Για άλλους είναι η πιο θεαματική προσθήκη στους κανονισμούς του μπάσκετ. Για άλλους «ο θάνατος» του μπάσκετ. Το τρίποντο, από την πρώτη στιγμή που μπήκε στον μπασκετικό πλανήτη δημιουργεί δυνατές συγκινήσεις, αντίθετες απόψεις και καυτές αντιπαραθέσεις. Τα τελευταία χρόνια οι ομάδες στρέφονται ολοένα και περισσότερο προς αυτό, ακόμα και στο NBA, όπου, πλέον, έχει φουντώσει η συζήτηση για το αν θα πρέπει να αλλάξει κάτι στον κανονισμό του τριπόντου. Να πάει το τρίποντο ακόμα πιο μακριά; Να καταργηθεί το «κοντινό» τρίποντο από τις γωνίες; Να καταργηθεί εξ ολοκλήρου; Να απαγορευτεί στα σχολικά χρόνια των παικτών; Ή, μήπως, η νέα εποχή το μπάσκετ που έχει εισάγει το τρίποντο, είναι εποχή που πρέπει να αγκαλιάσουμε γιατί ανοίγει νέους ορίζοντες θεάματος, νέες ευκαιρίες για τους παίκτες και νέες, πιο δυνατές συγκινήσεις στα ματς;
Πριν από κάποια χρόνια, η FIBA είχε δημοσιεύσει μια έκθεση, στην οποία ανέλυε τα ποσοστά ευστοχίας των παικτών του μπάσκετ. Ως δείγμα είχε χρησιμοποιήσει διεθνείς διοργανώσεις δικές της σε περίοδο σχεδόν 20 χρόνων. Το αποτέλεσμα που έδειχνε η έρευνα ήταν ότι κατά μέσο όρο οι ομάδες σουτάρουν 50% από το δίποντο και 33% από το τρίποντο. Αυτά είναι τα λεγόμενα παγκόσμια ποσοστά, όταν το τρίποντο ήταν στα 6.25 μέτρα από το καλάθι.
Το συμπέρασμα στο οποίο είχε καταλήξει ο ερευνητής μετά από αυτό ήταν ουσιαστικά μια ερώτηση: γιατί οι ομάδες να μην δουλεύουν προς την κατεύθυνση του να επιχειρούν περισσότερα τρίποντα ώστε να σκοράρουν και πιο πολύ;
Αυτό μπορεί να συναχθεί πολύ εύκολα κοιτώντας τον μέσο όρο. Σε ένα υποτιθέμενο παράδειγμα μιας ομάδας που κάνει 6 σουτ δύο πόντων και μιας ομάδας που κάνει 6 σουτ τριών πόντων (τα νούμερα τέτοια ώστε να διαιρούνται και με το 2 και με το 3 για την ευκολία του παραδείγματος στα ποσοστά), παίρνοντας τους παγκόσμιος μέσους όρους, η πρώτη θα είχε 3/6 δίποντα και η δεύτερη 2/6 τρίποντα. Το αποτέλεσμα θα ήταν και στις δύο περιπτώσεις 6 πόντοι.
Οπότε ο ερευνητής αναρωτιόταν γιατί οι προπονητές δεν γυμνάζουν περισσότερο τους παίκτες τους στην κατεύθυνση του τριπόντου, αφού αν ανέβει το ποσοστό πάνω από το 33%, τότε οι ομάδες μπορούν εμμένοντας πιο πολύ σε σουτ 3 πόντων, να σκοράρουν και περισσότερο και πιο “ξεκούραστα” απ’ ότι με ένα δίποντο που απαιτεί πιο σύνθετα συστήματα, πιο πολύ χρόνο και πιο μεγάλη σωματική επαφή.
Το «τρελό» παράδειγμα των Vipers
Κάπου εδώ κάνω ένα λογικό άλμα, περνάω κάποια χρόνια, περνάω και τον Ατλαντικό και πάω στο Χιούστον και τον Νεβάντα Σμιθ. Ο Σμιθ είναι πιθανότατα αυτή τη στιγμή ο πιο πρωτοπόρος προπονητής επαγγελματικής ομάδας που υπάρχει στη γη. Γιατί; Η ομάδα του, οι Vipers του D-League, το μικρό αδερφάκι των Ρόκετς δηλαδή, καταγράφει νούμερα πρωτοφανή στην ιστορία του μπάσκετ.
Οι Vipers έχουν 9-1 στη σεζόν, σουτάρουν 46 τρίποντα κατά μέσο όρο στον αγώνα, τρέχουν λυσσασμένα επιδιώκοντας συνεχή τρίποντα στις κατοχές τους, έχουν κατά μέσο όρο 112 κατοχές ανά αγώνα (για να πάρετε μια ιδέα, το νούμερο είναι περίπου 12 παραπάνω από οποιαδήποτε ομάδα του ΝΒΑ) και σκοράρουν 115 πόντους ανά 100 κατοχές, μακράν το καλύτερο νούμερο στο D-League και προφανώς νούμερο καλύτερο από κάθε ομάδα του NBA (οι Τρέιλ Μπλέιζερς έχουν 109.8 πόντους ανά 100 κατοχές με τον μέσο όρο της λίγκας γύρω στο 101.5).
Ο Σμιθ έχει συναντήσει πολλούς επικριτές με την ομάδα του να κατηγορείται ότι «δεν είναι μπάσκετ αυτό που παίζουμε, μου λένε. Αλλά αν μπορούσαμε να σουτάρουμε τρίποντο σε κάθε κατοχή μας, θα το κάναμε. Θα υπάρξει παιχνίδι μας που θα σουτάρουμε 60 τρίποντα. Στο λέω να το ξέρεις. Και ο κόσμος να νομίζει ότι είμαστε τρελοί».
Βεβαίως, ο Σμιθ δεν επιλέχθηκε τυχαία. Οι Ρόκετς ήθελαν έναν προπονητή που να παίζει τόσο γρήγορο μπάσκετ με τόσες πολλές κατοχές.
Τα πράγματα στο NBA
Στους Ρόκετς, το 34.7% των εντός παιδιάς προσπαθειών τους είναι τρίποντα, ποσοστό που είναι το 2ο μεγαλύτερο στην ιστορία του NBA, πίσω από εκείνο των περσινών Νικς, 35.4%.
Αλλά ας μην μείνουμε στους Ρόκετς. Γενικότερα στη λίγκα, φέτος, το 25.3% των προσπαθειών που παίρνουν οι ομάδες εντός παιδιάς είναι τρίποντα. Το νούμερο αυτό είναι το μεγαλύτερο στην ιστορία του NBA, ξεπερνώντας το περσινό (που πέρσι ήταν εκείνο το μεγαλύτερο) που ήταν στο 24.3%. Για να καταλάβετε τη διαφορά, στα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας, το ποσοστό τριπόντων στο εντός παιδιάς παιχνίδι των ομάδων κυμαινόταν στο 16-18%.
Φέτος, οι ομάδες κάνουν περίπου 21 τρίποντα ανά ματς, σπάζοντας κατά πολύ το περσινό ρεκόρ των 19.9 προσπαθειών ανά αγώνα. Μπορεί οι Ρόκετς και οι Vipers να άνοιξαν σχολή, αλλά τελικά δεν είναι και κάτι το τόσο σπάνιο.
Οπότε, ευλόγως γεννάται το ερώτημα: μήπως το μπάσκετ αλλάζει κατεύθυνση προς την πλευρά που το τρίποντο θα γίνει ένα πάρα πολύ κυρίαρχο κομμάτι του παιχνιδιού; Είναι καλό για το παιχνίδι το τόσο πολύ τρίποντο;
Τα μαθηματικά και το μπάσκετ
Οι περισσότεροι λένε ότι το όλο θέμα είναι απλώς και μόνο θέμα κοινής λογικής. Θέμα μαθηματικών, αν προτιμάτε. Όπως το αντίστοιχο παράδειγμα που ανέφερα στην αρχή για την έρευνα της FIBA, έτσι και εδώ δεν πρόκειται για κάποιο μεγάλο μυστήριο. Όλοι στο NBA αναγνωρίζουν ότι τα μακρινά δίποντα είναι κακή επιλογή σουτ σε σχέση με τα τρίποντα. Εν ολίγοις, ένας παίκτης δεν έχει κανένα νόημα να σουτάρει από τα 6,5 μέτρα για 2 πόντους, απ’ το να σουτάρει από τα 7.25 και το σουτ του να μετρήσει για 3.
Πέραν τούτου, υπάρχει μεγάλη σχέση ανάμεσα στην παραγωγικότητα μιας ομάδας και τα τρίποντα που βάζει. Και ακόμα μεγαλύτερη ανάμεσα στα τρίποντα από τη γωνία και τους πόντους ανά κατοχή. Εύκολα κατανοητό και αυτό: το γωνιακό τρίποντο είναι πιο κοντινό από το τρίποντο πάνω από τη νοητή επέκταση της γραμμής των βολών και μάλιστα κατά 55 εκατοστά, όχι και λίγο, έτσι;
Ένα σουτ από τα 6.70 μέτρα θα είναι δίποντο αν ένας παίκτης το επιχειρήσει από την κορυφή, αλλά θα είναι τρίποντο από τη γωνία (η διαφορά στη FIBA είναι 15 εκατοστά, 6.60 έναντι 6.75).
Άρα, λογικά το γωνιακό τρίποντο είναι το ζητούμενο σε πάρα πολλά plays των αμερικανικών ομάδων.
Οι διαφωνίες
Τα μαθηματικά κέρδισαν, αλλά υπάρχουν και αυτοί που αρνούνται να δεχτούν τη νέα πραγματικότητα. Ένας από αυτούς είναι ο Τζεφ Βαν Γκάντι: «Σουτάρουμε πάρα πολλά τρίποντα πια. Είναι τρελό. Οι στατιστικολόγοι ανέλυσαν σωστά το παιχνίδι, αλλά το θέμα είναι ότι εξαφανίζουμε έναν ολόκληρο τύπο παικτών».
Αυτό που λέει ο Βαν Γκάντι είναι ότι όσο περισσότερο το ζητούμενο γίνονται τα τρίποντα, τόσο λιγότερο θα διδάσκονται και θα εξελίσσουν οι νεότεροι παίκτες το λεγόμενο «mid-range» παιχνίδι τους, το παιχνίδι από μέση απόσταση.
Η θέση του NBA
Η καινούργια εποχή στην οποία μοιάζει να μπαίνουμε, δεν είναι κάτι που δεν έχει υποπέσει στην αντίληψη του NBA. Ο Ροντ Θορν, βασικό διοικητικό στέλεχος της λίγκας, μιλάει σχετικά: «Όσο περισσότερο οι στατιστικολόγοι παίρνουν τον έλεγχο των ομάδων, λογικά θεωρείς ότι θα επεκταθεί περισσότερο αυτό το φαινόμενο. Σίγουρα τώρα βλέπουμε πιο πολλά τρίποντα. Αλλά είμαστε ακόμα σε παιδικό στάδιο, στο να αποφασίσουμε αν αυτό είναι καλό ή κακό για το παιχνίδι. Ας μην ξεχνάμε ότι για το τρίποντο υπάρχουν διαφωνίες από τη στιγμή που μπήκε ως κανονισμός».
Η στροφή στους κόλπους της λίγκας έρχεται να διατυπωθεί από τα χείλη του Μπίλι Κινγκ, γενικού διευθυντή των Νετς, ο οποίος ανέφερε: «Στη δεκαετία του 1990 μας απασχολούσε πολύ το γεγονός ότι δεν υπήρχε πολύ σκορ στα παιχνίδια. Αλλά τώρα, αρκετοί έχουν αρχίσει και αναρωτιούνται ‘είναι το τρίποντο κακό για το μπάσκετ;’». Μάλιστα, ο Κινγκ, παρότι δηλώνει αντίθετος σε ένα ενδεχόμενο του να καταργηθεί το τρίποντο ή ακόμα και στο ότι αυτό κάνει κακό στο μπάσκετ, λέει ότι θα υποστήριζε την κατάργηση του τριπόντου στο σχολικό επίπεδο, ώστε να βελτιωθούν μπασκετικά οι νέοι παίκτες χωρίς να τους απασχολεί το τρίποντο.
Μέχρι και ο Ντέιβιντ Στερν τον περασμένο Απρίλη έκανε «από το πουθενά» δηλώσεις ότι το NBA παρακολουθεί στενά την αύξηση στις προσπάθειες για σουτ τριών πόντων. Βέβαια, το NBA έκανε μεγάλη προσπάθεια για να ανεβάσει το μέσο όρο παραγωγικότητας των ομάδων, με ένα από τα βασικά όπλα σε αυτή την κατεύθυνση την απαγόρευση στο hand-checking.
Η κατάργηση του κανονισμού της «παράνομης άμυνας» έδωσε πριν κάποια χρόνια στους… γκουρού της άμυνας την ευκαιρία να δημιουργήσουν πολύ σύνθετες άμυνες που δυσκόλευαν πολύ την επίθεση. Η απάντηση σε αυτό ήρθε από συστήματα που κατέληγαν σε τρίποντα. Πώς μπορεί αυτό να αλλάξει χωρίς να πληγεί η παραγωγικότητα των ομάδων;
Τον Στερν φαίνεται να απασχολεί το κατά πόσο η νέα τροπή στα πράγματα θα πλήξει την εικόνα της λίγκας όσον αφορά στο θέμα του θεάματος. Αν το παιχνίδι πάει στα 70 τρίποντα, πόσο αυτό θα αρέσει στον κόσμο; Με το φόβο, πάντα, της κακής βραδιάς, αφού το τρίποντο θεωρείται πιο αμφίβολο από το δίποντο, μιας και πιο μακρινό. Κάτι τέτοιο είπε ο Στερν τον Απρίλη με το «όταν οι ομάδες μας είναι ζεστές, είναι μια ομορφιά. Αλλά όταν δεν είναι, τότε μπορούν να πάνε 3 στα 41».
Κι άλλοι πόντοι για το τρίποντο
Μάλιστα, οι αναλύσεις έχουν δείξει ότι δεν υπάρχει καμία σύνδεση ανάμεσα στις προσπάθειες για σουτ τριών πόντων και τα λάθη μιας ομάδας. Δηλαδή, τα συστήματα που καταλήγουν σε τρίποντο δεν κάνουν μια ομάδα πιο απρόσεκτη και πιο επιρρεπή στο λάθος. Οι Ρόκετς φέτος είναι η ομάδα με τα περισσότερα λάθη στη λίγκα, αλλά οι περσινοί Νικς είχαν έναν από τους μικρότερους μέσους όρους λαθών στην ιστορία του NBA.
Και, μάλιστα, με τα νούμερα που έχουν ως τώρα οι ομάδες σε προσπάθειες τριών πόντων, να μην πλησιάζουν ούτε κατά διάνοια αυτά των Vipers, αν θεωρήσουμε ότι το δικό τους παράδειγμα μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως αυτή τη στιγμή το βέλτιστο όριο σε προσπάθειες τριών πόντων.
Για τον Άρον Αφλάλο το τρίποντο είναι ευλογία: «Τα τρίποντα σου δίνουν ελπίδα να μείνεις κοντά σε ένα παιχνίδι. Αν έχανες με 16-18 πόντους και έπρεπε να επιστρέψεις μόνο με δίποντα, φίλε αυτό θα ήταν πολύ δύσκολο».
Κερδίζουν τα τρίποντα τίτλους;
Το μεγάλο ερώτημα. Στη λογική ότι τα τρίποντα είναι συνδεδεμένα άρρηκτα με τη μεγάλη παραγωγικότητα, το γρήγορο τέμπο παιχνιδιού. Αρχικά, βλέπουμε τους περσινούς Νικς να έχουν αποτύχει, ομάδες όπως τους Μάτζικ του Σταν Βαν Γκάντι και τους Σανς του Μάικ Ντ’ Αντόνι να μην μπορούν να πάρουν τίτλο. Βλέπουμε ομάδες όπως η περσινή Ιντιάνα ή το περσινό Μέμφις (πιο αργές και από replay) να φτάνουν στους τελικούς των περιφερειών τους.
Μη βιαστείτε, όμως, να αποκηρύξετε τα τρίποντα χρησιμοποιώντας την πασίγνωστη ρήση «ζώντας και πεθαίνοντας στη γραμμή των τριών πόντων». Πέρσι, οι δύο φιναλίστ, Χιτ και Σπερς, ήταν 6οι και 7οι σε προσπάθειες τριών πόντων. Να πάμε πιο μακριά; Οι Ρόκετς του Χακίμ Ολάζουον είχαν μέχρι το 2012-13 το ρεκόρ στην ιστορία του NBA σε ποσοστό προσπαθειών τριών πόντων επί του συνόλου των εντός παιδιάς σουτ (μέχρι που το έσπασαν οι περσινοί Νικς). Άρα, η λογική λέει ότι θα έρθει και πάλι ομάδα κυρίαρχη από το τρίποντο που θα κερδίσει τον τίτλο.
Και αυτό αν δεν θεωρήσουμε τέτοια τους περσινούς Χιτ που ήταν 6οι σε προσπάθειες τριών πόντων και 2οι σε ποσοστό τριών πόντων στη λίγκα.
Το παράδειγμα της Ευρωλίγκας
Ας γυρίσω λίγο πίσω στην Ευρώπη για να δούμε αν όλη αυτή η ροπή διαφαίνεται και στο ευρωπαϊκό μπάσκετ. Κοιτάζοντας την κανονική περίοδο, ώστε να έχουμε έναν ίδιο αριθμό αγώνων, το 2012-13 η Σιένα ήταν 1η σε σουτ τριών πόντων στη διοργάνωση με 29.8 ανά αγώνα (και 43.3% ποσοστό) με τα τρίποντα να αποτελούν το 46.6% των εντός παιδιάς σουτ της. Παράλληλα, ήταν 1η και σε μέσο όρο πόντων με 87.9 ανά ματς, κάτι που επιβεβαιώνει τη λογική των όσων λέγαμε πιο πάνω. Παρόμοια κατάσταση το 2011-12 (η Λαμποράλ με 24.9 τρίποντα ανά ματς, 36% ποσοστό και 80.2 πόντους επίθεση στην 4η θέση των επιθέσεων, με το 39.5% των σουτ της να είναι τρίποντα).
Αυτή η λογική δεν είναι άγνωστη στο ευρωπαϊκό μπάσκετ (που η γραμμή του τριπόντου είναι και πιο κοντά). Το 2004-05 η Κλιμάμιο Μπολόνια είχε 27.9 τρίποντα ανά αγώνα (το 44.5% των εντός παιδιάς προσπαθειών της ήταν τρίποντα) και τη 2η καλύτερη επίθεση στη διοργάνωση, χωρίς, όμως, να επαληθεύεται κάθε χρόνο η σχέση αυτή, τριπόντων και επιθετικής αποτελεσματικότητας.
Πάντως, η τάση για «λύση» αρκετών επιθέσεων από το τρίποντο είναι εμφανής και στην Ευρώπη. Και ο πιο λίγος χώρος από το τρίποντο στο καλάθι επιτείνει την κατάσταση με πολλούς τρόπους: και είναι πιο εύκολο να σουτάρει κάποιος, και είναι πιο εύκολο να κλείσει η άμυνα το χώρο από το τρίποντο ως τη ρακέτα, αναγκάζοντας έτσι τις αντίπαλες επιθέσεις σε περισσότερα συστήματα που καταλήγουν σε τρίποντα.
Τα γωνιακά τρίποντα των… 2,5 πόντων
Ο Τζεφ Βαν Γκάντι μπορεί να μοιάζει γραφικός ανά στιγμές, αλλά εκφράζει μια ιδιαίτερη τάση στο NBA. Στη συγκεκριμένη περίπτωση μιλάει για μεταφορά του τριπόντου ακόμα πιο πίσω και το αιτιολογεί πολύ λογικά, σε σημείο που (στη λογική της επιχειρηματολογίας του) κανείς δεν μπορεί να διαφωνήσει: «Θες να βρεις ένα σημείο όπου να είναι πιο δύσκολη η απόφαση ανάμεσα σε ένα τρίποντο και ένα μακρινό δίποντο. Η ομορφιά του αθλήματος είναι η διαφοροποίηση του παιχνιδιού. Και τώρα, οι έξυπνοι άνθρωποι έχουν βρει ακριβώς τι σουτ πρέπει να παίρνουν στην επίθεση και με ποια να ασχολούνται στην άμυνα. Και αυτό κάνει κακό στην διαφοροποίηση, στην ποικιλία του παιχνιδιού».
Ο Βαν Γκάντι διαφωνεί και με το τρίποντο της γωνίας. Μαζί με αρκετούς άλλους ζητά είτε την κατάργηση της γραμμής του τριπόντου στη γωνία, είτε την απομάκρυνσή της για να πάει κι αυτή στα 7.25 είτε ακόμα και στο να μείνει η γραμμή αλλά να μετράνε λιγότερο τα σουτ από εκεί: «Γιατί να μην μπορούμε να πούμε ότι τα γωνιακά τρίποντα θα μετράνε για 2,5 πόντους; Γιατί πρέπει όλοι να θέλουμε στρογγυλούς αριθμούς; Κανείς δεν έχει ακόμα καταφέρει να με πείσει με σωστά επιχειρήματα γιατί τα γωνιακά τρίποντα να μετράνε τους ίδιους πόντους με τα υπόλοιπα, που είναι πιο μακρινά. Θα είχε λογική να βάζαμε γραμμή βολών στα 4 μέτρα για τους άστοχους παίκτες, όπως ο ΝτεΆντρε Τζόρνταν και ο Αντρέ Ντράμοντ; Όχι, θα ήταν ηλίθιο. Όσο ηλίθιο είναι και το κοντινό γωνιακό τρίποντο».
Βέβαια, το πώς θα αντιμετωπίσει κάποιος αυτό που λέει ο Βαν Γκάντι σηκώνει μεγάλη συζήτηση. Αν το γωνιακό τρίποντο καταργηθεί, προφανώς και η άμυνα θα κλείσει προς τη ρακέτα, εμποδίζοντας παίκτες όπως ο ΛεΜπρον ή ο Ντουράντ να κάνουν ντράιβ, μιας και ένα ντράιβ με σουτ από τα 2-4 μέτρα θα έχει την ίδια αξία πόντων με ένα σουτ από τη γωνία, αλλά θα είναι πολύ πιο εύκολο να επιτευχθεί. Τώρα; Ο αμυντικός πρέπει να επιλέξει ανάμεσα στο να αφήσει ένα αμαρκάριστο σουτ που θα στοιχίσει 3 πόντους στην ομάδα του και στο να κλείσει στη ρακέτα για να αποφύγει το ντράιβ 2 πόντων. Είναι ένα σοβαρό δίλημμα.
Και, βέβαια, υπάρχει μια ολόκληρη κατηγορία παικτών στο NBA που «ζει» από το γωνιακό τρίποντο με πολύ χαμηλότερα ποσοστά από οποιαδήποτε άλλη θέση τριπόντου ή, για να το πω αλλιώς, με τα λόγια του Σέιν Μπατίερ: «Μέχρι να καταργήσουν το γωνιακό τρίποντο, εγώ θα είμαι στην Καραϊβική και θα πίνω μάι τάι».
Ανάγκη αλλαγών ή απλώς νέα εποχή;
Προς ποια κατεύθυνση πρέπει να κινηθεί το μπάσκετ σε σχέση με το τρίποντο; Σίγουρα μπαίνουμε στην εποχή που το τρίποντο αναλαμβάνει ολοένα και πιο ισχυρό ρόλο στο παιχνίδι των ομάδων. Οι συζητήσεις για μετατόπιση της γραμμής πιο πίσω, κατάργησή της, διαφοροποίησης των διαστάσεων του γηπέδου, ή άλλων τρόπων «επαναφοράς» του τριπόντου στον πρότερο δευτερεύοντα ρόλο του, δίνουν και παίρνουν.
Πρέπει πράγματι να ασχοληθούμε τόσο πολύ με το θέμα; Θα είναι το τρίποντο τελικά η εκ των έσω καταστροφή του μπάσκετ; Ή απλώς μας εισάγει σε μια νέα εποχή όσον αφορά στην εξέλιξη του παιχνιδιού;
Ο Μαρκ Κιούμπαν δείχνει να συμφωνεί με το τελευταίο: «Δεν είναι θέμα καν. Το NBA είναι όπως και κάθε άλλη αγορά: ο κόσμος αντιγράφει την επιτυχία. Αν ο ένας αντιγράφει τον άλλο, τότε η βιομηχανία γίνεται πιο ισχυρή. Αλλά αν όλοι κάνουν το ίδιο πράγμα, τότε από πλευράς μαθηματικών, κανείς δεν έχει το πλεονέκτημα. Αυτό που έχει μεγάλο ενδιαφέρον είναι να δούμε προς τα πού θα προχωρήσει το πράγμα την ώρα που όλοι προσπαθούμε να πάρουμε το πλεονέκτημα».
Ή, με άλλα λόγια, το μπάσκετ θα εξελιχθεί. Όπως εξελίσσεται η σημασία του τριπόντου στο παιχνίδι και μαζί του ο τρόπος που οι ομάδες διαχειρίζονται τις επιθέσεις τους, έτσι θα εξελιχθούν και οι άμυνες για να αντιμετωπίσουν το νέο στιλ παιχνιδιού. Αν οι Vipers και οι Ρόκετς πάρουν τίτλο, κάποιος θα βρεθεί του χρόνου να παίζει άμυνα τέτοια που να έχει σκοπό να εμποδίσει την επιτυχία αυτού του στιλ παιχνιδιού, γράφοντας άλλο ένα κεφάλαιο στην ιστορία του αθλήματος. Το μπάσκετ παραμένει ένας ζωντανός οργανισμός που μεγαλώνει και αναπτύσσεται, και είναι μία από τις μεγαλύτερες ομορφιές για όλους εμάς που το παρακολουθούμε, το αγκαλιάζουμε και το ζούμε, το να βλέπουμε την εξέλιξη αυτή χρόνο με τον χρόνο μπροστά στα μάτια μας.
Άλλωστε, αν το τρίποντο έρχεται σαν προάγγελος για να μας εισάγει σε μια νέα εποχή για το μπάσκετ, το μόνο που μένει να κάνουμε είναι να προσδεθούμε και να την απολαύσουμε, αυτήν, τις μοναδικές στιγμές της και τους ήρωες που θα γεννήσει.
Νίκος Κουσούλης