόπησης, σε συνδυασμό με ένα πρόγραμμα ασκήσεων για το σπίτι , είναι αποτελεσματική στην βελτίωση του πόνου και της δυσλειτουργίας σε ασθενείς με συμφυτική θυλακίτιδα17.
Η φυσικοθεραπεία προσφέρει ταχύτερη βελτίωση στο εύρος τροχιάς της άρθρωσης. Ωστόσο μια ξεκάθαρη ένδειξη της αποτελεσματικότητας της μίας ή και των δυο επιλογών στη βελτίωση του πόνου και της λειτουργικότητας δεν υπάρχει.
Παρόμοιες μελέτες έχουν δείξει πως οι τοπικές εκχύσεις στεροειδών μέσα η γύρω από την άρθρωση του ώμου και τον υπακρωμιακό θύλακο, ελαττώνουν τον πόνο και αυξάνουν το εύρος της κίνησης. Παρά το γεγονός ότι υπάρχουν αρκετές αντιγνωμίες ως προς τις θέσεις των εγχύσεων, η αξία της περιαρθρικής και ενδοαρθρικής έγχυσης στεροειδούς στον Παγωμένο Ώμο, έχει διαπιστωθεί ως προς την τελική αποκατάσταση της κινητικότητας του ώμου. Η λήψη μιας περιορισμένης ποσότητας πρεδνιζολόνης (predhisolone), μειώνει τον πόνο κατά την διάρκεια της νύχτας, δεν συντελεί όμως στην αποκατάσταση του εύρους τροχιάς της άρθρωσης.
Οι Jules και Neviaser71 πιστεύουν ότι η κινητοποίηση με γενική αναισθησία μαζί με εγχύσεις στεροειδών και επιπλέον κινητοποίηση, έχουν πιθανότατα καλύτερα αποτελέσματα σε ασθενείς με δύσκαμπτο και επώδυνο ώμο, παρά σε ασθενείς με συμφυτική θυλακίτιδα, καθώς και ότι τα ίδια αποτελέσματα μπορούν να επιτευχθούν και με ένα ενεργητικό πρόγραμμα ασκήσεων.
Η τοπική έγχυση κορτικοστεροειδών, παρά τις όποιες αντικρουόμενες απόψεις, είναι μια ιδιαίτερη διαδεδομένη, συχνά αποτελεσματική και συνήθως ασφαλής πρακτική.
Μια άλλη τεχνική είναι η έγχυση κρυσταλλοειδούς διαλύματος στεροειδούς στο τενόντιο πέταλο. Στις περιοχές έγχυσης συμπεριλαμβάνεται το έλυτρο του τένοντα του δικεφάλου βραχιονίου στην πρόσθια επιφάνεια του ώμου, στον υπακρωμιακό θύλακα και στην κατάφυση του τένοντα του υπερακανθίου μυός στην άνω-έξω επιφάνεια, η περιοχή του ελάσσονος στρογγύλου, καθώς και ο θύλακας της άρθρωσης του ώμου. Δεν πρέπει να επαναλαμβάνεται η έγχυση πριν περάσουν 3-6 εβδομάδες, ούτε να γίνονται περισσότερες από 3 εγχύσεις. Μετά την έγχυση, ο ασθενής θα πρέπει σκύβοντας να κρεμάσει το χέρι και με αυτό χαλαρό να κάνει για ένα περίπου λεπτό κινήσεις αιώρησης εμπρός-πίσω και κυκλικές44.
Ακόμη, η διάταση των θυλάκων και η λύση των συμφύσεων αρθροσκοπικά είναι πολύ χρήσιμη, αλλά βεβαίως επεμβατική θεραπεία. Συνήθως γίνεται μετά τους 6 μήνες, όταν δεν υπάρχει αποτέλεσμα από τη φυσικοθεραπευτική παρέμβαση και έχουμε έντονα συμπτώματα (μεγάλος περιορισμός κινητικότητας). Γίνεται με γενική νάρκωση44.
Έδαφος έχει αρχίσει να κερδίζει και η τεχνική της υδροδιαστολής. Η υδροδιαστολή αναφέρθηκε για πρώτη φορά το 1965 από τον Lundberg. Περιλαμβάνει την ενδοαρθρική έκχυση μεγάλης ποσότητας φυσιολογικού αλατώδους διαλύματος για να προκαλέσει διόγκωση και ρήξη στις θυλακικές συμφύσεις. Μια σειρά από έρευνες για την υδροδιαστολή αναφέρουν ενθαρρυντικά αποτελέσματα με υψηλό το βαθμό ικανοποίησης από τους ασθενείς. Περισσότερες έρευνες με κατάλληλους ελέγχους, είναι αναγκαίες για να επιβεβαιώσουν την αποτελεσματικότητα της υδροδιαστολής86.
Τέλος η καλή γνώση της ανατομίας, η λογική χρήση της μεθόδου, χωρίς δισταγμούς αλλά και χωρίς υπερβολές, η συνεχής άσκηση και η βελτίωση της ατομικής τεχνικής και η ενημέρωση του ασθενούς αποτελούν βασικά στοιχεία για την επίτευξη του καλύτερου δυνατού αποτελέσματος με το μικρότερο δυνατόν κίνδυνο ανεπιθύμητων ενεργειών. Φυσικά δεν πρόκειται για πανάκεια, αλλά για μια σημαντική κλινική πράξη, που πρέπει να συνδυάζεται με άλλες μεθόδους.