Η επιτυχία είναι σαφώς τεράστια και θα μπορούσε να είναι ακόμη μεγαλύτερη αν είχαν προσεχτεί λίγο μερικές λεπτομέρειες.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η εθνική μας ομάδα στα προημιτελικά αποκλείστηκε από τη (μετέπειτα πρωταθλήτρια) Γαλλία χάνοντας με 2 πόντους κι ενώ ήταν 4 πόντους μπροστά 1,5 λεπτό πριν τη λήξη του αγώνα. Αυτό σημαίνει ότι πλέον είναι στο ίδιο επίπεδο με τις καλύτερες ομάδες της Ευρώπης, κάτι που είναι ουσιαστικά λογικό αν λάβουμε υπόψη ότι στην Ελλάδα παίζει η πιθανότατα καλύτερη Ευρωπαία παίκτρια (σίγουρα η πιο… “nice to watch”), αλλά και πολλές άλλες αξιόλογες και με ταλέντο και μέλλον αθλήτριες (για τη Δημητράκου φερ’ ειπείν τα είπαμε και μέσα στη χρονιά).
Προσωπικά θεωρώ ότι το μετάλλιο (το οποίο πριν το τουρνουά πίστευα ότι θα παίρναμε) χάθηκε από τα λάθη στο κοουτσάρισμα του Κώστα Μίσσα. Θεωρώ πάρα πολύ μεγάλο τον αριθμό των 5 παικτριών που δεν είχαν ουσιαστικό χρόνο συμμετοχής. Δεν μιλάμε για μία ομάδα, μιλάμε για μία εθνική, στην οποία παίζουν οι καλύτερες μιας χώρας. Έχουμε 12 κοπέλες στην Ελλάδα που να μπορούν να πατήσουν στο παρκέ και να βοηθήσουν. Αντ’ αυτού είδαμε 5 κοπέλες να μην έχουν ουσιαστική συμμετοχή, ενώ 3 αθλήτριες έπαιζαν πάνω από 36 λεπτά ανά ματς, μία έπαιζε 33 λεπτά και όλες οι υπόλοιπες κάτω από 17. Το ροτέισον ήταν κακό, αυτή είναι η αλήθεια.
Επίσης, η ομάδα έχασε 3 παιχνίδια με 2 πόντους διαφορά. Τα δύο πρώτα στους ομίλους, ματς που θα της έδιναν πολύ καλύτερο διασταύρωμα στην οκτάδα και το τρίτο αυτό με τη Γαλλία, μάλιστα μέσα από τα χέρια της. Αυτό από τη μία δείχνει ότι δεν απέχουμε σε κάτι από τις ομάδες που μας κέρδισαν (κάναμε 4 ήττες συνολικά, μόνο οι Ισπανίδες μας κέρδισαν με 19 πόντους), αλλά απ’ την άλλη καταδεικνύει κι ένα πρόβλημα στα ντέρμπι.
Και μπορεί ο οίστρος της Μάλτση να γύρισε το ματς με τις Ιταλίδες (από 40-48 σε 53-50) για την 5η θέση, αλλά σε όλα τα άλλα οι επιλογές μας ήταν κακές, ενώ και η άμυνά μας είχε σαφή προβλήματα στις τελευταίες φάσεις. Αυτά είναι οι λεπτομέρειες που κάνουν τη διαφορά και πρέπει ο Μίσσας, ή όποιος συνεχίσει στη θέση του αν φύγει, να τα κοιτάξει και να τα διορθώσει. Γιατί ταλέντο υπάρχει.
Η 5η θέση είναι τεράστια επιτυχία, το γυναικείο ελληνικό μπάσκετ είναι ανύπαρκτο. Και δεν είναι ανύπαρκτο μέσα στο παρκέ, εκεί δεν έχει να ζηλέψει τίποτα, καθώς υπάρχει και ταλέντο και πάθος και θέαμα και όλα όσα χρειάζεται ένα άθλημα για να είναι αγωνιστικά ελκυστικό. Είναι ανύπαρκτο από πλευράς προώθησης, μάρκετινγκ, παραγόντων, διαφήμισης, στήριξης, επενδύσεων, προβολής και αξιοποίησης. Και σε αυτό μόνο οι παίκτριες δεν φταίνε.
Η Εβίνα Μάλτση αναδείχτηκε σε MVP της διοργάνωσης όντας 1η σκόρερ με 22.6 πόντους, 1η στα κλεψίματα με 3.1, 1η σε ευστοχία στις βολές με 91%, 1η σε εύστοχα τρίποντα με 33 (στα 83, ήτοι 40% ποσοστό). Η Μάλτση είναι ένα από τα μεγαλύτερα αστέρια του ευρωπαϊκού μπάσκετ και είναι τιμή για τη χώρα που έχει τέτοια παίκτρια. Τηρουμένων των αναλογιών της διαφοράς των φύλων, η Μάλτση είναι μακράν το μεγαλύτερο αστέρι του ελληνικού μπάσκετ και η αθλήτρια (μετράω και τους άντρες) με το μεγαλύτερο ταλέντο αυτή τη στιγμή. Πόσοι όμως την έχετε δει από κοντά να παίζει;
Η Ελλάδα τερμάτισε 5η στο τουρνουά, αλλά είχε την παίκτρια που όλοι σχεδόν ψήφισαν ότι ήταν το αστέρι της διοργάνωσης. Έχει ακούσει κανείς την ελληνική ομοσπονδία να το εκμεταλλεύεται αυτό όταν η Μάλτση και η εθνική παίζουν στην Αθήνα; Και δεν πιστεύει φαντάζομαι κανείς ότι η Μάλτση… τώρα ξεπετάχτηκε γιατί είναι 30 χρονών και έχει παίξει Ευρωλίγκα, Ισπανία, Γαλλία, Τσεχία και WNBA στην καριέρα της.
Προτρέπω λοιπόν όσους δεν το έχουν κάνει ήδη να περάσουν από έναν αγώνα της εθνικής ομάδας, αλλά και του γυναικείου πρωταθλήματος, καθώς αξίζει τον κόπο. Συγχαρητήρια στις κοπέλες που μάχονται, προσπαθούν, ιδρώνουν, ματώνουν πίσω από τα φώτα της δημοσιότητας, αλλά μπόρεσαν παρά την χαρακτηριστική αδιαφορία των υπευθύνων του γυναικείου μπάσκετ στη χώρα, να τιμήσουν και πάλι τα εθνικά χρώματα και να μας εκπροσωπήσουν του χρόνου στο παγκόσμιο πρωτάθλημα.