Δημοσιεύτηκε στις 7 Μαΐου 2009
…του Παναθηναϊκού: Πρωταθλητής Ευρώπης! Προφανώς η ομάδα για την οποία έχουμε να πούμε τα λιγότερα. Ό,τι στραβό κι αν έγινε σβήστηκε από τον τίτλο, αφού ο σκοπός και των τεσσάρων μονομάχων αυτός ακριβώς ήταν: ο τίτλος. Το τριήμερο στο Βερολίνο, ο Παναθηναϊκός θα το θυμάται για πολύ καιρό. Είχε όλα τα συστατικά που πρέπει να έχει ένας πρωταθλητής, την απαραίτητη τύχη και στα δύο παιχνίδια του, εκρηκτικά διαστήματα, έναν τεράστιο πρωταγωνιστή, έναν παίκτη που έκανε δύο από τα καλύτερα παιχνίδια του φέτος στο Βερολίνο, αλλά και αστέρες που έκαναν λάθη τα οποία δεν κόστισαν. Ο Σαρούνας Γιασικεβίτσιους πιθανότατα έβαλε τέλος στην παράλογη κριτική που του γίνεται στην Ελλάδα, όντας ο άνθρωπος που πέρασε τον Παναθηναϊκό στον τελικό. Ο Αντώνης Φώτσης όλο το χρόνο έδειχνε να μην μπορούσε να προσαρμοστεί στο «τριφύλλι», αλλά στο Βερολίνο ήταν το Α και το Ω στη ρακέτα του Παναθηναϊκού, ιδίως στον τελικό. Ο Ομπράντοβιτς χαίρεται γιατί είδε τον Πέκοβιτς να βοηθά πολύ στον ημιτελικό, είδε τον Σάρας να αλλάζει τη μοίρα της ομάδας του, είδε κάθε σχεδόν δική του κίνηση να βγαίνει. Από τέτοιες λεπτομέρειες κρίνεται ένα φάιναλ φορ. Τέσσερις μεγάλοι προπονητές συγκρούονται με ρόστερ απίστευτα, το θέμα είναι σε ποιον θα βγουν (περισσότερο από τους άλλους) οι κινήσεις που θα κάνει. Έχει λόγο να στενοχωριέται για κάτι ο Παναθηναϊκός; Νεύρα και εκνευρισμός για ορισμένα διαιτητικά σφυρίγματα στον τελικό. Οι «πράσινοι» νιώθουν ότι οι διαιτητές έσπρωξαν την ΤΣΣΚΑ στην ανατροπή στο δεύτερο μέρος και της έδωσαν το δικαίωμα να ελπίζει στη νίκη. Κατά τα άλλα, ποιος ασχολείται με αποτυχίες και αρνητικά όταν κοιτάει δίπλα του και βλέπει την κούπα; Ενόψει της συνέχειας πάντως θα πρέπει να βρει τρόπο να ανεβάσει και πάλι τον Διαμαντίδη που 2,5 μήνες τώρα είναι τελείως εκτός φόρμας. Στον τελικό ήταν καλός, αλλά στο τέλος… πήγε να χάσει το ματς μόνος του με τη 1/2 βολές και τα 8 δευτερόλεπτα στην προηγούμενη επίθεση (που προήλθαν από το γεγονός ότι όταν κατέβασε το ριμπάουντ έκανε το λάθος να μείνει 4 δευτερόλεπτα ακίνητος στη ρακέτα). Αυτά όμως είναι δευτερεύοντα.
…της ΤΣΣΚΑ: Νιώθει άτυχη, νιώθει στενοχώρια, αλλά νιώθει και περηφάνια. Κακά τα ψέματα, σε μια χρονιά που κανείς δεν την πίστευε έχασε το τρόπαιο στο τελευταίο σουτ. Μπόρεσε και γύρισε σε 17 λεπτά τον τελικό από τους 23 πόντους (51-28) απέναντι σε μια ομάδα όπως ο Παναθηναϊκός. Γκρινιάζει για τη διαιτησία του πρώτου ημιχρόνου και τα φάουλ των ψηλών της. Νιώθει ευλογημένη που έχει τον Σισκάουσκας στη σύνθεσή της, είδε ότι η άμυνά της και φέτος μπορεί να διαλύσει οποιαδήποτε ομάδα. Χαίρεται που απέδειξε σε όλη την Ευρώπη ότι την πρωταθλήτρια κανείς δεν την κερδίζει εύκολα. Δεν μπορεί να πιστέψει ότι έχασε το τρόπαιο από την ομάδα την οποία ανάγκασε σε δύο αρνητικά ρεκόρ για τελικό: λιγότερους πόντους σε ένα δεκάλεπτο (μόλις 8), και λιγότερα δίποντα σε έναν αγώνα (10/23). Νιώθει ισχυρή κάθε φορά που θυμάται πώς πήρε το ματς από την Μπαρτσελόνα στον ημιτελικό. Είναι απογοητευμένη από πολλά, όμως: από την αντίδραση του Μεσίνα στο πρώτο ημίχρονο του τελικού. Είδε ότι ο Πλάνινιτς δεν είναι ούτε κατά διάνοια Παπαλουκάς. Ο Κροάτης δεν μπόρεσε να μπει στα παπούτσια του Τεό και άφησε τον Χόλντεν να παλεύει μόνος του. Απογοητεύτηκε από τους ψηλούς της. Η αντίθεση με τον Άντερσεν τεράστια. Την ώρα που ο Δανός ήταν 2ος σε ranking στο φάιναλ φορ και καλύτερος ψηλός, εκείνη είδε Λόρμπεκ και Μόρις να μην υπάρχουν πουθενά. Ο Μόρις είχε στα δύο ματς σε 24 συνολικά λεπτά 0 πόντους, 3 ριμπάουντ και 1 κλέψιμο με 0/1 σουτ. Πραγματικά δεν θα μπορούσε να είναι… χειρότερος όσο κι αν προσπαθούσε. Ο Λόρμπεκ είχε συνολικά 13 πόντους και 3 ριμπάουντ με 5/9 σουτ εντός παιδιάς σε 32 λεπτά. Ξαφνικά ο Μεσίνα έμεινε χωρίς αξιόπιστη λύση στο σέντερ. Μοναδικές απειλές ο Σμόντις και ο Χριάπα, ενώ ακόμη και ο Καούν στάθηκε καλύτερα από Μόρις/Λόρμπεκ. Οι Ρώσοι θέλουν σέντερ είναι η είδηση από το φάιναλ φορ; Ή μήπως ότι με τον Σάβρασένκο θα έπαιρναν το τρόπαιο; Αυτά σκέφτεται ο Μεσίνα και τρελαίνεται.
…της Μπαρτσελόνα: Αν ένας προπονητής έκλεψε την παράσταση στο φάιναλ φορ, κατά την προσωπική μου άποψη αυτός ήταν ο Τσάβι Πασκουάλ. Η Μπαρτσελόνα χαίρεται που τον έχει στον πάγκο της (και θα χαίρεται πραγματικά να πάρει το πρωτάθλημα). Ο Πασκουάλ ήταν ο προπονητής από τους τέσσερις που έκανε το μεγαλύτερο «κόλπο» στο φάιναλ φορ. Η μοναδική ομάδα που άλλαξε τόσο πολύ το παιχνίδι της πριν τους αγώνες ήταν η Μπαρτσελόνα. Αν σας ρωτούσαν, αν με ρωτούσαν, πριν τους αγώνες, πού θα πέσει το βάρος του παιχνιδιού της Μπαρτσελόνα, η λογική απάντηση θα ήταν στην τριπλέτα Ναβάρο-Λάκοβιτς-Μπαζίλε και στους Ιλιασόβα-Βάθκεθ. Και όμως, ο Πασκουάλ και στα δύο παιχνίδια χτύπησε με Άντερσεν-Σαντιάγο. Πήρε από τον Σαντιάγο το καλύτερο ranking της σεζόν και από τον Άντερσεν το δεύτερο καλύτερο. Ο τρόπος που έπαιζε η Μπαρτσελόνα δεν ήταν τυχαίος. Ήταν απόρροια σχεδίου. Γι’ αυτό και η ΤΣΣΚΑ στην αρχή του ματς είχε τόσο μεγάλο πρόβλημα. Αναγκάστηκε να προσαρμοστεί σε μία επίθεση την οποία δεν είχε υπολογίσει ότι θα αντιμετώπιζε. Ιδίως τον Σαντιάγο. Και ο μόνος τρόπος για να γυρίσει το momentum του αγώνα ήταν το προσωπικό ξέσπασμα του Σισκάουσκας. Ο Πασκουάλ έχει κάθε λόγο να νιώθει άτυχος για τα φάουλ του Ναβάρο που δεν του επέτρεψαν να βρει ρυθμό, αλλά εκτός από τους… ύμνους, σε αυτόν χρεώνεται και η αδυναμία αντίδρασης της ομάδας του, αλλά και ο πανικός που της προκλήθηκε όταν έμεινε πίσω στο σκορ. Κι επίσης, το γεγονός ότι δεν ρίσκαρε με τον Ναβάρο. Ήταν δύσκολο ανάμεσα σε τρεις σαφώς εμπειρότερους προπονητές, αλλά ο Πασκουάλ προσπάθησε να κάνει «κόλπο γκρόσο» και να τους πάει το φάιναλ φορ. Μέχρι να εκραγεί ο Σισκάουσκας, πίστεψε ότι το είχε καταφέρει. Απογοήτευση για την ΤΣΣΚΑ ο Φραν Βάθκεθ, που πρέπει να εκνεύρισε μέχρι και τη… μάνα του στον ημιτελικό με την φαινομενική αδιαφορία του, απογοήτευση και ο Ερσάν Ιλιασόβα από τον οποίο περίμεναν πολλά περισσότερα από τους 2 πόντους και τα 5 ριμπάουντ.
…του Ολυμπιακού: Έχει κάθε λόγο να νιώθει η πιο άτυχη ομάδα του φάιναλ φορ. Είχε μια βασικότατη απουσία, καθώς ο Παναγιώτης Βασιλόπουλος δεν μπόρεσε να παίξει, απουσία εφάμιλλη αυτών του Διαμαντίδη, Λάκοβιτς και Λάνγκντον στις τρεις άλλες ομάδες, όσον αφορά την αγωνιστική ισορροπία. Το μεγαλύτερο, πλέον, αμυντικό εργαλείο στην Ευρώπη ήταν εκτός φάιναλ φορ και ο Ολυμπιακός έπρεπε να βρει τρόπο να το καλύψει. Εκτός αυτού, ο καλύτερος ψηλός του (σαν να λέμε Πέκοβιτς, Άντερσεν και Σμόντις) ψηνόταν στον πυρετό και έπαιζε άυπνος στον ημιτελικό με ενέσεις. Ε, δεν θέλει και πολύ. Είχαμε γράψει στην παρουσίαση του φάιναλ φορ ότι το διήμερο θα κριθεί στα μικρά πράγματα. Πρώτο είχαμε θέσει το να είναι οι ομάδες πλήρεις. Ο Ολυμπιακός ήταν η μόνη ομάδα που έπαιξε με απουσίες. Νιώθει χαρούμενος που ακόμη κι έτσι έδειξε ότι δεν τον χωρίζει τίποτα από τους άλλους, ενώ νιώθει και άτυχος που το χουκ του Μπουρούση από το 1,5 μέτρο δεν βρήκε στόχο. Είναι ευλογημένος που έχει έναν παίκτη σαν τον Γκριρ στην ομάδα, ενώ κοιτάζει το μέλλον με αισιοδοξία, αρχής γενομένης από τα πλέι οφς της Α1. Απογοητεύτηκε για ακόμη μία φορά από τον Πάργκο, ο οποίος πραγματικά ήταν σαν να μην υπέγραψε ποτέ στον Πειραιά, ενώ περίμενε περισσότερα από τους Παπαλουκά (κυρίως) και Βούισιτς, αλλά και τον Χαλπερίν που ήταν ουσιαστικά ο χειρότερος της ομάδας. Για τον Τσίλντρες δεν θα πω, καθώς ο Αμερικανός θεωρώ ότι ήταν μετά τον Γκριρ ο δεύτερος καλύτερος παίκτης της ομάδας στον ημιτελικό. Ο Γιαννάκης το πάλεψε, άλλαξε την άμυνά του σε σχέση με το πώς αντιμετωπίζει τον Παναθηναϊκό γενικά, δικαιώθηκε κρατώντας την ομάδα του μέσα στο ματς ως το τέλος, αλλά το αποτέλεσμα δεν δικαίωσε τους «κόκκινους». Η επόμενη μέρα έχει και Σχορτσανίτη, που αποτελεί περισσότερο αγκάθι παρά βοήθεια στην ομάδα. Ο Ολυμπιακός ελπίζει ότι το πάθημα στο Βερολίνο όπου ταξίδεψε ουσιαστικά για να δει τους αγώνες (προφανώς με εντολή και της διοίκησης) του έγινε μάθημα και αποφασίσει να παίξει μπάσκετ. Αν και πια ακόμη και οι τελευταίοι υποστηρικτές του, παύουν ο ένας μετά τον άλλο να πιστεύουν σε αυτόν.
Γενικώς, παρακολουθήσαμε το πιο κλειστό φάιναλ φορ όλων των εποχών, καθώς εκτός από τον αδιάφορο μικρό τελικό (που γίνεται ουσιαστικά μόνο για διαφημιστικούς, τηλεοπτικούς και οικονομικούς λόγους) τα 3 ματς που έκριναν τον τίτλο κρίθηκαν με μέσο όρο διαφοράς 2,7 πόντων με τα δύο εξ αυτών να κρίνονται στο σουτ. Δεν νομίζω ότι θα υπήρχε καλύτερη διαφήμιση της διοργάνωσης από αυτή, ενώ το επίπεδο ήταν το υψηλότερο δυνατό, για μένα, στον κόσμο.