Εξαιρετικά ελπιδοφόρο είναι το ξεκίνημα του Παναθηναϊκού στο τοπ16 αφού οι «πράσινοι» για πρώτη φορά φέτος έχουν βρει τη χαμένη τους αμυντική ταυτότητα και μετρούν δύο νίκες σε ισάριθμες αγωνιστικές. Το ροτέισον έχει σφίξει επικίνδυνα, ωστόσο η ομάδα πατάει πολύ καλύτερα στο γήπεδο με τους τραυματίες του φθινοπώρου να βρίσκονται πλέον κοντά στο 100% και να προσφέρουν λύσεις σε ένα σύνολο που δεν έχει την εκτυφλωτική ποιότητα, αλλά σίγουρα κανείς δεν το θέλει για αντίπαλο.
Μέχρι τώρα, Αρμάνι και Λαμποράλ Κούτσα αποδείχθηκαν χαμηλά εμπόδια για τους πρωταθλητές Ελλάδος που ξέρουν πολύ καλά πόσο θα μετρήσει ένα ενδεχόμενο 3/3 σε αυτόν τον τόσο δύσκολο όμιλο που έχουν βρεθεί. Απόψε, στο γεμάτο ΟΑΚΑ αντίπαλος είναι η Εφές που περνάει μια φάση ταχείας αναδόμησης δια χειρός Βαγγέλη Αγγέλου (και υπό την υψηλή εποπτεία του Ντούσαν Ίβκοβιτς, αν αληθεύουν οι φήμες).
Η ουσία είναι ότι μετά από μια κανονική περίοδο της… υπομονής, επιτέλους οι φίλοι του Παναθηναϊκού παρακολουθούν μία ομάδα με την οποία μπορούν να ταυτιστούν. Το φθινόπωρο πέρασε… σπρώχνοντας με την ομάδα να πραγματοποιεί πολλές μέτριες εμφανίσεις και να χάνει εύκολα τις δύο φορές που αντιμετώπισε ομάδα αξιώσεων (την Μακάμπι του Ντέιβιντ Μπλατ). Σε έναν πιο ζόρικο όμιλο η πρόκριση θα γινόταν δύσκολη υπόθεση, αφού οι παίκτες του Πεδουλάκη δεν έπειθαν με την άμυνά τους και τα μόνα τους καλά παιχνίδια έγιναν τις λίγες φορές που είχαν ρέντα από τη γραμμή του τριπόντου.
Από την εικόνα του Ιανουαρίου προκύπτει ότι όλα αυτά ανήκουν στο παρελθόν. Με τον Λασμ και τον Ούκιτς να έχουν ξεπεράσει τα σωματικά τους προβλήματα η ομάδα βιώνει μια αγωνιστική μεταμόρφωση. Οι δύο τους έχουν πια ξεκάθαρους ρόλους βασικού (min. 25 λεπτά συμμετοχής) και είναι πολύ θετικοί σε άμυνα και επίθεση με αποτέλεσμα να μπορεί ο Πεδουλάκης να βγάλει το μπάσκετ που θέλει. Η άμυνα είναι πολύ ανεβασμένη και συνολικά οι «πράσινοι» καταφέρνουν να επιβάλλονται στο παρκέ, στηριζόμενοι κυρίως σε ένα μικρό σύνολο οκτώ παικτών. Όσο κι αν αυτό είναι ρίσκο (πολλά ματς, μεγάλοι σε ηλικία παίκτες), για την ώρα αποδίδει και υπόσχεται ακόμα καλύτερη συνέχεια.
Στην πρεμιέρα του τοπ16 η κατάσταση μας ήρθε «γάντι», αφού ήταν φανερό ότι οι πρόσφατες μεταγραφές είχαν μπερδέψει τους ρόλους στην ομάδα της Αρμάνι που χρειάζεται ακόμα χρόνο μέχρι να είναι ικανή για ένα δυνατό «διπλό» – εντός έδρας είναι μια άλλη ιστορία, όπως είδαν οι φίλοι του Ολυμπιακου. Στο ΟΑΚΑ πάντως, με τον Χάκετ μουδιασμένο και τον Λάνγκφορντ να έχει διαβαστεί τέλεια από το πράσινο σκάουτινγκ οι Λομβαρδοί δεν κατάφεραν να ακολουθήσουν για περισσότερο από ένα ημίχρονο. Στο τέλος της βραδιάς οι γηπεδούχοι είχαν πάνω από διπλάσιες ασίστ, ενώ παραπλήσια ήταν η εικόνα και στα ριμπάουντ.
Στο παιχνίδι της Βασκονίας οι παίκτες του Πεδουλάκη δεν επανέλαβαν τα λάθη του πρώτου γύρου και πάτησαν δυνατά από την αρχή, παίρνοντας τα ηνία του αγώνα. Ο ρυθμός κρατήθηκε χαμηλά και η αντίδραση της Λαμποράλ στο δεύτερο ημίχρονο έλαβε απάντηση από την κλάση των «πράσινων». Πολύ απλά, στην τέταρτη περίοδο ήταν οι φιλοξενούμενοι που είχαν την ψυχή για να πετύχουν τα μεγάλα σουτ και να καθαρίσουν τη νίκη. Έξτρα βοήθεια ήρθε και από τον Σκαριόλο που φρόντισε να αφήσει τον ζεστό Ερτέλ στον πάγκο για αδικαιολόγητα μεγάλο χρονικό διάστημα. Muchas gracias, señor.
Η συνολικά καλή εικόνα του Παναθηναϊκού οφείλεται 100% στην γραμμή των γκαρντ που επιτέλους έχει βρει ισορροπία και λειτουργεί ικανοποιητικά. Σε αυτή τη φάση, ο Παππάς έχει υποχωρήσει (αναλαμβάνει πιο «ειδικούς» ρόλους) και τη μερίδα του λέοντος παίρνουν οι τρεις παλιοί. Από αυτούς ο Ούκιτς σιγά σιγά ξαναβρίσκει τις δυνάμεις του (θεωρώ ότι σταδιακά θα πάρει αυτός τον μεγαλύτερο χρόνο συμμετοχής) και πλέον μοιράζεται το κύριο βάρος με τον Διαμαντίδη, ενώ ο Κάρι είναι πλέον ζεστός και πατάει στο παρκέ με διάθεση να δώσει σκορ. Στα δύο αυτά παιχνίδια ο Αμερικανός ήταν εκείνος που μπήκε σε κρίσιμα σημεία και «σκότωσε» τον αντίπαλο. Για την ώρα σουτάρει με τα εξωφρενικά ποσοστά του περασμένου Μαΐου (όσο… συμπτωματικό κι αν είναι αυτό), όμως εκείνο που τον κάνει να ξεχωρίζει είναι η πονηριά που βγάζει μέσα στο γήπεδο και το πώς ξέρει να βρίσκει κενά στην αντίπαλη άμυνα. Το πιο θετικό του στοιχείο είναι ότι μπορεί να σκοράρει σε πολλές διαφορετικές καταστάσεις και από όλες τις αποστάσεις.
Φυσικά, στο επιθετικό κομμάτι η ομάδα εξακολουθεί να μην εντυπωσιάζει, υπάρχουν όμως μερικές σταθερές που αρχίζουν να λειτουργούν. Το βασικό μας κενό παραμένει το παιχνίδι με πλάτη, αφού δεν μπορούμε να δουλέψουμε εκεί με τους ψηλούς μας, είτε γιατι ο Λασμ δεν το έχει, είτε γιατί ο Μάικ δεν μπορεί πια, είτε γιατί ο Λουκάς πολύ απλά δεν βλέπεται. Μοναδική σταθερή παρουσία στο ποστ είναι ο δυναμικός Ματσιουλις, ενώ πρόσφατα είδαμε και τους Ούκιτς-Διαμαντίδη να δοκιμάζουν τις δυνάμεις τους. Κατά τα άλλα, το ματς στη Βιτόρια έκλεισε με άλεϊ-ουπ κάρφωμα του Λασμ, πράγμα που δείχνει πόσο η συνεργασία του με τον Διαμαντίδη φτάνει πια στα γνωστά από πέρυσι επίπεδα.
Παρεμπιπτόντως, ο Γκαμπονέζος είναι για την ώρα ο πρώτος σκόρερ της ομάδας στο τοπ16 με 71,6% στα δίποντα. Με το βασικό μας πικ εν ρολ να πηγαίνει πρίμα, αντίστοιχα ανεβαίνουν και τα ποσοστά των «ελεύθερων σκοπευτών». Συνολικά οι Μπράμος, Ματσιούλις και Φώτσης ξεπερνούν το 50% στη δεύτερη φάση, τη στιγμή που στην κανονική περίοδο το ποσοστό τους στα τρίποντα κυμαίνονταν γύρω στο 38%. Προφανώς, όσο καλύτερα σουτάρουν αυτοί οι τρεις τόσο πιο απλά θα γίνονται τα πράγματα για τους υπόλοιπους στα δύσκολα ματς που ακολουθούν.
Είναι σαφές ότι σε αυτή τη φάση ο κόουτς επενδύει στην αμυντική σκληρότητα, αφήνοντας σε δεύτερη μοίρα την επιθετική παραγωγή και νομίζω ότι καλά κάνει. Ξεκάθαρα, με το υπάρχον υλικό δεν μπορούμε να είμαστε ανταγωνιστικοί στο κορυφαίο επίπεδο, αν έχουμε την πυξίδα στραμένη προς τα μεγάλα σκορ. Ακόμη κι αν το καταφέρουμε (που πολύ αμφιβάλω), οι αντίπαλοί μας είναι κλάσεις ανώτεροι σε αυτό το στυλ μπάσκετ. Το παιχνίδι του Παναθηναϊκού απαιτεί σκληρές επαφές, πειθαρχία στην αμυντική συγκρότηση και πνεύμα συνεργασίας στην επίθεση, για να προκύψει το εύκολο καλάθι. Μοιραία, οι πιο φινετσάτοι παίκτες (Παππάς, Μαυροκεφαλίδης) χάνουν έδαφος, αφού δεν μπορούν να ανταποκριθούν σε αυτά που ζητάει η ομάδα.
Ο Πεδουλάκης επιμένει σε ένα πολύ μικρό ροτέισον (τρία ώριμα γκαρντ, δυο σκληροί πλάγιοι, τρεις αθλητικοί ψηλοί), εξασφαλίζοντας έτσι ένα συνδυασμό αμυντικής έντασης και ευελιξίας με επιθετικό ορθολογισμό. Εδώ και περίπου δύο μήνες το πρόσωπο κλειδί είναι ο Τζέιμς Γκιστ που έχει βρεθεί να παίζει τις θέσεις 3-5 και τελευταία όλο και περισσότερο πέφτει πάνω στον κύριο δημιουργό του αντιπάλου, δηλαδή καλείται να μαρκάρει θέσεις 1-2. Τα αθλητικά του προσόντα είναι εγγύηση ότι δύσκολα θα εκτεθεί κι έτσι ο κόουτς απολαμβάνει διπλό κέρδος. Αφενός, κάνει αλλαγή στο σκριν χωρίς να προκαλείται μισμάτς (ο Λασμ είναι εξίσου αθλητικός), αφετέρου κερδίζει το μάξιμουμ από τον Αμερικανό που όσο αποτελεσματικός είναι πάνω στην μπάλα, τόσο τα χάνει όταν καλείται να δουλέψει στην πίσω γραμμή και να διαβάζει τις περιστροφές.
Το ζήτημα που προκύπτει όταν ο Γκιστ μαρκάρει γκαρντ, είναι τι κάνουμε με το αντίπαλο 4άρι. Μέχρι τώρα ο σκληροτράχηλος Ματσιούλις τα έχει πάει θαυμάσια, όμως δεν ξεχνάμε ότι αντιμετώπισε παίκτες που δουλεύουν κυρίως μακριά από το ζωγραφιστό (Μέλι, Νοτσιόνι κλπ). Όταν θα βρούμε βαριά 4άρια (Λόρμπεκ, Λάμπε, Τόμσον, Σαβάνοβιτς) τα πράγματα θα δυσκολέψουν. Σε κάθε περίπτωση είναι πολύ τολμηρό να βάζουμε και τον Φώτση σε ρόλο Γκιστ, όπως είδαμε να γίνεται στη Βιτόρια. Ο «Μπάτμαν» είναι πολύ ανεβασμένος τελευταία, αλλά στα 33 του δεν μπορεί να παίζει στην κορυφή της άμυνας.
Με αυτά τα δεδομένα το «τριφύλλι» καλείται το βράδυ να πιστοποιήσει την καλή του εικόνα και να μην πέσει σε γκέλα απέναντι στην Αναντολού Εφές, δηλαδή την μακράν πιο απογοητευτική ομάδα της πρώτης φάσης. Οι Τούρκοι έχουν προβληματική στελέχωση σε περιφέρεια και ρακέτα, μοιάζουν δομημένοι για ένα μπάσκετ περασμένων εποχών και είχαν ως τώρα εικόνα ομάδας χωρίς αγωνιστική ταυτότητα. Τη νύφη πλήρωσε ο κόουτς Μαχμούτι (τα συλλυπητήρια μας), αλλά αυτό είχε ένα θετικό twist, αφού την θέση κάλυψε ο δικός μας Βαγγέλης Αγγέλου στην πρώτη του head coaching δουλειά εκτός Ελλάδος.
Ο Χαλκιδέος (ε, ρε πατρίδα!) τεχνικός βρίσκει στην Κωνσταντινούπολη τον (γνωστό του από τον Ολυμπιακό) Τζαμόν Γκόρντον, το πρότυπο του μοντέρνου do it all γκαρντ, και αναμένεται να χτίσει πάνω του την καινούρια Εφές. Ωστόσο, έχει να παλέψει με μια (ουδόλως μοντέρνα) «δεινοσαυρική» φροντλάιν καθώς και με ένα προβληματικό ταίριασμα στους κοντούς. Ο Πλάνινιτς ζητάει έναν καθαρό σουτέρ δίπλα του (θυμηθείτε Κελάτι, Φριτζόν, κλπ) και δεν βγάζει καλή χημεία με τον Γκόρντον που αντίστοιχα ζητάει έναν αποφασιστικό σκόρερ (θυμηθείτε Φάρμαρ, Μπίλι Κιζ κλπ.). Στα φόργουορντ υπάρχει πολλή επιθετική ποιότητα με Σαβάνοβιτς, Σκότι Χόπσον και βέβαια Κώστα Βασιλειάδη. Τώρα το πώς θα μπορέσουν όλοι αυτοί μαζί να παίξουν μια σωστή άμυνα, ένας Αγγέλου το ξέρει. Ή μήπως ένας Ντούντα; Τα κουτσομπολιά λένε ότι ο αειθαλής Σέρβος δουλεύει στο παρασκήνιο και προετοιμάζει τις κινήσεις για να αναλάβει δράση το καλοκαίρι, τώρα που πια ξεμπέρδεψε επιτέλους με την Εθνική Σερβίας.
Αυτό βέβαια δεν μας ενδιαφέρει στην παρούσα φάση – για τον Παναθηναϊκό τα πράγματα είναι σχεδόν απλά: θα νικήσει αν συνεχίσει να παίζει όπως στα δύο τελευταία ματς. Το πιο κομβικό σημείο για τον Πεδουλάκη είναι να διατηρήσει τον έλεγχο στη ρακέτα του. Έχουμε δει πως οι «πράσινοι» δυσκολεύονται να αντιμετωπίσουν μεγάλα κορμιά (τα καλά του να παίζεις χωρίς γνήσιο σέντερ) – ακόμα και στο τελευταίο παιχνίδι ο Τίμπορ Πλέις έκανε μεγάλη ζημιά. Το ζητούμενο είναι να μην πάρει μπάλες ο Ερντέν σε απόσταση αναπνοής και βέβαια να μπορέσουμε να προστατεύσουμε το αμυντικό μας ριμπάουντ.
Αυτά συν σοβαρότητα στο αμυντικό τρανζίσιον και συνεχές ποστάρισμα του Ματσιούλις ή χτύπημα με τον Γκιστ σε απομονώσεις και θα περάσουμε ωραία, λίγες μέρες πριν το «συμβολικό» ντέρμπι της Δευτέρας. Επ’ αυτού στο επόμενο…
Γιώργος Σκιάς