Δημοσιεύτηκε στις 2 Ιουνίου 2009
Ο Παναθηναϊκός κλείνει την πιο επιτυχημένη, ίσως, χρονιά της ιστορίας του, καθώς κατέκτησε το triple-crown, αλλά σε σχέση με το 2007, ο Ολυμπιακός ήταν πολύ πιο δυνατός, ενώ οι τίτλοι δεν ήρθαν «εντός έδρας». Όπως μου είπε ο Δημήτρης Ιτούδης μετά το ματς (και θα το διαβάσετε το απόγευμα της Τρίτης στο Sportnet) «αν το 2007 πήραμε όλους τους τίτλους στην έδρα μας, φέτος τους πήραμε όλους εκτός έδρας». Και εναντίον ενός παντοδύναμου Ολυμπιακού προσθέτω εγώ. Γιατί η αξία του ηττημένου δίνει δόξα στο νικητή (όσο κι αν προσπάθησαν από τηλεόρασης να μας πείσουν ότι… η αξία του νικητή δίνει δόξα στον ηττημένο).
Ο τέταρτος τελικός ήταν αρκετά καλός από πλευράς ποιότητας. Ο Ολυμπιακός έπαιζε το τελευταίο του χαρτί και παρά τα πολλά προβλήματά του μπήκε στο παρκέ αποφασισμένος να μην τα παρατήσει. Η απουσία του Βασιλόπουλου στους τελικούς ήταν καταλυτική, ενώ ο Παπαλουκάς ήταν εμφανώς ανέτοιμος (φαινόταν ακόμη και όταν πήγαινε για λέι απ, αφού δεν μπορούσε καλά καλά να πατήσει για να πηδήξει).
Ο Παναγιώτης Γιαννάκης επιστράτευσε από πολύ νωρίς τον Σχορτσανίτη (όπως αναμενόταν, σύμφωνα με τις πληροφορίες που είχαμε τις τελευταίες ημέρες) και δικαιώθηκε για το ρίσκο. Ο Σχορτσανίτης χωρίς να είναι ιδιαίτερα καλός (είχε πρόβλημα σε πολλές φάσεις στην άμυνα), έβγαλε ουσιαστικά τον Πέκοβιτς εκτός αγώνα από το 17ο λεπτό. Σε αυτό, βεβαίως, μερίδιο ευθύνης έχει και ο Ζέλικο Ομπράντοβιτς, που με τον Πέκοβιτς να έχει 3 φάουλ, τον άφησε στο παρκέ όταν μπήκε ο Σχορτσανίτης στη δεύτερη περίοδο.
Το παιχνίδι ήταν ισορροπημένο στο πρώτο ημίχρονο, ο κόσμος έσπρωχνε όσο δεν πήγαινε τον Παναθηναϊκό, ο οποίος αγωνιστικά έμοιαζε πιο «αδύναμος» από τον Ολυμπιακό στο ματς. Τα μικρά ξεσπάσματα που τον κρατούσαν μπροστά γίνονταν κυρίως κάτω από τις ιαχές του κόσμου, ο οποίος κράτησε την ομάδα όρθια σε όλες τις δύσκολες στιγμές (αλλά και στο δεύτερο ημίχρονο).
Στο ημίχρονο, ο Παναθηναϊκός έβλεπε τον Ολυμπιακό στους 3 πόντους, τον Παπαλουκά με 8 λεπτά στο παρκέ να είναι αλάνθαστος, τα ριμπάουντ στο 17-21 για τον Ολυμπιακό, που είχε 16/18 βολές έναντι 11/18 του Παναθηναϊκού, δείγμα κι αυτό του άγχους των παικτών του «τριφυλλιού». Μόνο στα λάθη ο Παναθηναϊκός είχε σαφές προβάδισμα, 3 έναντι 10, και ήταν αυτό που τον κρατούσε στο κεφάλι του σκορ (ο Ολυμπιακός είχε πληγεί από τις 4 φορές που χρεώθηκε με βήματα).
Η τρίτη περίοδος ξεκίνησε σε αυτό το κλίμα, με τον Ολυμπιακό να κάνει 0-7, να κρατάει τον Παναθηναϊκό 2,5 λεπτά χωρίς πόντο και 4:08 χωρίς καλάθι εντός παιδιάς.
Όμως, μέσα σε τριάμισι λεπτά, άλλαξε όλο το κλίμα του αγώνα. Ο Παναθηναϊκός «έτρεξε» ένα 11-0, μετατρέποντας το 47-51 σε 58-51. Δεν πήρε εκεί τη νίκη, καθώς ακόμη κι όταν προηγήθηκε με 67-57, ο Ολυμπιακός απάντησε με 0-5, όμως εκεί ήταν που γύρισε το μομέντουμ και άλλαξε ξεκάθαρα η ψυχολογία των «πρασίνων».
Πάντως, ο Ολυμπιακός δεν είχε παρατήσει τα όπλα και με το τρίποντο στην εκπνοή της περιόδου μείωσε σε 67-62. Εκεί που κόπηκαν τα πόδια των παικτών του Ολυμπιακού ήταν στο τρίποντο και φάουλ του Χατζηβρέττα, ενώ μετά το παιδαριώδες και λίγο… ηλίθιο λάθος του Τεόντοσιτς, που σε αντίδραση 8χρονου πήγε να… κλωτσήσει εκτός φάσης τον Σπανούλη, ήταν ίσως το τέλος για τον Ολυμπιακό. Η πλάκα είναι ότι Γιαννάκης, Τόμιτς, Παπαλουκάς, Γκριρ και Βούισιτς είχαν πέσει πάνω στον Τεόντοσιτς από το πρώτο ημίχρονο ώστε να μη χάσει την ψυχραιμία του. Ο Σέρβος δεν κατάφερε να σταθεί αντάξιος των απαιτήσεων του αγώνα, κυρίως στον ψυχολογικό τομέα.
Κοιτώντας τις δύο ομάδες, ο Μπουρούσης για άλλη μια φορά ήταν εκτός αγώνα, με τους Πρίντεζη και Έρτσεγκ να είναι σαφώς καλύτεροι, ο Παπαλουκάς ήταν εμφανές ότι δεν μπορούσε, ο Χαλπερίν μπήκε ζεστός (8 πόντοι μέχρι τα μισά του δευτέρου δεκαλέπτου), αλλά μετά κρύφτηκε, ο Τσίλντρες έκανε κακό επιθετικά αγώνα (1/10 σουτ εντός παιδιάς) αν και δίκαια διαμαρτύρεται για 2-3 φάουλ στις προσπάθειες αυτές που δεν του δόθηκαν και στην περιφέρεια έμεινε ο Γκριρ μοναχός να παλεύει με όλους. Ο Αμερικανός δεν πιανόταν, αλλά δεν γινόταν να πάρει το ματς μόνος του και ο Ομπράντοβιτς το ήξερε αυτό. Όταν ο Γκριρ γύρισε το παιχνίδι από το -15 με 8 μαζεμένους πόντους και έδωσε την ευκαιρία στους άλλους να το κάνουν ντέρμπι στο τέλος, οι επιθέσεις πήγαν στράφι.
Ο Παναθηναϊκός μπορεί να μην πήρε αυτά που περίμενε από Γιασικεβίτσιους (ανεξήγητα εκνευρισμένος και για τα δικά του… στάνταρ) και Πέκοβιτς, όμως βρήκε σημαντικό αποκούμπι στον Χατζηβρέττα που πέτυχε δύο απίστευτα καθοριστικά τρίποντα (διαμορφώνοντας το 56-51 και το 71-62). Είχε τον Βασίλη Σπανούλη και τον Μάικ Μπατίστ σε πολύ καλή βραδιά, τον Φώτση να βοηθάει πάρα πολύ, τον Νίκολας να κρατάει μόνος του την ομάδα στην αρχή, όταν όλοι οι άλλοι έμοιαζαν καταβεβλημένοι από άγχος και τον Διαμαντίδη σε μια καλή βραδιά, ενώ βοήθειες έδωσε και ο Τσαρτσαρής.
Οι δύο προπονητές είχαν ετοιμάσει κάποια τρικ, βοήθησαν τις ομάδες τους όσο μπορούσαν, αλλά σχεδόν πάντα το παιχνίδι κρίνεται στις τέσσερις γραμμές και όχι στους πάγκους. Στο σημείο που ο Ολυμπιακός κόλλησε, ο Γιαννάκης έκανε συνεχείς αλλαγές, πήρε τάιμ άουτ, άλλαζε τις επιθέσεις, δοκίμασε Γκριρ, Μπουρούση, Πρίντεζη, Τσίλντρες και Βούισιτς για το σουτ που θα ξεκολλούσε την ομάδα, αλλά δεν ήρθε. Ε, δεν μπορούσε να μπει και μέσα να βάλει την μπάλα στο καλάθι…
Ο Ομπράντοβιτς σίγουρα κερδίζει τις εντυπώσεις για τον απλούστατο λόγο ότι τα ντέρμπι φέτος ήταν 6-2: 3-0 στο ΟΑΚΑ 1-2 στο ΣΕΦ και 2-0 σε… ουδέτερο. Δεν χρειάζεται κάτι άλλο για να φανεί η ανωτερότητα του Παναθηναϊκού. Το είχα γράψει και στο Μαρούσι-Πανελλήνιος: όταν δύο ισοδύναμες ομάδες είναι στο 5-1 (τόσο προηγούνταν οι Αμαρουσιώτες) τότε η μία είναι καλύτερη από την άλλη, αφού την κερδίζει σε όλα τα σημαντικά ματς. Το ίδιο ισχύει κι εδώ (και παντού αλλού…).
Οι διαιτητές έκαναν πολλά λάθη και από τις δύο πλευρές. Ο Ολυμπιακός γκρινιάζει περισσότερο γιατί έχασε, αλλά και γιατί στην τέταρτη περίοδο έχει λόγο να αισθάνεται αδικημένος. Πάντως, δεν διαμόρφωσαν το τελικό αποτέλεσμα και αν με ρωτάτε, τα λάθη ήταν εκατέρωθεν. Απλώς ανεπαρκείς δηλαδή.
Υ.Γ.: Τα καπνογόνα, οι «γουρούνες», τα μπουκάλια που έπεφταν σε κάθε διακοπή από την αρχή του ματς στο παρκέ, μόλυναν και πάλι το μπάσκετ που παίχτηκε στον τελικό. Οι τύποι που προσπάθησαν να χτυπήσουν (και τα κατάφεραν) τον Γιαννάκη όσο πήγαινε στη φυσούνα μετά το τέλος είναι απλώς κατώτερης νοημοσύνης και δεν έχουν θέση στα γήπεδα.