ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΚΙΝΗΤΟΠΟΙΗΣΗΣ ΑΡΘΡΩΣΕΩΝ
Η κινητοποίηση, είναι ένα είδος παθητικής άσκησης που εφαρμόζεται για την αποκατάσταση των κινήσεων της άρθρωσης. Χρησιμοποιώντας ειδικές τεχνικές, ο βασικός στόχος είναι να διατείνουμε τον αρθρικό θύλακο και σταδιακά να επιτρέψουμε την αποκατάσταση της φυσιολογικής εμβιομηχανικής της άρθρωσης, έτσι ο ασθενής να μπορεί να επανάκτηση ένα λειτουργικό ROM και να ξεκινήσει ένα φυσιοθεραπευτικό πρόγραμμα για τη διατήρηση του ROM31. Η κλινική εφαρμογή προϋποθέτει καλή κατανόηση της μηχανικής της άρθρωσης, γνώση της ιστολογίας του συνδετικού ιστού και της λειτουργίας των μυών της περιοχής έχει αποδειχθεί κλινικά ότι είναι πολύτιμο μέρος του προγράμματος θεραπείας καθώς και της αξιολόγησης της αρθρικής κίνησης. Σημαντική πρόοδος έχει γίνει με την περιγραφή των πλεονεκτημάτων της παθητικής κίνησης. Υπάρχει καλύτερη έκβαση της δυσκαμψίας των αρθρώσεων και της επούλωσης των ιστών. Μπορεί λοιπόν, να γίνει χρήση των τεχνικών κινητοποίησης κατά το κρίσιμο στάδιο της επούλωσης για να επηρεαστεί η ελαστικότητα του ουλώδους ιστού και να μειωθεί η ανάπτυξη των περιοριστικών συμφύσεων40, 83.
Υπάρχουν πολλοί όροι που θα πρέπει να καθοριστούν όταν γίνεται αναφορά στην τεχνική της κινητοποίησης των αρθρώσεων. Αρθρώσεις, δονήσεις, έλξεις, manipulation, και mobilization, όλα αυτά περιγράφουν έναν ειδικό τύπο παθητικής κίνησης. Υπάρχουν τέσσερις βαθμίδες κινητοποίησης:
* Η βαθμίδα Ι είναι μικρού εύρους κίνηση, ελεγχόμενης ταχύτητας και εκτελείται στην αρχή της τροχιάς. Σπάνια έχει αντενδείξεις. Χρησιμοποιείται πιο συχνά για να μπλοκάρει τον πόνο.
* Η βαθμίδα II είναι μια μεγάλου εύρους κίνηση εκτελούμενη μέσα στο υπάρχον (μέσο) εύρος αλλά όχι και στο ακραίο όριο της τροχιάς.
* Η βαθμίδα III είναι μια μεγάλου εύρους κίνηση στο ακραίο όριο του εύρους της τροχιάς της κίνησης.
* Η βαθμίδα IV είναι μικρού εύρους (βαθμού) κίνηση εκτελούμενη στο ακραίο όριο της τροχιάς.
Οι βαθμίδες Ι και ΙΙ χρησιμοποιούνται για νευροφυσιολογικές επιδράσεις και οι ΙΙΙ και IV έχουν σχεδιαστεί για να επιφέρουν μηχανικές αλλαγές στον ιστό.
Λανθασμένες τεχνικές όπως πολύ βίαια κίνηση, μη σωστή κατεύθυνση της δύναμης, και υπερβολική ταχύτητα μπορούν να προκαλέσουν δευτερογενώς σοβαρό τραυματισμό ή βλάβη στους ιστούς που περιβάλλουν την άρθρωση και είναι ακινητοποιημένοι. Επίσης, η κινητοποίηση σε αρθρώσεις που είναι φυσιολογικές ή σε αυτές που είναι υπερκινητικές μπορεί να επιφέρει ή να αυξήσει την αστάθεια της άρθρωσης83.
Οι βίαιες τεχνικές manipulation έχουν πολλές αντενδείξεις οι πιο σημαντικές από τις οποίες είναι αρθρίτιδα, εξάρθρωση, αστάθεια, τραύμα, οστεοπόρωση, κυκλοφορικές διαταραχές, νευρολογική δυσλειτουργία και μολυσματικές παθήσεις των αρθρώσεων31, 40.
Αρκετές είναι οι έρευνες που έχουν γίνει για να διαπιστωθεί ποιές τεχνικές κινητοποίησης βοηθούν περισσότερο και σε πιο σημείο της θεραπείας ενδείκνυται να τις χρησιμοποιούμε.
Για παράδειγμα, ο Nicholson72 σύγκρινε τον πόνο και την υποκινητικότητα ενός γκρουπ, το οποίο αντιμετωπίστηκε με κινητοποίηση και ενεργητικές ασκήσεις, με μια ομάδα ελέγχου που εφαρμόστηκαν μόνο ενεργητικές ασκήσεις. Το πρώτο γκρουπ εμφάνισε μια σημαντική μείωση του πόνου και αύξηση στην παθητική αγωγή , σε σχέση με την ομάδα ελέγχου.
Σε μία άλλη έρευνα που πραγματοποιήθηκε με σκοπό την σύγκριση της πρόσθιας ολίσθησης με την οπίσθια ολίσθηση στην έξω στροφή του ώμου σε ασθενείς με συμφυτική θυλακίτιδα χρησιμοποιώντας ειδικές τεχνικές, βρέθηκε πως οι ασθενείς στο γκρουπ της πρόσθιας κινητοποίησης μετά από την τρίτη συνεδρία είχαν μια βελτίωση στην έξω στροφή κατά μέσο όρο 3 μοίρες, ενώ οι ασθενείς στο γκρουπ με την οπίσθια κινητοποίηση είχαν βελτίωση 31,5 μοίρες53. Συμπερασματικά μια τεχνική κινητοποίησης του ώμου με οπίσθια κατεύθυνση ήταν πολύ πιο αποτελεσματική από ότι η πρόσθια όσο αφορά την βελτίωση της έξω στροφής, και τα δυο γκρουπ είχαν σημαντική μείωση του πόνου.
Έχει μελετηθεί επίσης η επίδραση των τεχνικών κινητοποίησης στο τέλος της τροχιάς του διαθέσιμου εύρους κίνησης, σε σχέση με τις τεχνικές κινητοποίησης στο αρχικό ή ενδιάμεσο εύρος. Τα αποτελέσματα ήταν ότι και στις δύο περιπτώσεις, στην τελική αξιολόγηση, υπήρχε βελτίωση αλλά με σαφώς πιο βελτιωμένους τους ασθενείς που αντιμετωπίστηκαν με κινητοποίηση στο τέλος της τροχιάς. Ιδιαίτερη βελτίωση φάνηκε κατά την παθητική απαγωγή αλλά και στην παθητική και ενεργητική έξω στροφή100.
Από το παρελθόν είναι καταγεγραμμένες πολλές μελέτες πάνω στο θέμα της επίδρασης των τεχνικών κινητοποίησης. Όμως, δεν υπάρχουν επίσημα δημοσιευμένα αποτελέσματα ύστερα από μακρύ χρονικό διάστημα. Αυτός ήταν και ο σκοπός μιας έρευνας που δημοσιοποιήθηκε πριν από τέσσερα περίπου χρόνια. Εφαρμόστηκε κινητοποίηση υπό αναισθησία. Η διάρκεια της θεραπείας διήρκησε 11 μήνες με κατάλληλη κινησιοθεραπεία παράλληλα. Η παρακολούθηση συνεχίστηκε με επανεξέταση ύστερα από 15 χρόνια. Τα αποτελέσματα ήταν ότι: καμία επιπλοκή δεν είχε σημειωθεί από την κινητοποίηση (κατάγματα, διαταραχές, συμπτωματική βλάβη στο πέταλο των στροφέων ή νευρομυϊκά τραύματα). Το εύρος της κίνησης είχε καταγραφεί πριν, κατά τη διάρκεια και στο τέλος της θεραπείας καθώς και στην επανεξέταση.
Κατά τη διάρκεια της κινητοποίησης το εύρος σε όλα τα επίπεδα είχε τον υψηλότερο βαθμό, σχεδόν στο φυσιολογικό. Στο τέλος της θεραπείας είχε μειωθεί κάπως ενώ κατά την επανεξέταση είχε αυξηθεί σχεδόν στα φυσιολογικά επίπεδα. Αξιολογήθηκε ο πόνος τη νύχτα, κατά την ανάπαυση και κατά τη δραστηριότητα. Στατιστικά όλες οι κατηγορίες είχαν βελτιωθεί σε ποσοστό 85% στο τέλος της θεραπείας. Όλοι οι ασθενείς ένιωθαν ότι είχαν ένα σταθερό ώμο. Αρκετοί είχαν μέτρια ως καλή μυϊκή ισχύ, λίγοι μέτρια και ελάχιστοι ήταν αυτοί με φτωχή τη μυϊκή τους ισχύ31.
Τέλος, είναι απαραίτητη η καλή συνεργασία γιατρού – φυσιοθεραπευτή και η συνεχή ενημέρωση τους για την πορεία του ασθενούς. Ο ασθενής θα πρέπει να ενθαρρύνεται, να μην απογοητεύεται και να γνωρίζει ότι η θεραπεία είναι μια αργή και δύσκολη διαδικασία. Θα πρέπει επίσης να εκπαιδευτεί όσο αναφορά τις σωστές κινήσεις που θα κάνει, το τι θα πρέπει να αποφεύγει και πώς να αντιμετωπίζει μόνος του το πρόβλημα.
Εικόνα 16.1 Τεχνικές κινητοποίησης ώμου και ωμοπλάτης