Ταπεινωμένος γύρισε από τη Βαρκελώνη ο Παναθηναϊκός που ηττήθηκε κατά κράτος από μία ΠΟΛΥ ανώτερη ομάδα – περίπου την ίδια ομάδα που (ένα χρόνο πριν) την έκανε να φτύσει αίμα, ώσπου να τον αποκλείσει σε μια καθηλωτική σειρά πλέι-οφ. Anyway, περασμένα ξεχασμένα. Οι πρωταθλητές καλούνται τώρα να αλλάξουν τσιπ στον εγκέφαλο (που έλεγε κι ο Ιτούδης) και να δείξουν χαρακτήρα νικητή απέναντι στην τίμια Ουνικάχα Μάλαγα, προκειμένου να προκριθούν στους «8» (όλεεε!). Να δικαιωθεί έτσι κι η επιλογή της διοίκησης που έσωσε την ομάδα από τα νύχια του επάρατου Πεδουλάκη…
Στην ωραία Barcelona λοιπόν, ο ανανεωμένος Παναθηναϊκός είχε ένα καλό δεκάλεπτο, ακολούθως ένα ανησυχητικό εξάλεπτο και, σαν ολοκλήρωση, ένα καταστροφικό υπόλοιπο ματς. Ο κόουτς Αλβέρτης (σε ένα ματς χαμένο και, με βάση τη βαθμολογία, αδιάφορο) αναγκάστηκε να κρατήσει τον Διαμαντίδη στο παρκέ μέχρι το τελευταίο δευτερόλεπτο, μήπως και περιορίσει τα όρια του διασυρμού. Οι γηπεδούχοι φάνηκαν ανελέητοι, ως και ιερόσυλοι. Καθόλου δεν σεβάστηκαν την ιστορία του «εξάστερου». Δεν σταμάτησαν το πάρτι ούτε καν με την είσοδο του Λουκά Μαυροκεφαλίδη, για πρώτη φορά, στο 37΄! Τέως συμπαίκτης τους ο «Λου» κι όμως έδειξαν τόση αγνωμοσύνη. Ας είναι…
Οι «πράσινοι» προσπάθησαν αρχικά να χτυπήσουν με ντράιβ τα αδύναμα γκαρντ των Καταλανών και όσο άντεχαν τα πόδια του Ούκιτς το πράγμα λειτουργούσε. Ο Ράιτ αντίθετα καταρρακώθηκε γρήγορα, αφού κατάφερε μέσα σε τρία λεπτά να δεχτεί τρεις τάπες από τον ίδιο παίκτη (Τζόι Ντόρσεϊ). Στο μεταξύ ήταν από το «καλησπέρα» εμφανές ότι η ομάδα του Αλβέρτη θα περνούσε δύσκολο βράδυ μέσα στη ρακέτα, όπου ο φορμαρισμένος Άντε Τόμιτς δεν είχε αντίπαλο. Τίποτα καινούριο. Λίγες βδομάδες πριν, μας είχε κάνει… καλοκαιρινούς ένας κάποιος Τίμπορ Πλέις, δεν θα τα κατάφερνε ο δις MVP του μήνα;
Να σημειώσουμε εδώ ότι η δουλειά που έχει κάνει ο Πασκουάλ με τον Κροάτη τον ενάμιση χρόνο που βρίσκεται στο ρόστερ του, είναι τουλάχιστον εντυπωσιακή. Στα χρόνια της Ρεάλ (και με την εθνική του, επίσης) ο παίκτης έμοιαζε με παρεξηγημένη ντίβα, ενώ με την φανέλα της Μπάρτσα θαυμάζουμε τον πιο dominant ψηλό της Ευρώπης. Ειδικά στο αμυντικό κομμάτι η πρόοδος είναι τρομακτική, αφού, σε ένα σύστημα που του ταιριάζει, σκεπάζει καλάθια και αντιπάλους, εκεί που τον θυμόμαστε πιο παλιά να πελαγοδρομεί και να εκτίθεται από τα αργά του πόδια.
Επιστρέφουμε. Γίνεται πολλή συζήτηση για την ανάγκη του ΠΑΟ να βγει στο ανοικτό γήπεδο και να ψάξει εκεί τους πόντους που δεν μπορεί να βρει στη σετ κατάσταση – βοά η απουσία ενός κλασικού σέντερ, μη λέμε τα ίδια. Το πρόβλημα είναι ότι για να βγεις στον αιφνιδιασμό χρειάζεσαι την μπάλα, άρα πρέπει να ολοκληρώσεις την άμυνα με ριμπάουντ ή κλέψιμο. Στο «Παλάου» κάναμε τη χειρότερη φετινή εμφάνιση (γενικώς δηλαδή, αλλά και) ως προς το αμυντικό ριμπάουντ κι έτσι το επιθετικό τρανζίσιον δεν μας βγήκε. Όταν γίνεται αυτό, μοιραία, βγαίνει άχρηστος ο Ζακ Ράιτ που σαφέστατα δεν μπορεί να βοηθήσει στη δημιουργία σε συνθήκες «5 εναντίον 5».
Είναι χαρακτηριστικό ότι από την έλευση του Αμερικανού και μετά, άλλαξε η βασική πεντάδα του Παναθηναϊκού. Ξεκινάει πλέον ο Μπράμος και όχι ο Ματσιούλις που έρχεται από τον πάγκο για να βοηθήσει την κατάσταση όταν στο μπακ-κορτ βρίσκονται οι Ράιτ-Κάρι. Ο Λιθουανός, όντας ο μόνος μας παίκτης με αποτελεσματικό παιχνίδι στο ποστ, καλείται να διευκολύνει μια επίθεση που είναι εντελώς βαλτωμένη, ειδικά όσο ο Κάρι δεν είναι στην ιδανική κατάσταση. Φυσικά, το ποστ παιχνίδι του Ματσιούλις λείπει από το αρχικό μας lineup, με αποτέλεσμα να αλλοιώνεται η φυσιογνωμία της ομάδας που είχε τη συγκεκριμένη κατάσταση ως μια βασική σταθερά. Τελικά δηλαδή, καταλήγουμε σε ακόμα μεγαλύτερη φθορά του Διαμαντίδη που πρέπει διαρκώς αυτός και μόνον να σκαρφίζεται κάτι ώστε να σκοράρουμε.
Έτσι, λοιπόν, χωρίς ποστ παιχνίδι, χωρίς σκορ στον αιφνιδιασμό, χωρίς έλεγχο του ριμπάουντ και με μειωμένες ικανότητες για ατομικούς πόντους (τραυματίες οι Ούκιτς, Κάρι, Γκιστ) ήταν αναπόφευκτο κάποια στιγμή να ζεσταθούν οι συνήθεις ύποπτοι της Μπαρτσελόνα (Ναβάρο, Λόρμπεκ, Όλεσον, Αμπρίνιες) και να πάρουν κεφάλι για τα καλά. Εκείνο όμως που ήταν σοκαριστικό (και ολίγον ασυγχώρητο) είναι ότι αφέθηκαν να κάνουν ό,τι θέλουν, αφού από ένα σημείο και μετά οι «πράσινοι» μόνο παρακολουθούσαν έχοντας αποδεχτεί τη μοίρα τους 100%. Ήταν παραδοχή αδυναμίας; Ήταν έλλειψη κινήτρου, δεδομένου της γνωστής ήττας της Φενέρ που απλοποιούσε την κατάσταση; Ήταν μια προσπάθεια του πάγκου να δώσει μαθήματα στους παίκτες, για να τους γκαζώσει στη συνέχεια; (Εδώ παραδέχομαι ότι το χοντραίνω…)
Συνολικά, θα έλεγα ότι η ομάδα που παρακολουθήσαμε στη Βαρκελώνη είχε ελάχιστη σχέση με Παναθηναϊκό και αναφέρομαι στο ψυχολογικό κομμάτι. Οι «πράσινοι» από ένα σημείο και μετά ήταν παραιτημένοι, πράγμα που δεν θυμάμαι να συμβαίνει ΠΟΤΕ ούτε επί Ομπράντοβιτς φυσικά, αλλά ούτε και επί Πεδουλάκη. ΟΚ, το «Παλάου» δεν ήταν ποτέ η αγαπημένη μας έδρα, αλλά να χάνεις με διαφορές… πορνογραφικού επιπέδου (+25 έφτασε το μάξιμουμ) και να δείχνεις απολύτως αδύναμος να σταματήσεις τον κατήφορο, δεν καταπίνεται με τίποτα. Καλώς εχόντων, ακολουθεί μια πολύ δύσκολη σειρά πλέι-οφ (με Ρεάλ ή ΤΣΣΚΑ) και με αυτή την εικόνα είναι αδύνατον όχι να χτυπήσεις πρόκριση για το Μιλάνο, αλλά έστω και να την διεκδικήσεις στα σοβαρά.
Είναι προφανές ότι τα ευχάριστα νέα από την Κωνσταντινούπολη επηρέασαν το μυαλό των παικτών (και ίσως των προπονητών), που από ένα σημείο και μετά έβλεπαν μπροστά τους μόνο το επικείμενο ματς με την Μάλαγα. Όμως το πρώτιστο ζητούμενο για την ομάδα πρέπει να είναι η δημιουργία/συντήρηση ενός πνεύματος νικητή. Ασχέτως του τι τελικά θα γίνει με την Ουνικάχα, αν θα επιτευχθεί η πρόκριση και από ποια θέση, οι «πράσινοι» με την εμφάνιση στην Καταλονία πήγαν ένα μικρό βήμα πίσω ως μπασκετικός οργανισμός.
Από την άλλη, στην Ελλάδα ζούμε και τέτοιου είδους… θεωρίες κανένας δεν τις πιστεύει. Το ζητούμενο για το «τριφύλλι» είναι νίκη την Πέμπτη, έστω και με μισό πόντο, για να καθαρίσει το θέμα της πρόκρισης στα πλέι-οφ που, παραδοσιακά, αποτελούν το όριο μεταξύ επιτυχίας και αποτυχίας. Έτσι όπως έχει έρθει η βαθμολογία, σχεδόν έχει «σβηστεί» η άλλη άθλια εμφάνιση της ομάδας, στη Μάλαγα (87-71). Οι Ανδαλουσιανοί έρχονται να παίξουν το τελευταίο τους χαρτί, αλλά η αλήθεια είναι ότι στο τοπ-16 δεν έχουν δείξει τίποτε αξιόλογο εκτός ισπανικού εδάφους. Το γράφω έτσι, γιατί έκαναν (όπως όλοι!) διπλό στην Βιτόρια, ενώ ήταν και η μόνη ομάδα που ζόρισε την Μπάρτσα μέσα στο σπίτι της. Όμως το ΟΑΚΑ είναι μια άλλη ιστορία.
Η Ουνικάχα έχει έναν πολύ αξιόλογο προπονητή, έχει όμως και άνισο ρόστερ με καραμπινάτα προβλήματα στελέχωσης. Η βασική τους έλλειψη είναι ένας πόιντ γκαρντ με στρατηγικό νου ή έστω με τρομερά αθλητικά προσόντα (όπως το θέλει και η μόδα) κι έτσι το ροτέισον στο ασόδυο είναι μια πικρή υπόθεση. Ουσιαστικά, υπάρχει ο Ζόραν Ντράγκιτς που αναλαμβάνει όλους τους δύσκολους ρόλους στην άμυνα, όμως δεν υπάρχει δίπλα του ο πόιντ που θα λύσει τα προβλήματα του παιχνιδιού – καθεμία από τις λύσεις που διαθέτει ο Πλάθα, φέρνει μαζί και τα μειονεκτήματά της. Ο Ισπανός συνηθίζει να βασίζει το αμυντικό του παιχνίδι στις πολύ επιθετικές εξόδους των ψηλών, που όμως προκαλούν την ανάγκη πολλών περιστροφών για να καλυφθούν οι χώροι. Εκεί ίσως μπορέσει ο Παναθηναϊκός να βρει καθαρά σουτ και, αν τα ποσοστά είναι ψηλά, η βραδιά θα κυλήσει εύκολα.
Το επιθετικό τους κομμάτι δεν χαρακτηρίζεται από τις εμπνεύσεις των πλέι-μέικερ, ούτε στηρίζεται στην κυκλοφορία της μπάλας. Είναι από τις ομάδες με τις λιγότερες ασίστ στην Ευρωλίγκα και τρέφεται περισσότερο από τις ενέργειες των ταλαντούχων σκόρερ που διαθέτει. Ντράγκιτς, Γκρέιντζερ και Ουρτάσουν μπορούν να βάλουν την μπάλα στο καλάθι, ενώ τη διαφορά κάνει ο Κέινερ-Μέντλεϊ (από τα λίγα τεσσάρια στη λίγκα με βασικό ρόλο σκόρερ). Παιχνίδι με πλάτη προσφέρει ο Στίματς (το νέο σέρβικο «κτήνος») από το «5», αλλά και οι σμολ φόργουορντ Κουζμίνσκας και Σουάρεθ, με τον τελευταίο να αποτελεί και τον καλύτερο πασέρ της ομάδας. Το πρώτο στοίχημα για το «τριφύλλι» είναι να μπορέσει να ελέγξει τη δράση του Στίματς κοντά στο καλάθι, όπου μπορεί να γίνει μεγάλη ζημιά από το επιθετικό ριμπάουντ κυρίως – υπενθυμίζω ότι οι «πράσινοι» δεν έχουν δυνατά κορμιά να του αντιπαρατάξουν.
Στο πρώτο ματς πάντως, η ζημιά έγινε από το περιφερειακό σουτ (κυρίως Τούλσον και Κέινερ-Μέντλεϊ) πράγμα που ελπίζω να μην επαναληφθεί. Πρέπει οι αμυντικοί μας να είναι πάντα εκεί και να μην αφήσουν τα «πολυβόλα» του Πλάθα να ζεσταθούν. Δηλαδή, πώς έγινε στη Βαρκελώνη; Να γίνει τώρα το αντίθετο. Όταν ο αντίπαλός σου βρίσκει συνεχώς ανάσες από το τρίποντο, είναι δύσκολο να μείνει πίσω στο σκορ. Σημειώνω επίσης ότι (βάσει στατιστικών gigabasket.org) η Ουνικάχα σουτάρει τρίποντο με το σπουδαίο 43% στο φινάλε κλειστών ματς και το αντίστοιχο ποσοστό του ΠΑΟ είναι μόλις 34,6%.
Με άλλα λόγια, αν το ματς παίζεται ως αργά και πάει να κριθεί στα μεγάλα σουτ, οι πιθανότητες δείχνουν διπλό και θα είναι το τρίτο φετινό μέσα στο ΟΑΚΑ. Κι άντε μετά να ξαναψάχνεις για προπονητή, Απρίλη μήνα…
Γιώργος Σκιάς