Δημοσιεύτηκε στις 19 Μαρτίου 2009
Όταν ήρθε στην Ελλάδα ο Τζέιμς Ρόμπινσον (39, 1.87 – James Robinson) οι μυημένοι ήξεραν τι έπρεπε να… περιμένουν. Η χρονιά 1999-2000 δεν ανήκε στον Ολυμπιακό, αφού δεν μπόρεσε να κατακτήσει τους στόχους του, αλλά οι φίλοι του μπάσκετ είδαν το… Hollywood στην Ελλάδα!
Ένας από τους πιο θεαματικούς, τους πιο αλτικούς, τους πιο… τρελούς και τους πιο σόουμεν παίκτες που έχουν περάσει από τη χώρα μας φόρεσε τη φανέλα του Ολυμπιακού εκείνη τη σεζόν. Μεγάλος παίκτης, μεγάλη… φούσκα (κυριολεκτικά) και τα… μυαλά στα κάγκελα. Παρέα με τον Μπλου Έντουαρντς συνέθεσαν το πιθανότερα θεαματικότερο δίδυμο Αμερικανών στην ιστορία της Α1.
Με τη φανέλα του Ολυμπιακού, ο Ρόμπινσον έκανε ορισμένα απίθανα παιχνίδια. Τα ματς με Βαρέζε ή Κάχα Σαν Φερνάντο ήταν από τις μεγάλες παραστάσεις του Αμερικανού στην Ευρωλίγκα, αλλά αυτά που έχουν μείνει χαραγμένα στη μνήμη μας είναι η τεράστια τσίχλα (3 τσιχλόφουσκες μαζί, όπως ο ίδιος είχε αποκαλύψει), η τρομερή τάπα στον Τσακαλίδη και το… σπριντ στον στίβο του ΣΕΦ. Ποιο σπριντ; Ο Χόλιγουντ στο ματς με την Ορτέζ (στα μέσα Φλεβάρη του 2000) έτρεξε να σώσει μια μπάλα, αναγκάστηκε να πηδήξει τη διαφημιστική πινακίδα και μετά… σεληνιάστηκε: είδε τον τάπητα του στίβου και… έτρεξε ένα 60αρι προς τέρψιν όλων στο ΣΕΦ.
Στην καριέρα του είχε δώσει διαπιστευτήρια από νωρίς. Στο κολέγιο έμεινε 3 χρονιές, 1990-93 στο Αλαμπάμα. Την πρώτη του σεζόν είχε 16.8 πόντους, 3.9 ριμπάουντ και 1.2 ασίστ με 42% στα τρίποντα. Τα νούμερα ανέβηκαν στη δεύτερη χρονιά για να φτάσουν στους 20.6 πόντους, 4.5 ριμπάουντ και 2.3 ασίστ στην 3η του χρονιά (92-93) στην οποία επιλέχτηκε στην καλύτερη πεντάδα του NCAA. Μάλιστα ο μέσος όρος του (οι 20.6 πόντοι) ήταν ο μεγαλύτερος στο κολέγιο από τους 20.7 του Μπακ Τζόνσον το 1987, του γνωστού σε όλους μας παιχταρά Μπακ Τζόνσον. Επίσης, έχοντας τουλάχιστον 20 πόντους σε 12 συνεχόμενα ματς έσπασε το ρεκόρ του σχολείου στη συγκεκριμένη κατηγορία.
Δήλωσε συμμετοχή στο ντραφτ και οι Πόρτλαντ Τρέιλ Μπλέιζερς τον επέλεξαν στο νούμερο 21 στον 1ο γύρο. Στην πρώτη του χρονιά στο NBA (93-94) είχε 4.8 πόντους, 1.3 ριμπάουντ και 1.2 ασίστ σε 58 ματς και 11,6 λεπτά ανά αγώνα. Η επόμενη χρονιά (1994-95) ήταν πολύ βελτιωμένη και η καλύτερή του στην καριέρα του στο NBA. Είχε σε 71 ματς 21,7 λεπτά συμμετοχής ανά αγώνα και 9.2 πόντους, 1.9 ριμπάουντ και 2.5 κλεψίματα. Σε όλη του την καριέρα μεγάλο του πρόβλημα ήταν οι βολές, αφού έκλεισε τις 7 χρονιές του στο NBA με το διαβολικό… 66,6% από τη γραμμή του φάουλ. Αρκετά καλές και οι επόμενες τρεις χρονιές του, μία με το Πόρτλαντ, μία στη Μινεσότα και μία στους Κλίπερς. Μετά ήρθε το λοκ άουτ και η κουτσουρεμένη χρονιά, την οποία ξεκίνησε στους Κλίπερς και τελείωσε στη Μινεσότα για να δει τον μέσο όρο συμμετοχής του να πέφτει από τα 20 λεπτά στα 13 από τη μία ομάδα στην άλλη και τους πόντους του από τους 7.6 στους 4.5 μέσο όρο.
Στη συνέχεια η καριέρα του έλεγε Ευρώπη και Ολυμπιακός: σε 34 αγώνες στην Ελλάδα με τον Ολυμπιακό (κανονική περίοδος και πλέι οφς) είχε 15.6 πόντους, 3.2 ριμπάουντ και 2.6 ασίστ με 55% στα δίποντα, 37% στα τρίποντα και 72% στις βολές.
Το 2000-01 γύρισε στις Η.Π.Α. προσπάθησε να παίξει στους Σόνικς, αλλά τελικά αγωνίστηκε με δύο συνεχόμενα δεκαήμερα συμβόλαια στους Μάτζικ για 6 ματς συνολικά, τα οποία ήταν και τα τελευταία του στο NBA.
Προσπάθησε ξανά για το NBA το 01-02, αλλά τελικά μετακόμισε στην Ευρώπη, όπου φόρεσε τη φανέλα της Λοκομοτίβ Μινεράλ με την οποία είχε στο τελευταίο Κόρατς της ιστορίας (την επόμενη σεζόν συγχωνεύτηκε με το Σαπόρτ) 15.1 πόντους, 3.4 ριμπάουντ, 4.8 ασίστ και 1.0 κλεψίματα για να την οδηγήσει στον τελικό, όπου στο πρώτο ματς ηττήθηκε με 98-72 από τη Νανσί και ο Χόλιγουντ είχε 12 πόντους. Η ρεβάνς θεωρήθηκε διαδικαστικού χαρακτήρα, αλλά ο Ρόμπινσον πήγε να κάνει το θαύμα του. Είχε 25 πόντους και έφτασε μια ανάσα από το τρόπαιο, αφού η Μινεράλ κέρδισε με 95-74, χωρίς να καταφέρει να ανατρέψει τελικά τη διαφορά των 26 πόντων.
Το 2002-03 όταν δεν βρήκε συμβόλαιο στο NBA πέρασε ξανά τον Ατλαντικό και αγωνίστηκε για 15 παιχνίδια στην Κάπο Ντ’ Ορλάντο με την οποία είχε 16.8 πόντους, 3.9 ριμπάουντ και 1.7 ασίστ. Την επόμενη χρονιά (03-04) έπαιξε για 9 ματς στη Λοκομοτίβ Ροστόφ και πέρασε όλη την υπόλοιπη σεζόν στις Η.Π.Α..
Τέλος, το 2004-05, την τελευταία του χρονιά στο επαγγελματικό μπάσκετ αγωνίστηκε στο ABA για 4 αγώνες με τους Λας Βέγκας Ράτλιερς, όπου είχε 12.5 πόντους και 3.5 ασίστ.
Οι φίλοι του Πόρτλαντ θυμούνται έναν απίστευτα εκρηκτικό, θεαματικό και αλτικό παίκτη, που μπορεί να μην ήταν βασικός, αλλά ερχόταν από τον πάγκο και έβαζε από 0 μέχρι 30 πόντους, ή όπως λένε «ή 0 ή 30 πόντους»! Κανείς δεν αμφισβήτησε ωστόσο στην καριέρα του το ταλέντο του, κέρδιζε με το σπαθί του όσα συμβόλαια πήρε, στην Ευρώπη ήταν εξίσου ασταθής και γι’ αυτό μάλλον δεν έκανε καριέρα στο υψηλότερο επίπεδο, αλλά ήταν μοναδικός γιατί κάρφωνε σαν «παλαβός» και γιατί… κανείς δεν έχει μασήσει ποτέ μεγαλύτερη τσίχλα κατά τη διάρκεια αγώνα! Hollywood όνομα και πράγμα…
Νίκος Κουσούλης
Υ.Γ.: Κάρφωνε σαν παλαβός: Έτσι δεν είναι Κένταλ Γκιλ; Δείτε στο βιντεάκι το κάρφωμα στα 0:50…
Υ.Υ.Γ.: Ένα σημείο ακόμη που πρέπει να τονίσουμε είναι ότι ο Χόλιγουντ είναι ένας από τους ελάχιστους παίκτες στην ιστορία του παγκόσμιου μπάσκετ που το ψευδώνυμό του είναι τόσο στενά συνυφασμένο με το όνομά του. Μετά την απόλυτη περίπτωση του Μάτζικ Τζόνσον, που οι… μισοί δεν ξέρουν το όνομά του, ο Χόλιγουντ είναι ένας παίκτη που οι περισσότεροι τον θυμούνται Χόλιγουντ Ρόμπινσον και όχι Τζέιμς Ρόμπινσον…